Nietzsche: Ελευθερία και Πολιτική
Friedrich Nietzsche
1844–1900
§1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Είναι κοινός τόπος ότι η φιλοσοφία του Νίτσε διακρίνεται για τον αινιγματικό και όχι λιγότερο πολεμικό χαρακτήρα της. Σε μια ορισμένη αναλογία προς αυτό τον χαρακτήρα, ο συγκεκριμένος φιλόσοφος αποτιμήθηκε, κατά κύριο λόγο, ως μηδενιστής, ελευθεριακός, ανελέητος πολέμιος του νεοτερικού ανθρωπισμού κ.λπ. Υπό το κράτος αυτών και άλλων χαρακτηρισμών φαίνεται να περνά σε δεύτερη μοίρα ο προσδιορισμός του ως πολιτικού φιλοσόφου.
Σχόλιο: Η κομματική πίστη που
δεν επιδέχεται αμφισβήτηση ούτε επιτρέπει αμφισβήτηση από άλλους αποτελεί για
το κόμμα τη θρησκευτική του
αρχή. Υπό την ισχύ αυτής της αρχής περισσεύει, μέσα στις γραμμές
ενός κόμματος, η ελεύθερη ανάπτυξη της σκέψης και της δράσης. Τα παραδείγματα
είναι ουκ ολίγα: ας κοιτάξει κανείς δίπλα και γύρω του. Γι’ αυτό και κατά
κανόνα το κόμμα ως τέτοιο συγκεντρώνει αστόχαστες μετριότητες, των οποίων η μόνη εκδήλωση
«στοχασμού» είναι η οργάνωση
του ιδίου οφέλους ή, στην πιο αγνή περίπτωση, η υπηρέτηση –ίσως μη-συνειδητά–
αλλότριων συμφερόντων. Όπως σημειώνει στο κείμενο που ακολουθεί ο
Νίτσε, ο άνθρωπος του κόμματος είναι
δειλός, αξιολύπητος υπηρέτης του κομματικού συμφέροντος. Όταν όμως
θυσιάζεται άκριτα γι’
αυτό το συμφέρον παρουσιάζεται προς τα έξω ως μάρτυρας.
2. Ο Μάρτυρας παρά τη θέλησή του: Σε ένα
κόμμα υπήρχε ένας άνθρωπος που ήταν πολύ φοβητσιάρης και δειλός, έστω και για
να αντιλογήσει στους συντρόφους του: τον χρησιμοποιούσαν για κάθε δουλειά,
ζητούσαν και επιτύγχαναν τα πάντα απ’ αυτόν, επειδή ο ίδιος φοβόταν την κακή
γνώμη που θα σχημάτιζαν γι’ αυτόν οι σύντροφοί του περισσότερο από τον θάνατο· ήταν
μια αξιολύπητη, αδύναμη ψυχή. Οι άλλοι το γνώριζαν αυτό και με βάση τις
αναφερθείσες ιδιότητές του τον έκαναν αρχικά ήρωα και τελικά μάρτυρα. Αν και ο
δειλός άνθρωπος μέσα του έλεγε πάντα Όχι, με τα χείλη του έλεγε πάντα Ναι,
ακόμη και πάνω στο ικρίωμα, όταν πέθανε για τις ιδέες του κόμματός του: πλάι
του στεκόταν ένας από τους παλιούς συντρόφους του που τον τυραννούσε τόσο πολύ
με τα λόγια και το βλέμμα, ώστε υπέμενε πραγματικά τον θάνατο με τον πιο ευπρεπή
τρόπο, και έκτοτε εξυμνήθηκε ως μάρτυρας και ως σπουδαίος χαρακτήρας (Ό.π., 73).
Σχόλιο: Τι ωφελεί η ηθική
υποταγή στις κομματικές εντολές, όταν το έργο του κόμματος όχι μόνο αποβλακώνει τα άτομα και παράγει δήμιους,
δούλους, υπήκοους, αλλά καταστρέφει ολοσχερώς και την ελεύθερη σκέψη της κοινωνίας. Αυτή ακριβώς η
ηθική του δούλου στερεί τον κομματιστή από κάθε πρωτοτυπία λόγου και σκέψης,
από κάθε πρωτοβουλία δράσης, εκτός από μία: την πλήρη απογύμνωση του
εαυτού εν ονόματι ψευδαισθήσεων ή αυταπατών ότι υπηρετώντας το κομματικό
συμφέρον προσφέρει έργο στην ολότητα των ανθρώπων. Στην πραγματικότητα όμως αποβαίνει
ένας άβουλος, που είναι δέσμιος της ψευδούς συνείδησής του και αντιμετωπίζει τη
ζωή με ανεστραμμένη λογική: είναι δειλός και παρουσιάζεται ως μάρτυρας, ως
ήρωας.
3. Να ζητάς να σου δίνουν τον λόγο: Κοινό
στοιχείο σε όλα τα σημερινά πολιτικά κόμματα είναι ο δημαγωγικός χαρακτήρας και
η πρόθεση να επηρεάζουν τις μάζες: λόγω αυτής της πρόθεσης, όλα είναι
υποχρεωμένα να μετατρέπουν τις αρχές τους σε μεγάλες τοιχογραφίες ανοησιών και
να τις ζωγραφίζουν έτσι στον τοίχο. Σε τούτο τίποτα πλέον δεν μπορεί να
αλλάξει, είναι πράγματι περιττό ακόμη και ένα δάκτυλο μόνο να σηκώνεις ενάντιά
του· γιατί σ’ αυτό τον χώρο των κομμάτων ισχύει αυτό που λέει ο
Βολταίρος: όταν αρχίζει να
σκέπτεται ο λαός, όλα είναι χαμένα [για τους κομματιστές] (ό.π., §438).
