Μεγάλες ανατροπές στη διεθνή οικονομία
Ενα νέο τοπίο έχει αναδυθεί στην παγκόσμια οικονομία έπειτα από σειρά δομικών αλλαγών, με ορισμένες να έχουν προκύψει ως αποτέλεσμα μακροχρόνιων διαδι
Ενα νέο τοπίο έχει αναδυθεί στην παγκόσμια οικονομία έπειτα από σειρά δομικών αλλαγών, με ορισμένες να έχουν προκύψει ως αποτέλεσμα μακροχρόνιων διαδικασιών και άλλες ως παρενέργειες πρόσφατων εξελίξεων. Στην πρώτη κατηγορία εντάσσεται σαφώς ο σταδιακός εκτοπισμός του μεταποιητικού τομέα από τον τομέα των υπηρεσιών ως ο πλέον καθοριστικός παράγοντας στην παγκόσμια ανάπτυξη, στη δημιουργία πλούτου και στην αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου. Στη δεύτερη οι θεμελιώδεις μεταβολές στις εφοδιαστικές αλυσίδες και η γεωγραφική μετατόπιση της βιομηχανικής παραγωγής, προϊόν των γεωπολιτικών εντάσεων και ιδιαιτέρως εκείνων ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη, της πανδημίας αλλά και των νέων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένης της διαστημικής εκτόξευσης που γνωρίζει τελευταία η τεχνητή νοημοσύνη.
Η όξυνση των εντάσεων ανάμεσα στο Πεκίνο και την Ουάσιγκτον, που αυτές τις μέρες επιχειρεί να αμβλύνει με την επίσκεψή της στην Κίνα η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών, έχει οδηγήσει στη φυγή πολλές αμερικανικές και γενικότερα δυτικές επιχειρήσεις από την Κίνα. Η δεύτερη οικονομία στον κόσμο εξακολουθεί να παράγει πυρετωδώς αλλά δεν αποτελεί πλέον το χρυσωρυχείο των προηγούμενων δεκαετιών. Στη διάρκεια του περασμένου έτους οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Κίνα μειώθηκαν στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών δεκαετιών. Υπολογίζεται ότι στα τέλη του περασμένου έτους είχαν μειωθεί κατά 87% περίπου στα 4,2 δισ. δολάρια. Εταιρείες και επενδύσεις που γυρίζουν την πλάτη στη δεύτερη οικονομία του πλανήτη γίνονται μήλον της Εριδος για άλλες ανερχόμενες οικονομίες της Ασίας που προσπαθούν να τις προσελκύσουν.
Αναδύεται έτσι ένας νέος ανταγωνισμός ανάμεσα στην Ινδία, που τελευταία θεωρείται πλέον αδιαμφισβήτητη διάδοχος της Κίνας ως ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία, και το Βιετνάμ που καρπώνεται το μεγαλύτερο μέρος όσων εταιρειών και επενδύσεων αποχωρούν από τη δεύτερη οικονομία του κόσμου. Το Βιετνάμ τείνει ήδη να αντικαταστήσει την Κίνα ως εργοστάσιο του κόσμου με εξαγωγές που έφτασαν πέρυσι στα 96,99 δισ. δολάρια και ακολουθεί η Ινδία με εξαγωγές ύψους 75,65 δισ. δολαρίων.
Οι υπηρεσίες στις ανεπτυγμένες οικονομίες αντιπροσωπεύουν πλέον τουλάχιστον το 75% του ΑΕΠ τους.
