Η Ελληνική – Κυπριακή Γλώσσα
Η Ελληνική – Κυπριακή Γλώσσα
«Η γλώσσα είναι πατρίδα».
Αυτή η φράση του Νίκου Καζαντζάκη εσωκλείει την πεμπτουσία της σημασίας κάθε γλώσσας για κάθε άνθρωπο. Αν μη τι άλλο, όταν αναφερόμαστε στην ελληνική γλώσσα, τότε μιλούμε για το ύψιστο πνευματικό και πολιτισμικό αγαθό, που δημιούργησε η ανθρωπότητα από τη εμφανίσει της στον μικρό μας πλανήτη. Η γλώσσα λοιπόν και δη η ελληνική, δεν είναι απλά ένα εργαλείο επικοινωνίας, αλλά η βάση, η ακρογωνιαία λίθος, πάνω στην οποία στηρίζονται ύψιστα νοήματα και μέγιστες έννοιες του εγγενούς προγονικού ελληνικού πολιτισμού ως την σύγχρονη εποχή. Και παρά το γεγονός, που για σκοτεινές ίσως και στοχευμένες σκοπιμότητες, ότι η ελληνική διαχωρίζεται σε αρχαία και νέα από πολλούς, το βέβαιο πλέον είναι πως η γλώσσα μας ήταν και είναι μία, είναι ζωντανή, εξελίσσεται, γεννά, ανθεί, μα και αναμφισβήτητα είχε και έχει περιόδους παρακμής, αλλοίωσης και παραχάραξης. Το ζήτημα είναι αν θα εξακολουθήσει να είναι μία ή αν θα παραμείνει ζωντανή, λόγω της τεράστιας πληγής, της σύγχρονης πολεμικής εναντίον της. Αυτό θα το εξηγήσω στο τέλος.
Θα αποφύγω εσκεμμένως να αναφερθώ στην ιστορική της πρώτη, με τα πρόσφατα ευρήματα, χρονική εμφάνιση και δημιουργία. Θα αναφερθώ ωστόσο, στις γενικά αποδεκτές και ορθές αναλύσεις της επιστήμης της γλωσσολογίας, της σημασιολογίας και της ετυμολογίας. Η υπέροχη Ελληνική γλώσσα είχε πάντοτε διαλέκτους, όπως συμβαίνει με όλες ανά την Γη. Από τις έρευνες στην αρχαία ελληνική γραμματεία και τις μετέπειτα αναφορές σε αυτήν των εποχών του Ορφέα, του Ομήρου, του Ησιόδου κ.ο.κ. συναντούμε τον πολυποίκιλο πλούτο της. Συμπερασματικά οι ελληνικές γλωσσικές διάλεκτοι έχουν καταταχθεί σε τέσσερις ομάδες:
την Ιωνική
την Αιολική
την Αρκαδική
και την Δωρική.
Από αυτές, η Αρκαδική είναι εκείνη που διαμόρφωσε την γλωσσικό ιδίωμα της νήσου της Αφροδίτης, της Κύπρου. Γι’ αυτό και πολλοί γλωσσολόγοι την ονομάζουν πιο ορθά Αρκαδοκυπριακή διάλεκτο. Αυτό διαπιστώνεται από τις ιστορικά καταγεγραμμένες κινήσεις πληθυσμών της μυκηναϊκής εποχής προς την Κύπρο αφ’ ενός, αλλά και από τις μυθολογικές πηγές αφ’ ετέρου. Συγκεκριμένα, πέραν των παλαιότερων ελληνικών πληθυσμών στην Κύπρο και τους γνωστούς βασιλείς (ο Πάφος και ο γιος του Κινύρας, που αναφέρεται στην Ιλιάδα), των οποίων τα ονόματα συναντά κανείς πάρα πολύ συχνά σε οδωνύμια και μνημεία, είναι η μυθιστορία του Τεύκρου. Σημειωτέον πως η πρώτη ονομασία του νησιού ήταν Αλασία, αλλά μετονομάσθηκε σε Κύπρος από το ομώνυμο τέκνο (γιος ή κόρη) του Κινύρα. Ο Τεύκρος, με πηγές τα έργα -όσα διασώθηκαν- των ποιητών του Τρωικού κύκλου (Όμηρος, Στασίνος κ.