4. Φθόνος και νωθρότητα σε διαφορετική
κατεύθυνση: –Τα δύο αντίπαλα κόμματα, το σοσιαλιστικό και
το εθνικό –ή όπως αλλιώς ονομάζονται στις διάφορες χώρες της Ευρώπης– είναι
αντάξια το ένα του άλλου: φθόνος και οκνηρία είναι οι κινητήριες δυνάμεις σε
αμφότερα. Σε εκείνο το στρατόπεδο –το σοσιαλιστικό– θέλουν να εργάζονται
χειρωνακτικά όσο γίνεται λιγότερο, ενώ σε τούτο –το εθνικό– πνευματικά όσο
γίνεται λιγότερο· στο τελευταίο τούτο στρατόπεδο μισούν και φθονούν
τα εξέχοντα άτομα που αναπτύσσονται από μόνα τους, που χρωστούν τη
μεγαλοσύνη τους στους ίδιους τους εαυτούς τους και δεν είναι διατεθειμένα να
τεθούν σε ζυγό για να υπηρετήσουν τους σκοπούς μιας μαζικής δράσης· στο
πρώτο στρατόπεδο μισούν και φθονούν την καλύτερη κάστα της κοινωνίας, η οποία
εξωτερικά, από άποψη υλικών συνθηκών, είναι σε πιο ευνοϊκή θέση και που η
αυθεντική της αποστολή, δηλαδή η παραγωγή των ύψιστων αγαθών του πολιτισμού,
καθιστά την εσωτερική της ζωή πιο δύσκολη και επίπονη ... Ζήστε ως ανώτεροι
άνθρωποι και ασχοληθείτε πάντοτε με τα έργα της ανώτερης κουλτούρας, – τότε
καθετί το ζωντανό σ’ αυτή θα αναγνωρίσει τα δίκια σας, και η τάξη, δηλαδή η
οργάνωση, η διάταξη, της κοινωνίας, της οποίας αποτελείτε την κορυφή, θα
είναι άτρωτη από κάθε κακό μάτι ή χέρι. (ό.π., § 479)
Σχόλιο: Εδώ ο Νίτσε με θαυμαστή
ακρίβεια λόγου και νοημάτων ομιλεί ως ένας σύγχρονος στοχαστής ενάντια στην
πανταχού παρούσα μαζοποίηση
(=ισοπέδωση) της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Σε τούτη τη μαζοποίηση πρωταγωνιστούν τα κόμματα και οι
διάφορες οργανώσεις συντεχνιακών συμφερόντων, που ταξινομούνται σε δυο
κατηγορίες: στα κόμματα και κομματίδια κάθε είδους «σοσιαλισμού», αυτά που σήμερα αυτοβαπτίζονται σοσιαλδημοκρατικά,
σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά κ.λπ. και στα εθνικά,
σ’ αυτά που με σημερινή ορολογία αυτοχαρακτηρίζονται «πατριωτικά», κεντροδεξιά,
εθνικά, εθνικιστικά κ.λπ.. Ως πρωταγωνιστές αυτού του είδους συντελούν στην απολίθωση του βίου, στη ζωοποίηση των
ανθρώπων και όχι στην πραγματική απελευθέρωσή τους, εν τέλει στην κατάλυση της
αυθεντικά ελεύθερης ανάπτυξης του ανθρώπου-πολίτη. Η εν λόγω μαζοποίηση συνεπώς
συντρίβει την ατομικότητα. Ενάντια σε τούτη τη συντριβή στρέφεται η παρότρυνση
των τελευταίων γραμμών για την εξύψωση
στο ελεύθερο πνεύμα. Η ελευθερία
του πνεύματος αποτελεί τον πρώτο μεγάλο προσδιορισμό της έννοιας του φιλόσοφου, όπως τον ξανασκέφτεται ο
Νίτσε. Μεταφράζει στην πράξη τον ξεχωριστό του χαρακτήρα, ανεπίκαιρο για την
αγέλη, και το θάρρος του, την ικανότητά του να αντιμετωπίζει το άγνωστο με μια
αυθεντική και ριζοσπαστική αμφισβήτηση. Γράφει σχετικά στο προαναφερθέν έργο
του (Ι, §225):
«Ελεύθερο πνεύμα είναι ο άνθρωπος που σκέφτεται
διαφορετικά απ’ αυτό που αναμένεται από αυτόν λόγω της καταγωγής του, του περιβάλλοντός
του, της τάξης του και του λειτουργήματός του ή λόγω των επικρατουσών απόψεων
της εποχής του. Αυτός είναι η εξαίρεση, τα αλυσοδεμένα πνεύματα είναι ο κανόνας
[…]. Αυτό που χαρακτηρίζει το ελεύθερο πνεύμα δεν είναι ότι έχει πιο σωστές
απόψεις, αλλά ότι έχει απελευθερωθεί από την παράδοση, είτε με επιτυχία είτε με
αποτυχία. Κατά κανόνα όμως έχει την αλήθεια με το μέρος του ή τουλάχιστο το
πνεύμα της αναζήτησης της αλήθειας: ζητάει λόγους, ενώ οι άλλοι [=οι
κομματιστές] ζητούν πίστη».