Την ίδια στιγμή, όμως, η μεταποίηση στην οποία προσπαθούν να βασιστούν οι αναπτυσσόμενες οικονομίες έχει περιοριστεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες ως μερίδιο της παγκόσμιας οικονομίας. Η εκβιομηχάνιση που επί περίπου 50 χρόνια βοηθούσε τις αναπτυσσόμενες χώρες να συγκεντρώσουν πλούτο και το εργατικό τους δυναμικό να βγει από τη φτώχεια, σήμερα δεν αποτελεί τη σίγουρη οδό για την παραγωγή πλούτου. Ο μεταποιητικός τομέας υποχωρεί σταθερά τα τελευταία 40 χρόνια και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών, δεν αντιπροσωπεύει πλέον παρά ένα ποσοστό μικρότερο του 13% του παγκόσμιου ΑΕΠ: τα τελευταία στοιχεία το φέρουν στο 12,87% του παγκόσμιου ΑΕΠ με τουλάχιστον το 30% αυτού του ποσοστού να παραμένει ακόμη στα χέρια της Κίνας.
Οπως επισημαίνουν οικονομικοί αναλυτές, οι οικονομίες δεν μπορούν πλέον να βασίσουν την ανάπτυξή τους στο φτηνό εργατικό δυναμικό και στις φτηνές εξαγωγές καθώς είναι πολλές αναδυόμενες οικονομίες που το επιχειρούν και καμία χώρα δεν μπορεί μόνον να εξάγει στις άλλες. Το βάρος έχει μετατοπιστεί στον τομέα των υπηρεσιών που στις ανεπτυγμένες οικονομίες αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 75% του ΑΕΠ τους κατά μέσον όρο, ενώ στις αναπτυσσόμενες οικονομίες αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 55% του ΑΕΠ τους και το 45% της απασχόλησης.
Η στροφή των βιομηχανιών
Από τη στιγμή που η πανδημία προκάλεσε έμφραγμα στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, οι βιομηχανίες αναγκάστηκαν να στραφούν σε εναλλακτικούς προμηθευτές και μία από τις πρώτες κινήσεις αυτοπροστασίας ήταν η στροφή στην παραγωγή χωρών γειτονικών στις αγορές που εξυπηρετούν. Κι ενώ θεωρητικά το πρόβλημα θα λυνόταν με το τέλος της πανδημίας, ακολούθησε σύντομα η κλιμάκωση στις σχέσεις Πεκίνου και Ουάσιγκτον που έπεισε τις δυτικές βιομηχανίες ότι είναι επιτακτική ανάγκη να απομακρυνθούν από την Κίνα. Παράλληλα, η επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας και οι συνεχείς έλεγχοι των κινεζικών αρχών στα γραφεία των ξένων επιχειρήσεων καλλιέργησαν εχθρικό κλίμα και επιτάχυναν τη διαδικασία. Ουσιαστικά έχει αλλάξει το γενικότερο σκεπτικό με το οποίο οργανώνονται πλέον οι εφοδιαστικές αλυσίδες και όπως επισημαίνουν εμπειρογνώμονες του κλάδου, οι μεταβολές σηματοδοτούν τη μεγαλύτερη αλλαγή στον τομέα από το 2001 και την ένταξη της Κίνας στον ΠΟΕ.
Το νέο σκεπτικό βασίζεται στην επιστροφή σε γειτονικούς προμηθευτές και την εγκατάσταση της παραγωγής πλησιέστερα στην αγορά στην οποία θα πουληθούν τα προϊόντα. Αυτό δεν εμποδίζει, όμως, τις εταιρείες να επιδιώκουν παράλληλα τη θωράκισή τους από τυχόν διακοπές στην προσφορά. Γι’ αυτό και παρά τη στροφή σε γειτονικούς προμηθευτές παράλληλα προσπαθούν να διασφαλίσουν προμηθευτές ανά τον κόσμο, να μην εξαρτώνται μόνον από μια πηγή και να καταφεύγουν στον αυτοματισμό και στη ρομποτική σε ό,τι είναι δυνατόν από τις λειτουργίες στις αποθήκες μέχρι τις αποφάσεις για τις δημόσιες προμήθειες.
Απομακρύνονται από την Κίνα, μεταφέρουν την παραγωγή σε χώρες γειτονικές από τις αγορές που εξυπηρετούν.