α.), είναι γιος του Τελαμώνα, βασιλέα της νήσου Σαλαμίνας και αδελφός του Αίαντα. Μετά την άλωση της Τροίας δεν έγινε αποδεκτός από τον πατέρα του στην Σαλαμίνα, διότι δεν εκδικήθηκε τον άδικο και άτιμο θάνατο του Αίαντα, ενός εκ των μεγίστων ηρώων της ελληνικής μυθολογίας. Να μην παραλείψω πως και ο ίδιος ο Τεύκρος, ήταν επιφανέστατος ήρωας, ακατανίκητος στο τόξο, είχε κερδίσει στους ταφικούς αγώνες προς τιμήν του Πατρόκλου όλους τους συναγωνιστές του και ήταν αυτός, που αν δεν μεσολαβούσε ο θεός Απόλλων, θα είχε τοξεύσει θανάσιμα τον ενδοξότερο ήρωα των Τρώων, Έκτορα. Με πλοία και συντρόφους, καθώς και λίγο χώμα από την γενέτειρα του, έφθασε στην Κύπρο και ίδρυσε την Σαλαμίνα, στο μέρος που βρίσκεται περίπου η Αμμόχωστος. Κατά την πιο επικρατέστερη εκδοχή νυμφεύθηκε την Έννη, κόρη του Κύπρου και απόγονοι τους ήταν πολύ γνωστά πρόσωπα, όπως ο Ευέλθων, ο Ονήσιλος κι ο Γόργος. Με τα παραπάνω συμπεραίνεται η συμβολή και η επίδραση στην τελική διαμόρφωση της Αρκαδοκυπριακής διαλέκτου από την Αρκαδική, που ήταν η κύρια γλώσσα της μυκηναϊκής περιόδου στην περιοχή κοντά και γύρω από την Πελοπόννησο.
Στο πέρασμα των αιώνων και παρά τις πολλές κατακτήσεις και κατοχές της Κύπρου από ξένους και βάρβαρους, εν πολλοίς, λαούς η Κυπριακή διάλεκτος ομιλείται ακόμα, με πάρα πολλά και εμφανέστατα κοινά χαρακτηριστικά με την Αρκαδοκυπριακή. Σε ενίσχυση του ισχυρισμού αυτού, σε άρθρο του καθηγητή Αυγουστίνου Αυγουστή στην εφημερίδα «Σημερινή» περιλαμβάνεται η διαπίστωση του πλέον ειδικού, του διδάκτορα Γεώργιου Ξενή, αναπληρωτή καθηγητή Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, ότι:
Η κυπριακή διάλεκτος αποτελεί στη σύγχρονη εποχή τη μοναδική πραγματικά ζωντανή ελληνική διάλεκτο, η οποία είναι μητροδίδακτη και παραγωγική.
Δεν είναι, επομένως, δύσκολο για ομιλούντες οποιασδήποτε άλλης ζώσας Ελληνικής διαλέκτου να επικοινωνήσουν πλήρως με τους ομιλούντες την Κυπριακή. Αξίζει να σημειωθεί πως σήμερα απαριθμούνται 18 ιδιώματα, ντοπιολαλιές της Κυπριακής με πιο διαδεδομένα της Λευκωσίας, της Λεμεσού, της Πάφου, της Μόρφου, των ορεινών και των Κοκκινοχωρίων.
Σε τελική ανάλυση και για να εξηγήσω τον υπαινιγμό μου στον πρόλογο περί του αν θα παραμείνει ζωντανή η ελληνική γλώσσα, αυτό είναι ένα φλέγον και βαρυσήμαντο θέμα, που δεν τυγχάνει σωστής μεταχείρισης από τους αρμόδιους φορείς και τους αιρετούς υπεύθυνους. Ο καθηγητής φιλολογίας, ιστορικός και ερευνητής της ελληνικής γλώσσας Αντώνιος Αντωνάκος, στο βιβλίο του «ΕΙΣ ΟΙΩΝΟΣ ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΓΛΩΣΣΗΣ», αναλύει εκτεταμένα και εμπεριστατωμένα τα πλήγματα που δέχθηκε η Ελληνική γλώσσα το 1982, μετά την άκαιρη, αυθαίρετη, αυταρχική, αιφνίδια, αντισυνταγματική και μη αποδεκτή από το λαό επιβολή του μονοτονικού συστήματος, καθώς και τους μελλοντικούς κινδύνους, όπως έγραψε στο βιβλίο του.
