Οι ακαδημαϊκές επιδόσεις είναι θέμα....DNA


Βρισκόμαστε μια ανάσα από την έναρξη της φετινής χρονιάς, καθώς τα σχολεία ανοίγουν αύριο, κάτω από δύσκολες και ασυνήθιστες συνθήκες. Όλοι ευχόμαστε «καλή επιτυχία», αν και η επιτυχία σαν ορισμός, είναι πάντα καλή. 

Τι είναι αυτό όμως που καθορίζει την επιτυχία;

Κατά κοινή ομολογία, ποικίλοι παράγοντες αυξάνουν την πιθανότητα επιτυχίας ενός παιδιού στο σχολείο, όπως το να έχει οικονομικά εύρωστους γονείς, που μπορούν να του προσφέρουν φοίτηση σε ένα πρότυπο ακαδημαϊκό ίδρυμα και να επωμισθούν γενικά το βάρος της εκπαίδευσης, προκείμενου ο γόνος τους να προοδεύσει στην τάξη και κατ’ επέκταση στην κοινωνία. 

ή μήπως όχι;

Εν εξελίξει έρευνες φέρνουν στο φώς τα νεότερα δεδομένα ενός διαφορετικού ενδεχόμενου. Μία «ενοχλητική» πιθανότητα για πολλούς, που δεν πίστευαν ποτέ ότι σιγά σιγά θα καταρριφθεί ο μύθος από τους επιστήμονες, οι οποίοι είναι σε θέση πια να εντοπίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια, τους γενετικούς δείκτες, που σχετίζονται με τις ακαδημαϊκές επιδόσεις. 

Για να επιτευχθεί αυτό, η ερευνητική κοινότητα στράφηκε σε μια σχετικά νέα γενετική προσέγγιση που ονομάζεται «Πολυγονιδιακή Βαθμολογία». Η εν λόγω τεχνική, αξιολογεί την πιθανότητα ενός ατόμου για ένα συγκεκριμένο μέλλον, βάσει ενός συνδυασμού γενετικών μεταβλητών, αναζωπυρώνοντας έτσι τη διαμάχη με όσους επιμένουν ότι η επιτυχία ή η αποτυχία, είναι πρωτίστως θέμα κοινωνικών, οικονομικών και άλλων περιβαλλοντικών παραγόντων. 

Με άλλα λόγια, η απάντηση βρίσκεται στο DNA, η πολυπλοκότητα του οποίου, καθιστά τον καθένα από εμάς, ένα ξεχωριστό ον. 

Η συγκεκριμένη προσέγγιση, χρησιμοποιείται ήδη από ορισμένους επιστήμονες για να εκτιμήσουν παραδείγματος χάριν, την τάση του ανθρώπου για παχυσαρκία ή τον κίνδυνο καρκίνου. Ωστόσο, σήμερα, αυτή η τεχνική διερευνάται και εκτός ιατρικού πλαισίου, για την πρόβλεψη της ακαδημαϊκής ή αθλητικής επιτυχίας.

Προσοχή όμως, δεν υπάρχει τίποτα φυλετικό ή ρατσιστικό σε αυτή την προσέγγιση των επιστημόνων και μάλιστα, προς το παρόν τουλάχιστον, η επιστήμη βασίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε δεδομένα που συλλέγονται από άτομα με ευρωπαϊκή καταγωγή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι στο μέλλον, η επέκταση των ερευνών δεν θα ενισχύσει κατά κάποιον τρόπο, τις ανισότητες στην εκπαίδευση. Αλλά αυτό είναι θέμα για  μελλοντικές συζητήσεις, με βάση τα νεότερα δεδομένα. 

Επίσης, οι συγκεκριμένες μελέτες,  δεν ασχολούνται με το IQ των ανθρώπων, διότι είναι πλέον γνωστό ότι ο βαθμός ευφυΐας, δεν σχετίζεται απαραίτητα με τις επιδόσεις στο σχολείο. 

Τρανταχτό παράδειγμα τούτου, αποτελεί ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ο οποίος είχε κριθεί  ως ένας «μέτριος» μαθητής- σχετικά με το μέλλον που όλοι γνωρίζουμε- εκτός από τα μαθηματικά και τη φυσική. Ένας καθηγητής μάλιστα του είχε πει κάποτε ότι  «Θα ήταν ευγενικό από μέρους σου, αν κάποια μέρα μας άδειαζες τη γωνιά. Η παρουσία σου, η ονειροπαρμένη και αδιάφορη στάση σου, απέναντι σε όλα εκείνα που προσπαθούμε εδώ να σου μάθουμε, υποσκάπτει το σεβασμό όλης της τάξης».