Πολλές μεταβολές στις εφοδιαστικές αλυσίδες δείχνουν να παγιώνονται. Ανάμεσά τους η εγκατάσταση ή ενίσχυση μονάδων συναρμολόγησης αυτοκινήτων στο Μεξικό αλλά και η επέκταση παραγωγής της βιομηχανίας παιχνιδιών Mattel επίσης στο Μεξικό, που μαζί με το Βιετνάμ είναι οι κατεξοχήν ωφελημένες χώρες από τις εντάσεις ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την Ινδία, που προσελκύει τους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς. Οι αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί ανοίγουν στην Ινδία κέντρα σχεδιασμού, ανάπτυξης συστημάτων ασφάλειας στον κυβερνοχώρο και τεχνητής νοημοσύνης. Σύμφωνα με την εταιρεία δεδομένων Deloitte, όλα αυτά τα μεγάλα κέντρα σχεδιασμού, τεχνητής νοημοσύνης, συστημάτων ασφαλείας στον κυβερνοχώρο και γενικότερα νέων τεχνολογιών που δημιουργούν πολυεθνικές, εταιρείες βιοτεχνολογίας και μηχανολογία μπορούν να δημιουργήσουν εκατοντάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.
Από τα τέλη του περασμένου έτους ο κολοσσός των υπολογιστών, Apple, έχει ανακοινώσει ότι σχεδιάζει να προμηθεύεται μπαταρίες για το νέο της iPhone 16 από μονάδες παραγωγής στην Ινδία. Παράλληλα, η Google σχεδιάζει να αρχίσει την παραγωγή κινητών Pixel στην Ινδία από το β΄ τρίμηνο του έτους. Την ίδια στιγμή, πάντως, οι νέες αυτές θέσεις εργασίας είναι κυρίως στους τομείς της τεχνολογίας και των χρηματοπιστωτικών που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις και κατάρτιση. Αυτό σημαίνει πως δύσκολα μπορούν να βοηθήσουν τις φτωχές και αναπτυσσόμενες χώρες που χρειάζονται περισσότερο από όλες τις νέες θέσεις εργασίας.
H Ινδία αναδύεται σε νέο κόμβο τεχνολογίας
Στη συγκυρία αφενός της πανδημίας και της σκληρής πολιτικής του Πεκίνου για την αντιμετώπισή της και αφετέρου της κλιμακούμενης έντασης ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ, η Ινδία ήταν η χώρα που θεωρήθηκε ότι προσέφερε την ιδανική εναλλακτική για τις επιχειρήσεις και την ανάπτυξή τους. Το Δελχί έχει, άλλωστε, θέσει στόχο να προσελκύσει τεχνολογικές εταιρείες και να αποτελέσει κέντρο τεχνολογίας, κάτι που φαίνεται να επιτυγχάνει όλο και περισσότερο και πέραν της παρουσίας της Apple.
Η Ινδία επιδιώκει να ενισχύσει τον τομέα των ηλεκτρονικών υψηλής τεχνολογίας αλλά και τη δική της βιομηχανία μικροεπεξεργαστών καθώς η συγκυρία την ευνοεί δεδομένων των αλλεπάλληλων απαγορεύσεων που θέτει η Ουάσιγκτον στον κλάδο των μικροεπεξεργαστών της Κίνας και ειδικότερα στους μικροεπεξεργαστές τελευταίας γενιάς και υψηλής τεχνολογίας. Και με ορατό το ενδεχόμενο να επιβάλει η Ουάσιγκτον περιορισμούς ακόμη και στους μικροεπεξεργαστές των καθημερινών ειδών όπως είναι οι οικιακές συσκευές. Δεν έχει μεν εξελιχθεί στον βαθμό που απαιτείται για να υποσκελίσει την Κίνα αλλά δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως η χώρα με την υπερβολική γραφειοκρατία και τα αμέτρητα εμπόδια στο εμπόριο.
Προσπαθεί να υπερκεράσει την Κίνα, προχωράει συμφωνίες με κολοσσούς όπως οι Apple, Micron, PSMC.