Επακριβώς αναφέρει:
Ποια αρχαία γλώσσα, φυσιολογικά και αβίαστα εξελισσόμενη μέσα στους αιώνες, εφάρμοσε εκπτώσεις στις αξιώσεις ιστορικής μνήμης και ακρίβειας, υποκύπτωντας σε μη γλωσσικά, δηλαδή δικά της, αυτόνομα και όχι εμπορευματολογικά κριτήρια;
Τότε, αν τέτοια κριτήρια ισχύσουν, η γλώσσα μας, χαροποιώντας τους οκνηρούς, ημιμαθείς καθώς και τις πολυεθνικές των ηλεκτρονικών υπολογιστών ( εγώ με πλήρη σεβασμό συμπληρώνω και του διαδικτύου, διότι το βιβλίο του εκδόθηκε πρώτη φορά περί το 2002) έπρεπε να εφαρμόσουν το λατινικό αλφάβητο – οπότε πολλά τα οικονομικά και άλλα υλικά οφέλη… Και όμως, όλες οι γλώσσες με μακρό παρελθόν – και όχι τόσο μακρό όσο η ελληνική – είναι δύσκολες, απαιτητικές, πυκνές σε μνήμη σημειολογική και αρνούνται να υποταγούν σε κριτήρια χρησιμοθηρικά. Μετά από συζητήσεις 100 και πλέον ετών, η γαλλική γλώσσα πέρυσι δέχθηκε κάποιες δειλές αλλαγές – στην πραγματικότητα : εναρμονίσεις – μετά από μηνών δημόσιες συζητήσεις, αλλά κι αυτές τις πενιχρές, δικαιολογημένες λογικώς αλλαγές, τελικά τις απέκρουσε η Γαλλική Ακαδημία – νόμιμος φρουρός της γλώσσης του λαού.
Και εκείνοι δεν έχουν το βαρύ, ιερό χρέος να προασπίσουν, καθώς εμείς, που είμαστε και οι μόνοι, τα αρχαία μας Κείμενα, που χωρίς τόνους και πνεύματα δεν νοούνται. Και είναι γνωστή η νικηφόρα αντίσταση των Ισπανών στην ιταμή αξίωση των πολυεθνικών εταιριών για να καταργήσουν το ψηφίο ñ.
Κλείνοντας, επειδή απέφυγα να παραθέσω προσωπικό σχόλιο για την ιστορικότητα της Ελληνικής γλώσσας, επικαλούμαι έναν πιο ειδικό και εξαίρετο συγγραφέα, λαογράφο, ερευνητή και φίλο, τον Γιώργο Λεκάκη. Στο άρθρο του: « Η Κυπρο – μινωική γραφή στην Κύπρο (τουλάχιστον) από το 1.550 π.Χ.», θα μείνει άλαλος όποιος αναγνώσει τα στοιχεία που έχει συλλέξει για την επιγραφή του Ιδαλίου, στην Κύπρο, η οποία είναι το αρχαιότερο συμβόλαιο στον κόσμο.
Οι φιλομαθείς θα βρουν το πλήρες άρθρο του στον ιστοχώρο ή εδώ.
Η γλώσσα είναι πατρίδα και το τελευταίο οχυρό μας. Επιβάλλεται να την προασπίσουμε.
Έρρωσθε και γρηγορείτε!
«Δεν έχεις Όλυμπε θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα…
Ραγιάδες έχεις Μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι.
Κούφιοι κι οκνοί καταφρονούν την θεία τραχειά σου γλώσσα,
Των Ευρωπαίων περίγελα και των Αρχαίων παλιάτσοι…»
Κωστής Παλαμάς
Πηγή: cyprusalive.com
«Η γλώσσα είναι πατρίδα».
