Οι γίγαντες της τεχνολογίας έστησαν το μεγαλύτερο λόμπι στην ΕΕ
Μία νέα έρευνα των οργανώσεων Corporate Europe Observatory και LobbyControl, δείχνει ότι οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας ξοδεύουν πλέον ποσά-ρεκόρ γι
Μία νέα έρευνα των οργανώσεων Corporate Europe Observatory και LobbyControl, δείχνει ότι οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας ξοδεύουν πλέον ποσά-ρεκόρ για την άσκηση πίεσης στους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αγγίζοντας τα 100 εκατ. Ευρώ και ξεπερνώντας κάθε άλλο τομέα της ιδιωτικής οικονομίας.
Η ραγδαία αυτή αύξηση των χρημάτων που ξοδεύει το λόμπι των εταιρειών του λεγόμενου «Big Tech», έρχεται την ώρα που η ΕΕ συζητά την αυστηροποίηση των κανονισμών για τη λειτουργία των εταιρειών τεχνολογίας μέσω των νομοσχεδίων Digital Services Act (DSA) και Digital Markets Act (DMA).
Η έρευνα, που τιτλοφορείται «Το δίκτυο του Λόμπι, ο ιστός επιρροής του Big Tech στην ΕΕ», παρέχει μία λεπτομερή ανάλυση της δύναμης επιρροής των τεχνολογικών εταιρειών στη ΕΕ, χαρτογραφώντας τους «μεγαλύτερους παίκτες», τα δίκτυά τους και τις χώρες από τις οποίες προέρχονται. Αποκαλύπτει τους προϋπολογισμούς που διαθέτουν για την άσκηση πίεσης, αλλά και το πώς αυτή επηρεάζει τις συζητήσεις και τις αποφάσεις της ΕΕ στο πλαίσιο των νέων νομοθετημάτων για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, 612 εταιρείες, ομάδες και εταιρικές οργανώσεις δραστηριοποιούνται ενεργά στην άσκηση πίεσης για την διαμόρφωση των πολιτικών της ΕΕ για την ψηφιακή οικονομία. Όλες μαζί, ξοδεύουν τουλάχιστον 97 εκατ. Ευρώ ετησίως, με δέκα εταιρείες να δίνουν τη μερίδα του λέοντος αυτών των χρημάτων, φτάνοντας τα 32 εκατ. Ευρώ. Οι δέκα αυτές εταιρείες είναι οι: Vodafone, Qualcomm, Intel, IBM, Amazon, Huawei, Apple, Microsoft, Facebook και Google.
Μία σύγκριση των δέκα μεγαλύτερων εταιρειών στους διαφορετικούς τομείς της οικονομίας, δείχνει πως το λόμπι των εταιρειών τεχνολογίας έχει πλέον μεγαλύτερη ισχύ από αυτά των βιομηχανιών του φαρμάκου, του αυτοκινήτου και του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Το 20% των εταιρειών που ασκούν πίεση στην ΕΕ για ζητήματα ψηφιακής πολιτικής, έχουν την έδρα τους στις ΗΠΑ, αν και ο αριθμός τους είναι πιθανό να είναι μεγαλύτερος από ό,τι φαίνεται. Λιγότερο από το 1% έχουν τα γραφεία τους στην Κίνα ή το Χονγκ Κονγκ, κάτι που υποδεικνύει ότι οι κινεζικές εταιρείες δεν έχουν ακόμα επενδύσει στο λόμπινγκ στην ΕΕ τόσο ισχυρά όσο οι αντίστοιχες αμερικάνικες.
Το λόμπινγκ των εταιρειών τεχνολογίας έχει σημαντικό αντίκτυπο στη λήψη αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ και τους παρέχουν προνομιακή πρόσβαση. Υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Κομισιόν είχαν περισσότερες από 271 συναντήσεις με αντικείμενο τους νέους κανονισμούς για την ψηφιακή οικονομία από τον Νοέμβριο του 2019. Το 75% αυτών των συναντήσεων ήταν με λομπίστες της ψηφιακής βιομηχανίας, ενώ μόλις το 19% ήταν με ενώσεις καταναλωτών, μη κυβερνητικές οργανώσεις και συνδικαλιστικές ενώσεις. Τις περισσότερες συναντήσεις είχαν λομπίστες που εκπροσωπούσαν την Google, την Facebook και την Microsoft.
Η Μαργκαρίντα Σίλβα, ερευνήτρια του Corporate Europe Observatory, δήλωσε: «Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι το λόμπινγκ, ειδικά από τους τεχνολογικούς γίγαντες των ΗΠΑ, έχει έναν στόχο: να αποκρούσει οποιουσδήποτε αυστηρούς κανόνες θα μπορούσαν να επηρεάσουν το εταιρικό μοντέλο και τα περιθώρια κέρδους του Big Tech. Από τη δημοκρατική σκοπιά, αυτοί οι τεράστιοι προϋπολογισμοί πίεσης είναι βαθιά ανησυχητικοί και μη υγιείς. Οι προσπάθειες για ρύθμιση της ψηφιακής οικονομίας έχουν τη δυνατότητα να παραδώσουν ένα καλύτερο ίντερνετ — που θα υπηρετεί τους πολίτες, τις μικρές επιχειρήσεις και τις κοινότητες. Είναι καίριο να αναμειχθούν στις συζητήσεις για τη λήψη αποφάσεων οι ανεξάρτητες φωνές και οι πολίτες, για να σιγουρευτούμε πως οι εταιρικοί λομπίστες δεν θα σχηματίσουν το μέλλον της τεχνολογίας».
Κατηγορίες:
Σχόλια