Ηδη η αμερικανική Micron, μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες μικροεπεξεργαστών στον κόσμο, έχει πάρει έγκριση για την ανέγερση εργοστασίου της στην Ινδία με σκοπό την παραγωγή μικροτσίπ. Στο μεταξύ, η ινδική εταιρεία ηλεκτρονικών Tata Electronics ετοιμάζεται να κλείσει συμφωνία συνεργασίας με την Powerchip Semiconductor Manufacturing Corp για την από κοινού ανάπτυξη μονάδας παραγωγής μικροεπεξεργαστών. Αμερικανικές επιχειρήσεις και αναλυτές του κλάδου εκτιμούν πως η Ινδία είναι αυτή τη στιγμή η καταλληλότερη για να υποκαταστήσει την Κίνα καθώς αποτελεί μια τεράστια αγορά καταναλωτών όπως ακριβώς ήταν μέχρι προσφάτως η Κίνα. Ενδεχομένως να είναι ακόμη η Κίνα αν και οι πολλαπλές κρίσεις πλευρών της οικονομίας της έχουν κάμψει την κατανάλωση και την καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Παράλληλα, ο πληθυσμός της Ινδίας που ανέρχεται σε 1,4 δισ. άτομα, είναι σε μεγάλο ποσοστό νεανικός και εξοικειωμένος με την υψηλή τεχνολογία. Επιπλέον, το παρελθόν της Ινδίας ως αποικίας της Βρετανίας έχει αφήσει πίσω του την αγγλική γλώσσα την οποία μιλάει πολύ μεγάλο μέρος των Ινδών, διευκολύνοντας τις ξένες επιχειρήσεις.
Για όλους αυτούς τους λόγους και ίσως πολλούς άλλους προέκυψε σε πρόσφατη δημοσκόπηση μεταξύ 100 επενδυτικών κεφαλαίων πως η Ινδία είναι η πλέον δημοφιλής στους επενδυτές ανάμεσα σε όλες τις αναδυόμενες αγορές.
Νέο μοντέλο
Αναφερόμενος στις δομικές μεταβολές που έχουν επέλθει στην παγκόσμια οικονομία, ο αναλυτής του Χάρβαρντ Ντάνι Ρόντρικ τόνισε προ ημερών πως «στην εποχή μας το μοντέλο της εκβιομηχάνισης στο οποίο βασίστηκαν πρακτικά όσες χώρες πλούτισαν δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να παρέχει γρήγορη και βιώσιμη ανάπτυξη».
66%
του παγκόσμιου ΑΕΠ προέρχεται πλέον από τον τομέα των υπηρεσιών, το μωσαϊκό επαγγελμάτων που καλύπτει από τους σχεδιαστές chip μέχρι τους μανικιουρίστες.
Κρατική στήριξη
Διαπιστώνοντας τις δυσκολίες της βιομηχανικής πολιτικής, ο Τζάστιν Φίφου Λιν, κοσμήτορας στο Ινστιτούτο Νέας Διαρθρωτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου, επισημαίνει πως «χρειάζεται το κράτος που πρέπει να βοηθάει τον ιδιωτικό τομέα να αντιπαρέρχεται τις αποτυχίες της αγοράς, και δεν μπορεί κανείς να τα καταφέρει χωρίς οργανωμένη βιομηχανική πολιτική».
23%
αύξηση σημείωσαν το 2023 οι εγγραφές νέων σε σχολές τεχνικών επαγγελμάτων και κατάρτισης.
Αναδιάταξη
Παρατηρώντας τις εξελίξεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες και τις μεταβολές που συνόδευσαν την πανδημία, ο συνεργάτης της συμβουλευτικής εταιρείας Kearney, Πάτρικ Βαν ντεν Μπος, υπογράμμισε πως «απομακρύνονται από την Κίνα, αναδιατάσσονται σε σημεία στα οποία συγκεντρώνονται πολλές τοπικές εφοδιαστικές αλυσίδες και η μεταβολή μόλις που άρχισε καθώς οι εταιρείες προσπαθούν ακόμη να δουν πώς δουλεύει το νέο σύστημα».
Κατηγορίες:
Σχόλια