Οικισμοί που σβήστηκαν από τον χάρτη

Ανθησαν μέχρι και τη δεκαετία του 1980 στην ορεινή Τριχωνίδα και ζωντάνευαν στη διάρκεια του καλοκαιριού ή του χειμώνα


 Ανθησαν μέχρι και τη δεκαετία του 1980 στην ορεινή Τριχωνίδα και ζωντάνευαν στη διάρκεια του καλοκαιριού ή του χειμώνα

Σε μια απότομη στροφή του επαρχιακού δρόμου Θέρμου – Διπλατάνου της ορεινής Τριχωνίδας, περίπου δέκα λεπτά πριν από το χωριό Διπλάτανος, οι κορφές των βουνών σχηματίζουν ένα γούπατο και μαζί μια πιο ζεστή ατμόσφαιρα. Κάπου εκεί, στο κακοτράχαλο έδαφος διακρίνεται ένα μικρό πέτρινο σπιτάκι και γύρω του θάμνοι, μερικές μουριές και σκορπισμένες πέτρες.

Κανένας περαστικός δεν μπορεί να φανταστεί ότι ακόμη και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, σκαρφαλωμένος στους γκρεμούς αυτούς που βλέπουμε σήμερα, βρισκόταν ο οικισμός Βεζύρη με περίπου 10 σπίτια. Ηταν το χειμερινό καταφύγιο για τουλάχιστον τέσσερις μήνες κάποιων κατοίκων του Διπλατάνου, που τότε έσφυζε από ζωή.

«Διακρίνετε εκείνη τη μουριά καμιά δεκαριά μέτρα από τον δρόμο; Εκεί έβρισκα την ευκαιρία να ξεκουραστώ από τις καθημερινές εργασίες που είχε η ζωή όταν ήμουν παιδί», μας αναφέρει ο Θεοφάνης Τσεντζέλης, που είχε σταματήσει το αυτοκίνητό του στην άκρη του δρόμου, φέρνοντας στη μνήμη στιγμές απ’ τα παλιά.

Στον οικισμό αυτόν ζούσαν περισσότερες από 8 μεγάλες σε αριθμό οικογένειες, και δεν ήταν ο μόνος στην περιοχή. Το Πουρί, οι Αρδαλλές, ο Ιταμος, η Κοπρισιά ήταν μερικοί από τους οικισμούς που ζωντάνευαν στη διάρκεια του καλοκαιριού ή του χειμώνα από κατοίκους που είχαν ως βάση τον Διπλάτανο και άλλα μεγαλύτερα χωριά της περιοχής, οι οποίοι επέλεγαν να μετακινηθούν για λόγους που είχαν σχέση με τις καιρικές συνθήκες, το νερό και τις καλλιέργειες. Για το χειμαδιό ή το ξεκαλοκαιριό, όπως έλεγαν.

Οι κάτοικοι των οικισμών ήταν συνήθως συγγενείς μεταξύ τους, αδελφοξαδέλφια, που μπορεί να έφταναν σε αριθμό ακόμη και τους 50, καθώς εκείνη την εποχή οι οικογένειες ήταν πολυμελείς. Διασκορπισμένοι ανάμεσα στη Μεγάλη Πλαγιά, στη Σκαφιδούλα, στο Μαλοβούνι και στη Μεγάλη Ράχη, οι οικισμοί άνθησαν μέχρι και τη δεκαετία του 1980 και μετά σταδιακά έσβησαν από τον χάρτη. Εμειναν μόνο κάτι πέτρες στα γκρεμνά ή σε κάποιες άλλες περιπτώσεις καλύφθηκαν από τη φύση με το πέρασμα των χρόνων και, καθώς φεύγουν και οι άνθρωποι που μεγάλωσαν εκεί, χάνονται και από την ιστορία του τόπου, διότι ελάχιστες είναι οι γραπτές αναφορές. «Η ζωή δεν ήταν εύκολη. Ο ένας όμως βοηθούσε τον άλλο. Εχουμε τις καλύτερες αναμνήσεις. Ημασταν όλοι μια οικογένεια, καθώς υπήρχε αλληλεγγύη και αγάπη».

Καθώς βγάζει μια φωτογραφία με το κινητό του τηλέφωνο, μας αναφέρει πως η επικοινωνία την εποχή εκείνη ανάμεσα στα χωριά γινόταν μέσω του τηλεφωνείου και προκαθορισμένων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, με μετρητή σε αρκετές περιπτώσεις μια μεγάλη κλεψύδρα ενός τρίλεπτου.

«Οτι θα φτάναμε από το μεγάλο κουρδιστό τηλέφωνο στο έξυπνο κινητό που έχουμε όλοι μας σήμερα, κανένας δεν μπορούσε να διανοηθεί στα νιάτα μας. Μαζί όμως με τα τεχνολογικά αυτά άλματα, κάπου χάθηκε και η πραγματική ανθρώπινη επικοινωνία. Ας ελπίσουμε ότι τα εγγόνια μας θα βρουν τη χρυσή τομή και η ισορροπία θα επανέλθει. Μακάρι όμως να το είχαμε τότε, γιατί πέρα από την επικοινωνία θα είχαμε αποτυπώσει και τη ζωή μας σε φωτογραφίες να τη δείχνουμε στα εγγόνια μας, που σήμερα είναι εννέα», μας αναφέρει με χαμόγελο.

Για την ιστορία, ο Διπλάτανος βρίσκεται σε υψόμετρο 850 και υπάγεται στον Δήμο Θέρμου της Αιτωλοακαρνανίας. Με φόντο το φράγμα του Ευήνου, τα μακρινά Βαρδούσια και τον Καρφοπεταλιά, είχε φτάσει να έχει 250 κατοίκους πριν από περίπου έξι δεκαετίες. Τότε που ολοκληρωνόταν η μετανάστευση πολλών Διπλατανιωτών για χώρες του εξωτερικού, κυρίως για Αμερική και Αυστραλία.

Οι Διπλατανιώτες της Αμερικής στην πορεία του χρόνου διακρίθηκαν και διακρίνονται για το έργο τους και την προσφορά τους στην ομογένεια και στον τόπο καταγωγής τους, που σήμερα κατοικείται από περίπου 10 μόνιμους κατοίκους, ακολουθώντας την πορεία ερήμωσης πολλών χωριών της υπαίθρου.
Η νέα γενιά και η ελπίδα

Η νέα γενιά που έρχεται κάποιες μέρες τα καλοκαίρια και η μοναδική φιλοξενία των μεγαλυτέρων αποτελεί την ελπίδα ότι ο τόπος αυτός δεν θα ακολουθήσει την πορεία των γύρω οικισμών και θα καταφέρει να παραμείνει ζωντανός στο πέρασμα του χρόνου.

Αλέκος Λιδωρίκης
Σχόλια