Κέλσος: ο "Αληθής Λόγος" - κατά χριστιανών
Κέλσος
Ο Αληθής Λόγος:
Για την υπεράσπιση του Ελληνικού Λόγου
§1
Εισαγωγικές
παρατηρήσεις
Ποιος είναι ο Κέλσος; Είναι
εθνικός-εκλεκτικός φιλόσοφος της ύστερης αρχαιότητας: 2ος αι. μ.Χ. Εθνικός υποδηλώνει
προσήλωση στα Πάτρια, στην προγονική
κληρονομιά έναντι του ανερχόμενου χριστιανικού δόγματος. Εκλεκτικός σημαίνει
πως δεν ανήκει σε κάποια ειδική σχολή που πρεσβεύει μια θεωρητική
διδασκαλία και συγκρούεται με μια άλλη σχολή διαφορετικής θεωρητικής
κατεύθυνσης, αλλά σταχυολογεί θέσεις ή και αντι-θέσεις από τα διάφορα
φιλοσοφικά συστήματα με κριτήριο τη συγκρότηση, κατά βάση, ενός ηθικο-πρακτικού
οδηγού για την αντιμετώπιση της ασταθούς ζωής, για μια αποτελεσματική
τέχνη του ζην σε εποχές πλήρους αβεβαιότητας του ανθρωπίνως υπάρχειν.
Η εν λόγω αβεβαιότητα δεν χαρακτηρίζει μόνο την ατομικότητα
των ανθρώπων εν γένει, αλλά και την ίδια την πολιτεία, την τότε ρωμαϊκή
αυτοκρατορία. Γι’ αυτό, εν πολλοίς, ευνοείται και η διάδοση νέων
θρησκευτικών δογμάτων, όπως εκείνο του χριστιανισμού με όλα τα παρακλάδια του,
τις αποκλίσεις ή τις αιρέσεις του. Στην περίπτωση της ταχύτατης ανόδου και
καθίδρυσης του χριστιανισμού συνέβη ό,τι συμβαίνει σε εποχές οντολογικού
μηδενισμού σύμπασας της ζωής ατόμων, κοινωνίας και πολιτείας:
αναζήτηση έξωθεν στηριγμάτων, ανθεκτικής παρηγοριάς, ευρείας
αλληλεγγύης, ανεξάρτητα από το αν όλα τούτα έχουν ρεαλιστική βάση και
εξυψώνουν την ανθρωπότητα/τον άνθρωπο ή είναι γενικές θεωρητικολογίες και
την/τον περιφρονούν, καταπώς μας λέει και ο Νίτσε. Ο χριστιανισμός, με το
θρησκευτικό του μήνυμα, ήθελε να ενσαρκώσει ένα τέτοιο πνεύμα, βρίσκοντας το
αντίστοιχο πρόσφορο κλίμα, και έτσι έφτασε σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας να
γίνει κρατική θρησκεία.
Αληθής Λόγος και χριστιανισμός
Οι πολύμορφες συγκρούσεις ανάμεσα στους
εθνικούς και στον χριστιανισμό δεν λένε τώρα να κατασιγάσουν. Στο θεωρητικό
μέτωπο αυτών των συγκρούσεων ανήκει και το έργο του Κέλσου Αληθής
Λόγος. Η πυρωμένη λάβα του φανατισμού της
νέας θρησκείας είχε ως συνέπεια την καταστροφή σημαντικών κειμένων των
εθνικών συγγραφέων και φιλοσόφων. Και το ως άνω έργο του Κέλσου καταστράφηκε,
αλλά εν τέλει ανασυντέθηκε από αντίστοιχους μελετητές κατά τα 2/3 περίπου, με
βάση τις παραθέσεις αυτούσιων αποσπασμάτων ή φράσεων του κειμένου του, που
βρίσκουμε στο έργο του Ωριγένη Κατά Κέλσου. Με τούτο το