Αυτή η φράση του Νίκου Καζαντζάκη εσωκλείει την πεμπτουσία της σημασίας κάθε γλώσσας για κάθε άνθρωπο. Αν μη τι άλλο, όταν αναφερόμαστε στην ελληνική γλώσσα, τότε μιλούμε για το ύψιστο πνευματικό και πολιτισμικό αγαθό, που δημιούργησε η ανθρωπότητα από τη εμφανίσει της στον μικρό μας πλανήτη. Η γλώσσα λοιπόν και δη η ελληνική, δεν είναι απλά ένα εργαλείο επικοινωνίας, αλλά η βάση, η ακρογωνιαία λίθος, πάνω στην οποία στηρίζονται ύψιστα νοήματα και μέγιστες έννοιες του εγγενούς προγονικού ελληνικού πολιτισμού ως την σύγχρονη εποχή. Και παρά το γεγονός, που για σκοτεινές ίσως και στοχευμένες σκοπιμότητες, ότι η ελληνική διαχωρίζεται σε αρχαία και νέα από πολλούς, το βέβαιο πλέον είναι πως η γλώσσα μας ήταν και είναι μία, είναι ζωντανή, εξελίσσεται, γεννά, ανθεί, μα και αναμφισβήτητα είχε και έχει περιόδους παρακμής, αλλοίωσης και παραχάραξης. Το ζήτημα είναι αν θα εξακολουθήσει να είναι μία ή αν θα παραμείνει ζωντανή, λόγω της τεράστιας πληγής, της σύγχρονης πολεμικής εναντίον της. Αυτό θα το εξηγήσω στο τέλος.
Θα αποφύγω εσκεμμένως να αναφερθώ στην ιστορική της πρώτη, με τα πρόσφατα ευρήματα, χρονική εμφάνιση και δημιουργία. Θα αναφερθώ ωστόσο, στις γενικά αποδεκτές και ορθές αναλύσεις της επιστήμης της γλωσσολογίας, της σημασιολογίας και της ετυμολογίας. Η υπέροχη Ελληνική γλώσσα είχε πάντοτε διαλέκτους, όπως συμβαίνει με όλες ανά την Γη. Από τις έρευνες στην αρχαία ελληνική γραμματεία και τις μετέπειτα αναφορές σε αυτήν των εποχών του Ορφέα, του Ομήρου, του Ησιόδου κ.ο.κ. συναντούμε τον πολυποίκιλο πλούτο της. Συμπερασματικά οι ελληνικές γλωσσικές διάλεκτοι έχουν καταταχθεί σε τέσσερις ομάδες:
την Ιωνική
την Αιολική
την Αρκαδική
και την Δωρική.
Από αυτές, η Αρκαδική είναι εκείνη που διαμόρφωσε την γλωσσικό ιδίωμα της νήσου της Αφροδίτης, της Κύπρου. Γι’ αυτό και πολλοί γλωσσολόγοι την ονομάζουν πιο ορθά Αρκαδοκυπριακή διάλεκτο. Αυτό διαπιστώνεται από τις ιστορικά καταγεγραμμένες κινήσεις πληθυσμών της μυκηναϊκής εποχής προς την Κύπρο αφ’ ενός, αλλά και από τις μυθολογικές πηγές αφ’ ετέρου. Συγκεκριμένα, πέραν των παλαιότερων ελληνικών πληθυσμών στην Κύπρο και τους γνωστούς βασιλείς (ο Πάφος και ο γιος του Κινύρας, που αναφέρεται στην Ιλιάδα), των οποίων τα ονόματα συναντά κανείς πάρα πολύ συχνά σε οδωνύμια και μνημεία, είναι η μυθιστορία του Τεύκρου. Σημειωτέον πως η πρώτη ονομασία του νησιού ήταν Αλασία, αλλά μετονομάσθηκε σε Κύπρος από το ομώνυμο τέκνο (γιος ή κόρη) του Κινύρα. Ο Τεύκρος, με πηγές τα έργα -όσα διασώθηκαν- των ποιητών του Τρωικού κύκλου (Όμηρος, Στασίνος κ.