Άλλα παραδείγματα εξεχουσών προσωπικοτήτων της παγκόσμιας διανόησης που είναι γνωστό ότι στο σχολείο ήταν οι χειρότεροι μαθητές, είναι και ο Χένρυ Κίσσινγκερ που πήρε το βραβείο Νόμπελ για την ειρήνη το 1973, αλλά και ο Έντισον  που μπροστά σε όλη την τάξη, ο δάσκαλός του τον είπε «κουφιοκέφαλο», με αποτέλεσμα να διακόψει ολοκληρωτικά το σχολείο.

«Βαθμολογία» και στο DNA

Το πόσο θα προοδεύσουμε λοιπόν, εξαρτάται από το DNA μας, σύμφωνα και με την Κάθριν Πέιτζ Χάρντεν, καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τέξας, που ηγείται εργαστηρίου με χρήση γενετικών μεθόδων για τη μελέτη των ριζών της κοινωνικής ανισότητας.

Η Χάρντεν ισχυρίζεται ότι η μέθοδος που χρησιμοποιείται βασίζεται στην στατιστική, σε συνδυασμό με μια ευρεία μελέτη του DNA. Αφορά έναν  μεγάλο αριθμό ανθρώπων, με παρόμοιο γενετικό υπόβαθρο και μετρά τις γενετικές διαφορές, οι οποίες είναι εκατομμύρια και διάσπαρτες μέσα στις ακολουθίες το DNA. 

Η συνέχεια της μελέτης περιλαμβάνει τη συσχέτιση αυτών των διαφοροποιήσεων με τα χρόνια της εκπαίδευσης στο σχολείο, ενώ τα συγκριτικά αποτελέσματα, οδηγούν σε ένα νούμερο, μια «Πολυγονιδιακή Βαθμολογία», που προβλέπει το μέλλον σχετικά με την σχολική πρόοδο. Όσο μεγαλύτερη βαθμολογία επιτυγχάνει ένα δείγμα, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητας έχει να πετύχει στις επιδόσεις του στην εκπαίδευση.  

Ωστόσο, αυτό δεν προκαλεί έκπληξη, διότι έχει αποδειχθεί και από άλλες μελέτες στο παρελθόν, ότι υπάρχει γονιδιακή συσχέτιση σε πανομοιότητα δίδυμα, για το πώς θα εξελιχθούν στο σχολείο. 

Όσον αφορά το πόσες γονιδιακές παραλλαγές υπάρχουν, η Χάρντεν υποστηρίζει ότι έχουν εντοπιστεί πάνω από 1.000 διάσπαρτες μέσα στο DNA μας και κάθε μια από αυτές έχει μια μικρή επίδραση, που όμως μπορεί να κάνει τη διαφορά. 

Δεν προοδεύουν τελικά μόνο οι «τυχεροί»  

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι σύμφωνα με τις μελέτες της «πολυγονιδιακής βαθμολογίας», το οικογενειακό εισόδημα επηρεάζει μόνο κατά 7- 11% το μέλλον μας, όσον αφορά την πρόοδο. 

Πράγματι, έχουμε δει πολλούς ανθρώπους που η «τύχη» τους ευνόησε να φοιτήσουν στα καλύτερα σχολεία, στα περιζήτητα Πανεπιστήμια, να πετύχουν τις καλές θέσεις εργασίας και να ζουν μια ευτυχισμένη και άνετη ζωή. Παιδιά με την ίδια «τύχη» όμως, έχουν βρεθεί και χωρίς καμία κατάρτιση, σε δεινή κατάσταση μεγαλώνοντας, όχι μόνο να μην έχουν προοδεύσει, αλλά να έχουν αφήσει αναξιοποίητα ή ακόμη και να έχουν καταστρέψει, όλα όσα τους κληροδότησαν οι γονείς τους.  

Αντιθέτως, πόσες φορές μιλάμε με θαυμασμό και εκτίμηση για παιδιά που διαπρέπουν στη ζωή, παρόλο που προέρχονται από χαμηλά κοινωνικά στρώματα, με γονείς σχεδόν χωρίς καμία ακαδημαϊκή μόρφωση και δίχως αξιόλογη οικονομική επιφάνεια. Παιδιά που διαβάζουν στα σκοτεινά, στο χωράφι, ακόμα και στη δουλειά…. 

Δεν χρειάζεται λοιπόν να μεγαλώσεις στα «πούπουλα», για να πας καλά στο σχολείο ή να επιτύχεις στη ζωή. Αρκεί η θέληση και «τύχη» στο… DNA. 

Με το καλό και η φετινή σχολική χρονιά!

Μαρία Βε
m.ve@naftemporiki.gr

Σχόλια