έργο, ο Ωριγένης επιχείρησε να ανασκευάσει φράση προς φράση, παράγραφο προς
παράγραφο, σημείο προς σημείο, την αντιχριστιανική πολεμική του Κέλσου. Ετούτη
η πολεμική φιλοδοξεί να ξεφύγει από το χαμηλό σχετικά επίπεδο των
έως τώρα αντιμαχιών των διαφόρων λογίων με τον χριστιανισμό. Εάν πολλοί
λόγιοι διακωμωδούσαν συνήθως αφελείς αντιλήψεις των χριστιανών
ή την ακρισία της ευπιστίας τους, ο Κέλσος προσβλέπει
περισσότερο σε μια φιλοσοφικο-ιστορική αντιμετώπιση του νέου δόγματος, στηριζόμενος θεμελιωδώς
στο ελληνικό πνεύμα. Ο ίδιος, κατά τις υπάρχουσες
μαρτυρίες, ήταν πλατωνιστής και επιχειρεί, γράφοντας αυτό το
έργο του κατά το 180 περίπου μ.Χ., να αναδείξει τους ουσιώδεις καθορισμούς της
ελληνικής θρησκείας με βάση τον ανοικτό
της χαρακτήρα και σε αντιπαράθεση με τη δογματική περιχαράκωση των
χριστιανικών κοινοτήτων. Καθετί το άλογο, σε επίπεδο πίστης,
δέχεται τα πυρά του Κέλσου και μάλιστα σε μια εποχή, όπου ένα τέτοιο
άλογο/παράλογο, σε παραλλαγές κατά περίπτωση, συνιστά την πνευματική
τροφή των πιο καθυστερημένων στρωμάτων του πληθυσμού της ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας.
Βασικές
θέσεις
1. Ο χριστιανοί συνασπίζονται σε
κοινότητες με βάση μυστικούς κανόνες και χρησιμοποιούν
την αγάπη για να αντιμετωπίσουν τους εξωτερικούς κινδύνους με
πνεύμα μιας περίκλειστης συντροφικότητας. Το θρησκευτικό τους δόγμα
χαρακτηρίζεται ως βάρβαρο και τούτο κρινόμενο από
τη σκοπιά της αρετής των Ελλήνων. Συναφώς, η ηθική τους
διδασκαλία δεν παρουσιάζει τίποτα το πρωτότυπο, συγκριτικά με άλλες φιλοσοφίες,
παρά μόνο διάφορες δοξασίες απόκρυφου
χαρακτήρα, αποφεύγοντας έτσι να φέρουν στο φως τον αληθινό χαρακτήρα της
πίστης τους ή να τον θέσουν υπό δια-λογική επεξεργασία/ερμήνευση.
2. Η χριστιανική διδασκαλία εδραιώνει αυτές
τις απόκρυφες δοξασίες και τις ποικίλες λατρευτικές εκδηλώσεις,
εκμεταλλευόμενη την ευπιστία και την αφέλεια των
πιο χαμηλών στρωμάτων της κοινωνίας αλλά και τη γενικευμένη σήψη της. Δεν
επιχειρηματολογεί με βάση το λόγο, αλλά θέτει σε κυκλοφορία δογματικά
εφευρήματα του τύπου: «πίστευε και μη ερεύνα», «η πίστη σου θα σε
σώσει», «κακό στον κόσμο η σοφία και καλό η μωρία/απλοϊκότητα». Στο
πλαίσιο μιας τέτοιας απλοϊκότητας των πάντων, τα «θαύματα» του Ιησού δεν είναι
άλλο από μαγικά τεχνάσματα, αλλά
προβάλλονται ως θέλημα του θεού και ως τεκμήρια της δύναμής του.
