Ξεκίνησε πουλώντας γρανίτες με ένα τρίκυκλο, έγινε ο πλουσιότερος Κινέζος


Πέθανε ο Zong Qinghou, ο Κινέζος επιχειρηματίας που ξεκίνησε από ένα τρίκυκλο καρότσι και έχτισε μια από τις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες ποτών και τροφίμων της χώρας.
 
Ο 79χρονος δισεκατομμυριούχος ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Κίνα το 2010 και το 2012, καθώς αποτέλεσε χαρακτηριστικό δείγμα της πρώτης γενιάς των επιχειρηματιών της χώρας, που οδήγησαν την οικονομία της σε εκρηκτική ανάπτυξη.

Γεννημένος το 1945, σε μία εμπόλεμη Κίνα, ο Zong μεγάλωσε κάτω από συνθήκες ακραίας φτώχειας. Ο πατέρας του ήταν άνεργος και η μητέρα του μεγάλωνε την οικογένεια με τα πέντε παιδιά με τον μισθό των 40 γουάν που κέρδιζε σαν εργάτρια εργοστασίου.

«Εξαιτίας αυτών των κακουχιών, σαν παιδι είχα πολλά όνειρα και ήλπιζα να βγάλω πολλά χρήματα για να ξεπληρώσω τους γονείς μου», είχε πει ο επιχειρηματίας, σύμφωνα με το CNN.

Ο Zong δεν τελείωσε το σχολείο και έκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού, όμως είχε πάντα μέσα του το όνειρο να ανοίξει την δική του επιχείρηση. Η ευκαιρία αυτή του δόθηκε το 1987, όταν σε ηλικία 42 ετών δανείστηκε 140.000 γουαν (που τότε αντιστοιχούσαν σε 38.000 δολάρια) για να στήσει ένα τρίκυκλο, από το οποίο πουλούσε γρανίτες και χαρτικά έξω από ένα δημοτικό σχολείο.

Η επιχείρησή του, που απασχολούσε δύο συνταξιούχους δασκάλους και πουλούσε τις γρανίτες για μία δεκάρα την κάθε μία, θα γινόταν η Wahaha (σημαίνει «το παιδί που γελάει), μια αυτοκρατορία των τροφίμων στην Κίνα.

Στα πρώτα του βήματα, ο Zong έμαθε ότι πολλά παιδιά είχαν παραξενιές στο φαγητό, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα, εξαιτίας της κακής διατροφής τους, κάτι που απασχολούσε πολλούς γονείς. Έτσι, συνεργάστηκε με έναν καθηγητή διατροφολογίας για να φτιάξει ένα βιταμινούχο ποτό για παιδιά, το οποίο ονόμαζε Wahaha Oral Liquid.

Το προϊόν του σημείωσε μεγάλη επιτυχία, φέρνοντας ετήσιες πωλήσεις σχεδόν 100 εκατ. γουαν (περίπου 19 εκατ. δολαρίων) τον τρίτο μόλις χρόνο της κυκλοφορίας του. Ο Zong ίδρυσε την Hangzhou Wahaha Group, αφότου αγόρασε ένα χρεοκοπημένο εργοστάσιο τροφίμων σε κονσέρβες.

Έως το 1996, η Wahaha είχε επεκταθεί στα γαλακτοκομικά ποτά, τα ανθρακούχα αναψυκτικά και το εμφιαλωμένο νερό, όμως τα σχέδια του Zong για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη απαιτούσαν υψηλή χρηματοδότηση. Η εξασφάλιση ενός τέτοιου δανείου από τις κρατικές τράπεζες της Κίνας ήταν μια δύσκολη] υπόθεση τότε, με αποτέλεσμα ο επιχειρηματίας να στραφεί στο ξένο κεφάλαιο.

Έτσι, η Wahaha συνεργάστηκε με την Danone, η οποία απέκτησε το 51% των joint ventures.

Όμως, η συνεργασία τους χάλασε το 2007, όταν η Danone κατηγόρησε δημοσίως την Wahaha ότι έφτιαχνε και πουλούσε τα προϊόντα με το σήμα της εκτός των joint ventures, στερώντας από τη γαλλική εταιρεία το δικό της μερίδιο στα κέρδη.


Ο Zong κατηγόρησε την Danone ότι ενορχήστρωνε την επιθετική εξαγορά της Wahaha, για να του πάρει το μερίδιό του σε χαμηλή τιμή.

Η κόντρα των δύο πλευρών οδήγησε σε μία πολύκροτη νομική μάχη που απασχόλησε μέχρι και τους προέδρους των δύο χωρών.

Τελικά, η διαμάχη επιλύθηκε το 2009, με την Danone να πουλά το μερίδιό της για 500 εκατ. δολάρια και να παραδίδει τον έλεγχο της Wahaha.

Η νίκη του Zong ανέβασε την περιουσία του στα 8 δισ. δολάρια το 2010, δίνοντάς του τον τίτλο του πλουσιότερου Κινέζου.

Παρά τα πλούτη του, ο επιχειρηματίας ήταν γνωστός για τον λιτό τρόπο ζωής τους, που έρχεται σε αντίθεση με τα όσα συνηθίζουν πολλοί από τη νέα τάξη των πλουσίων της Κίνας. Του είχαν δώσει το παρατσούκλι «ο πλουσιότερος άνθρωπος με τα πάνινα παπούτσια», γιατί πάντα ντυνόταν απλά.

«Κάθε μέρα καπνίζω ακόμα δύο πακέτα τσιγάρα που κοστίζουν 12 γουαν το καθένα, πίνω δύο φλιτζάνια τσάι και τρώω τα τρία γεύματά μου στην καντίνα της εταιρείας», είχε πει σε μία συνέντευξή του το 2010.

Δούλευε στο γραφείο από τις 7 το πρωί έως τις 11 το βράδυ, πολύ πριν εξαπλωθεί στην Κίνα η εξοντωτική κουλτούρα του «996» (που θέλει τους εργαζόμενους να δουλεύουν από τις 9 το πρωί έως τις 9 το βράδυ, έξι ημέρες την εβδομάδα).

moneyreview.gr
Σχόλια