α.), είναι γιος του Τελαμώνα, βασιλέα της νήσου Σαλαμίνας και αδελφός του Αίαντα. Μετά την άλωση της Τροίας δεν έγινε αποδεκτός από τον πατέρα του στην Σαλαμίνα, διότι δεν εκδικήθηκε τον άδικο και άτιμο θάνατο του Αίαντα, ενός εκ των μεγίστων ηρώων της ελληνικής μυθολογίας. Να μην παραλείψω πως και ο ίδιος ο Τεύκρος, ήταν επιφανέστατος ήρωας, ακατανίκητος στο τόξο, είχε κερδίσει στους ταφικούς αγώνες προς τιμήν του Πατρόκλου όλους τους συναγωνιστές του και ήταν αυτός, που αν δεν μεσολαβούσε ο θεός Απόλλων, θα είχε τοξεύσει θανάσιμα τον ενδοξότερο ήρωα των Τρώων, Έκτορα. Με πλοία και συντρόφους, καθώς και λίγο χώμα από την γενέτειρα του, έφθασε στην Κύπρο και ίδρυσε την Σαλαμίνα, στο μέρος που βρίσκεται περίπου η Αμμόχωστος. Κατά την πιο επικρατέστερη εκδοχή νυμφεύθηκε την Έννη, κόρη του Κύπρου και απόγονοι τους ήταν πολύ γνωστά πρόσωπα, όπως ο Ευέλθων, ο Ονήσιλος κι ο Γόργος. Με τα παραπάνω συμπεραίνεται η συμβολή και η επίδραση στην τελική διαμόρφωση της Αρκαδοκυπριακής διαλέκτου από την Αρκαδική, που ήταν η κύρια γλώσσα της μυκηναϊκής περιόδου στην περιοχή κοντά και γύρω από την Πελοπόννησο.
Στο πέρασμα των αιώνων και παρά τις πολλές κατακτήσεις και κατοχές της Κύπρου από ξένους και βάρβαρους, εν πολλοίς, λαούς η Κυπριακή διάλεκτος ομιλείται ακόμα, με πάρα πολλά και εμφανέστατα κοινά χαρακτηριστικά με την Αρκαδοκυπριακή. Σε ενίσχυση του ισχυρισμού αυτού, σε άρθρο του καθηγητή Αυγουστίνου Αυγουστή στην εφημερίδα «Σημερινή» περιλαμβάνεται η διαπίστωση του πλέον ειδικού, του διδάκτορα Γεώργιου Ξενή, αναπληρωτή καθηγητή Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, ότι:
Η κυπριακή διάλεκτος αποτελεί στη σύγχρονη εποχή τη μοναδική πραγματικά ζωντανή ελληνική διάλεκτο, η οποία είναι μητροδίδακτη και παραγωγική.
Δεν είναι, επομένως, δύσκολο για ομιλούντες οποιασδήποτε άλλης ζώσας Ελληνικής διαλέκτου να επικοινωνήσουν πλήρως με τους ομιλούντες την Κυπριακή. Αξίζει να σημειωθεί πως σήμερα απαριθμούνται 18 ιδιώματα, ντοπιολαλιές της Κυπριακής με πιο διαδεδομένα της Λευκωσίας, της Λεμεσού, της Πάφου, της Μόρφου, των ορεινών και των Κοκκινοχωρίων.
Σε τελική ανάλυση και για να εξηγήσω τον υπαινιγμό μου στον πρόλογο περί του αν θα παραμείνει ζωντανή η ελληνική γλώσσα, αυτό είναι ένα φλέγον και βαρυσήμαντο θέμα, που δεν τυγχάνει σωστής μεταχείρισης από τους αρμόδιους φορείς και τους αιρετούς υπεύθυνους. Ο καθηγητής φιλολογίας, ιστορικός και ερευνητής της ελληνικής γλώσσας Αντώνιος Αντωνάκος, στο βιβλίο του «ΕΙΣ ΟΙΩΝΟΣ ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΓΛΩΣΣΗΣ», αναλύει εκτεταμένα και εμπεριστατωμένα τα πλήγματα που δέχθηκε η Ελληνική γλώσσα το 1982, μετά την άκαιρη, αυθαίρετη, αυταρχική, αιφνίδια, αντισυνταγματική και μη αποδεκτή από το λαό επιβολή του μονοτονικού συστήματος, καθώς και τους μελλοντικούς κινδύνους, όπως έγραψε στο βιβλίο του.