3. Σε
κείμενο που χάθηκε, ο Κέλσος αντιπαραθέτει
την κριτική σκέψη των Ελλήνων στην αμορφωσιά και την απαιδευσία των
χριστιανών. Στη συνέχεια αποτιμά όλη την κυκλοφορούσα επιχειρηματολογία περί
καταγωγής, βάπτισης, σταύρωσης κ.λπ. του Χριστού ως μια κίβδηλη ή παραχαραγμένη
ιστορία. Αμφισβητεί περαιτέρω τη χριστιανική άποψη ότι «ο υιός του θεού
είναι ο ίδιος ο λόγος» και απομυθοποιεί τους μαθητές του Χριστού,
θεωρώντας τους ως κοινούς θνητούς, αμόρφωτους και χωρίς το παραμικρό
πνεύμα αυτοθυσίας υπέρ του κυρίου τους. Προς την ίδια
κατεύθυνση κάνει λόγο για παραδοξολογίες σχετικά με την Ανάσταση. Διερωτάται: μπορεί ποτέ να αναστηθεί ένα νεκρό
σώμα, αποδεχόμενος τον Χριστό ως έναν θνητό και τίποτε άλλο;
4. Στη γενική αντιχριστιανική του
κρίση ο Κέλσος στρέφεται συνολικά ενάντια στον χριστιανισμό,
όπως εκδηλωνόταν τότε με όλες τις αιρέσεις του. Υπ’ αυτό το πνεύμα μιλάει
για φατριασμούς και διενέξεις μεταξύ των
πιστών όλων αυτών των χριστιανικών εκφάνσεων, ενώ αποτιμά ως κύριο στοιχείο
του θρησκευτικού προσηλυτισμού την τρομοκράτηση του πλήθους με
τον περί κολάσεως λόγο, δηλαδή ότι οι άπιστοι τιμωρούνται από τον
θεό. Έτσι προσελκύονται στη χριστιανική πίστη οι πιο ανόητοι και
δουλοπρεπείς σε αντίθεση με τους ανθρώπους του ορθού Λόγου που απομακρύνονται.
5. Με όλα τούτα, αλλά και κατά το
γενικό πνεύμα του υπό συζήτηση βιβλίου του ο Κέλσος προ-οικονομεί σχεδόν αυτούσια βασικές απόψεις του
Νίτσε για τον χριστιανισμό: οι κατά Κέλσο ανόητοι, δουλοπρεπείς είναι
οι κατά Νίτσε αδύναμοι, εξαθλιωμένοι, απόκληροι, σακάτηδες.
Με μια λέξη: οι τσαντάλα, δηλαδή οι
παρίες. Ο περί κολάσεως λόγος του Κέλσου στον Νίτσε είναι
το αίσθημα ενοχής και η παράλυση της βούλησης για δύναμη. Επίσης, η
προσέλκυση στις χριστιανικές κοινότητες των πιο νηπιακών μυαλών, κατά Κέλσο,
στον Νίτσε έχει μια παρόμοια ισχύ ως η δόμηση σε εξουσία [=πολιτική, κοινωνική,
επιστημονική κ.λπ.] της αγελαίας μάζας, που αξιολογεί τους δυνατούς με τα δικά
της χθαμαλά κριτήρια. Για τους μαθητές του Χριστού αποφαίνεται, παρόμοια, ο
Νίτσε: «το αποδιδόμενο στον κάθε Πέτρο και Παύλο δικαίωμα της
"αθανασίας" υπήρξε η πιο δόλια, η πιο μοχθηρή απόπειρα δολοφονίας
κατά της ευγενούς ανθρωπότητας» (Kritische Studienausgabe (KSA) 6, σ. 218).
6. Συνοπτικά: η
αξία του κριτικού Λόγου του Κέλσου πρέπει να αποτιμάται όχι άκριτα ως διαχρονικός
λόγος των εθνικών εναντίον των χριστιανών,
αλλά ιστορικο-φιλοσοφικά, με βάση το πνεύμα εκείνης της εποχής,
αλλά και κάθε εποχής, σημερινής ή μελλοντικής, με τις δικές της ιδιαιτερότητες.
Ας μη λησμονούμε ότι κατά την μετά Κέλσο εποχή αναπτύχθηκε πολυσχιδώς και όχι
σπάνια φιλοσοφικώς και ο ίδιος ο θρησκευτικός λόγος του χριστιανού. Αυτό που
διαχρονικά έχει νόημα, από φιλοσοφική/επιστημονική άποψη, είναι, αν η
οποιαδήποτε φιλοσοφικο-θεολογική προσέγγιση, από την πλευρά
της θρησκείας, έχει πραγματικό έρεισμα μέσα στην ιστορικότητα της ανθρωπότητας
και του ανθρώπου ή τοποθετεί την «αλήθεια» της σε ένα υπερφυσικό/θεολογικό
επέκεινα. Σύμφωνα με τον Χέγκελ, ο
θεός είναι πνεύμα και δεν έχει καμιά
σχέση με εικονο-λατρείες, «θαύματα» και παρόμοια σχήματα της επίσημης
θρησκευτικο-θεολογικής θεωρίας και
πράξης.