Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία: Διαλεκτική Φιλίας και Έρωτος
Φιλοσοφία
του Έρωτος: θεμελιώδεις έννοιες
Ι.
ἐραστὴς
και ἐρωμένος
1. Πρόκειται
για δυο έννοιες, που διακρίνονται σαφώς μεταξύ τους και έχουν μεγάλη σημασία
για τον ελληνικό πολιτισμό. Ο ἐραστὴς είναι ο
ενήλικας που έχει ενεργό λειτουργία, τόσο από την άποψη της αγωγής και
καθοδήγησης του αγαπημένου (ἐρωμένου), που είναι ακόμα αγόρι,
όσο και από σεξουαλική άποψη. Αυτή η
σχέση επομένως δεν είναι μεταξύ ίσων και οι ρόλοι δεν είναι εναλλάξιμοι. Σε
πολλά κείμενα του Πλάτωνα υπογραμμίζεται ότι ο αγαπημένος πρέπει να είναι ένα
αγόρι που δεν έχει ακόμη αφήσει μούσι, δηλαδή δεν πρόκειται να θεωρηθεί ακόμη
ενήλικος.
2. Στο
πλαίσιο του Πλατωνικού Συμποσίου -του σημαντικότερου
ελληνικού φιλοσοφικού κειμένου για αυτό το θέμα- η διάκριση μεταξύ ἐραστὴ
και ἐρωμένου επαναλαμβάνεται συνεχώς,
με την τελική αντιστροφή μεταξύ του Αλκιβιάδη (που ως νέος θα έπρεπε να είναι
ο αγαπημένος) και του Σωκράτη (που αγαπήθηκε από τον Αλκιβιάδη και, σύμφωνα με
τον Αλκιβιάδη, και από άλλους νέους τους οποίους κάνει να ερωτεύονται και μετά
να αρνούνται). Ακόμη και στον Έρωτα οι θέσεις είναι αντικρουόμενες: στο Συμπόσιο
συζητείται αν αυτός ο θεός είναι εραστής (όπως στην ομιλία της Διοτίμας) ή ερωμένος
(όπως σε διάφορες άλλες ομιλίες) ή, πάλι, αν είναι κατευθυντήρια δύναμη σε
σχέσεις αγάπης, φουντώνοντας τις καρδιές τόσο των εραστών όσο και των ερωμένων.
Στον Φαιδρο
ο Πλάτων, δια των ομιλιών του Σωκράτη, παραπέμπει στις ερωτικές προϋποθέσεις
για να υπάρξει ένα τέτοιο φούντωμα. ΙΙ. Φιλία Στα ελληνικά φιλία
ετυμολογικά συγγενεύει με το ρήμα φιλέω,
που σημαίνει αγαπώ. Εκτός από την
κυριολεκτική σημασία, του να τρέφει κανείς αισθήματα συμπάθειας, αγάπης, υπάρχει
ένα πλούσιο πλέγμα σχέσεων αυτής της έννοιας/του όρου, στο πλαίσιο του οποίου
ανήκει μια μυθική χρήση του και μια μεταφορική, σε πεδία ειδικά που σχετίζονται
με τη φυσική και τη μεταφυσική: για παράδειγμα ο Εμπεδοκλής
αποκαλεί τη Φιλία μια από τις δυο
δυνάμεις, που γεννούν την κίνηση των τεσσάρων στοιχείων, από τα οποία
αποτελείται η πραγματικότητα. Ο Πλάτων, με τη σειρά του, αποδίδει ισχυρό νόημα
στη μεταφορική χρήση του όρου ως συστατικού της λέξης φιλοσοφία. Στο Πυθαγόρειο περιβάλλον, η φιλία είναι ένα από τα
γνωρίσματα που ενώνουν τα μέρη του Σύμπαντος μεταξύ τους, στο πλαίσιο της
κοσμικής αρμονίας. Εάν ο όρος χρησιμοποιείται με τη σωστή του έννοια, η
συγκεκριμένη φιλοσοφική επιστήμη που μελετά τη φιλία είναι η ηθική. Στο
περιβάλλον των Ελλήνων νοείται ως ένας προνομιακός δεσμός μεταξύ δυο ή
περισσότερων ανθρώπων κάτω από ίσες συνθήκες: στη βάση του υπάρχει το κοινό
αίσθημα του ενός προς τον άλλο, που προκύπτει μεταξύ ίσων. Στους Προσωκρατικούς
λογίζεται ως κοσμολογική αρχή, ως τρόπος του Είναι και της τάξης. Στον Πλάτωνα συναντάμε μια στοχαστική
προσήλωση στις δυνατότητες και τα όρια της φιλίας ανάμεσα σε όμοιους και
ανόμοιους ανθρώπους, σε καλούς και σε κακούς. Υπ’ αυτό τον ορίζοντα αναπτύσσεται