Επακριβώς αναφέρει:
Ποια αρχαία γλώσσα, φυσιολογικά και αβίαστα εξελισσόμενη μέσα στους αιώνες, εφάρμοσε εκπτώσεις στις αξιώσεις ιστορικής μνήμης και ακρίβειας, υποκύπτωντας σε μη γλωσσικά, δηλαδή δικά της, αυτόνομα και όχι εμπορευματολογικά κριτήρια;
Τότε, αν τέτοια κριτήρια ισχύσουν, η γλώσσα μας, χαροποιώντας τους οκνηρούς, ημιμαθείς καθώς και τις πολυεθνικές των ηλεκτρονικών υπολογιστών ( εγώ με πλήρη σεβασμό συμπληρώνω και του διαδικτύου, διότι το βιβλίο του εκδόθηκε πρώτη φορά περί το 2002) έπρεπε να εφαρμόσουν το λατινικό αλφάβητο – οπότε πολλά τα οικονομικά και άλλα υλικά οφέλη… Και όμως, όλες οι γλώσσες με μακρό παρελθόν – και όχι τόσο μακρό όσο η ελληνική – είναι δύσκολες, απαιτητικές, πυκνές σε μνήμη σημειολογική και αρνούνται να υποταγούν σε κριτήρια χρησιμοθηρικά. Μετά από συζητήσεις 100 και πλέον ετών, η γαλλική γλώσσα πέρυσι δέχθηκε κάποιες δειλές αλλαγές – στην πραγματικότητα : εναρμονίσεις – μετά από μηνών δημόσιες συζητήσεις, αλλά κι αυτές τις πενιχρές, δικαιολογημένες λογικώς αλλαγές, τελικά τις απέκρουσε η Γαλλική Ακαδημία – νόμιμος φρουρός της γλώσσης του λαού.
Και εκείνοι δεν έχουν το βαρύ, ιερό χρέος να προασπίσουν, καθώς εμείς, που είμαστε και οι μόνοι, τα αρχαία μας Κείμενα, που χωρίς τόνους και πνεύματα δεν νοούνται. Και είναι γνωστή η νικηφόρα αντίσταση των Ισπανών στην ιταμή αξίωση των πολυεθνικών εταιριών για να καταργήσουν το ψηφίο ñ.
Κλείνοντας, επειδή απέφυγα να παραθέσω προσωπικό σχόλιο για την ιστορικότητα της Ελληνικής γλώσσας, επικαλούμαι έναν πιο ειδικό και εξαίρετο συγγραφέα, λαογράφο, ερευνητή και φίλο, τον Γιώργο Λεκάκη. Στο άρθρο του: « Η Κυπρο – μινωική γραφή στην Κύπρο (τουλάχιστον) από το 1.550 π.Χ.», θα μείνει άλαλος όποιος αναγνώσει τα στοιχεία που έχει συλλέξει για την επιγραφή του Ιδαλίου, στην Κύπρο, η οποία είναι το αρχαιότερο συμβόλαιο στον κόσμο.
Οι φιλομαθείς θα βρουν το πλήρες άρθρο του στον ιστοχώρο ή εδώ.
Η γλώσσα είναι πατρίδα και το τελευταίο οχυρό μας. Επιβάλλεται να την προασπίσουμε.
Έρρωσθε και γρηγορείτε!
«Δεν έχεις Όλυμπε θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα…
Ραγιάδες έχεις Μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι.
Κούφιοι κι οκνοί καταφρονούν την θεία τραχειά σου γλώσσα,
Των Ευρωπαίων περίγελα και των Αρχαίων παλιάτσοι…»
Κωστής Παλαμάς
Πηγή: cyprusalive.com
Κατηγορίες:
Σχόλια