γόνιμος προβληματισμός για τις μορφές του Φιλικού,
αυτού δηλαδή του πράγματος ή ανθρώπινου όντος που αγαπιέται, και δυνάμει αυτών
για το «πρώτο Φίλον» (Λύσις 219d1), δηλαδή το πρωταρχικό Φιλικό, το αληθινά Αγαπητό και Αγαπημένο, στη βάση του οποίου λέμε ότι
όλα τα άλλα είναι φιλικά και αγαπημένα. Μετά τον Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης αφιερώνει μια
πολύ εκτενή συζήτηση για την αρετή της φιλίας (ή μάλλον, στη φιλία που νοείται
ως αρετή) στα Ηθικά Νικομάχεια (VIII βιβλίο), θεωρώντας ότι έχει μεγάλη
σημασία για ηθικούς σκοπούς, δηλαδή για μια συγκεκριμένη ευτυχισμένη ζωή. Και
το ίδιο ενδιαφέρον στοχεύει και στο θέμα της φιλίας από τις ελληνιστικές
σχολές, που το καθιστούν μια από τις προϋποθέσεις της ευτυχισμένης ζωής· έτσι
ειδικά στον Επίκουρο, του οποίου το χρηστικό δόγμα δεν έχει ατομικιστικό αλλά
κοινοτικό χαρακτήρα. Και τούτο, γιατί το όφελος του ανθρώπου περνά από αυτό των
συνανθρώπων του και το να ζει κανείς σε μια κοινότητα φίλων είναι το μεγαλύτερο
όφελος. Ακόμη κι αν οι Στωικοί θεωρητικοποίησαν την
απομάκρυνση του σοφού από τα πάθη, έδιναν επίσης μεγάλη αξία στη σχέση φιλίας
μεταξύ των ανθρώπων, όχι για τις παθιασμένες και συναισθηματικές πτυχές της
(για να τηρούνται αυστηρά υπό έλεγχο γι' αυτούς), αλλά επειδή υποδηλώνει την
ικανότητα να υπερνικάει κανείς την ατομικότητά του και να απολαμβάνει τα κοινά
αγαθά του νου με έναν φίλο (έτσι, για παράδειγμα, στον Επίκτητο, Διατριβές,
II, 22). ΙΙΙ. Φιλία
και Έρως Ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο φιλοσοφικές έννοιες της φιλίας και του έρωτα, δηλαδή της φιλίας
και της αγάπης, υπάρχουν και
ομοιότητες και διαφορές: αμφότεροι οι όροι αναφέρονται τόσο σε μια κοσμική διάσταση όσο και σε μια ιδιωτική και προσωπική. Στην ελληνική κουλτούρα, μάλιστα, τόσο τα ριζώματα του
Εμπεδοκλή όσο και οι πολίτες που είναι ισάξιοι μεταξύ τους στην πόλη είναι
φίλοι (ή σε σύγκρουση). Όσοι συνδέονται με σχέσεις που εκφράζονται με όρους
έρωτα είναι τόσο οι κοσμογονικοί θεοί του μύθου όσο και δυο ερωτευμένοι
άνθρωποι. - Η φιλία όμως είναι ένα δυνατό συναίσθημα και σίγουρα δεν πρέπει να
γίνεται κατανοητή ως εξασθενημένη αγάπη: εκλαμβάνεται από τους Έλληνες ως
δεσμός μεταξύ ίσων, ο δε Έρωτας είναι από μόνος του μια μη στατικά ισορροπημέμη,
ισοζυγισμένη σχέση, τόσο λόγω της
διαφοράς μεταξύ των φύλων όσο και της διαφοράς μεταξύ εραστή και ερωμένου. Οι
τελευταίες τούτες δυο ελληνικές έννοιες είναι καθοριστικές για την κατανόηση
της έννοιας της αγάπης. - Όσο για τη ρίζα τους: αυτή της φιλίας είναι η
ομοιότητα που δίνει χαρά και ευχαρίστηση, η αρμονία που ισορροπεί και εξισορροπεί·
αντίθετα, η ρίζα του Έρωτα γίνεται αντιληπτή στον ελληνικό πολιτισμό ως ένα
ανοιχτό πρόβλημα, δύσκολο να λυθεί. Η συνέπεια είναι ότι η φιλία είναι πάντοτε επιθυμητή (ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Επίκουρος και άλλοι συμφωνούν, για
διαφορετικούς λόγους). Η Έρως, η αγάπη, αντίθετα, είναι ενοχλητικά και μπορεί
να μην είναι πάντα καθόλου επιθυμητά.