ΜΙΑ ΠΡΟΤΟΜΗ ΤΟΥ ΦΙΛΗΤΑ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ Το επίγραμμα του Ποδείσιππου.
ΜΙΑ ΠΡΟΤΟΜΗ ΤΟΥ ΦΙΛΗΤΑ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Το επίγραμμα του Ποδείσιππου.
Ο Ποδείσιππος ήταν επιγραμματοποιός από την Πέλλα ή από την Κνίδο. Γεννήθηκε περίπου το 300 π.Χ., και ένα μέρος της ζωής του έζησε στη Σάμο. Εκεί συνδέθηκε με τον ποιητή Ασκληπιάδη που αναφέρει ο Θεόκριτος ατο 7ο ειδύλλιο του. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια. Είκοσι δύο επιγράμματα του με ερωτικό κυρίως θέμα, βρίσκουμε στην Παλατινή ή Ελληνική ανθολογία. Πρέπει να τον γνώριζε και ο Μελέαγρος ο δημιουργός του Στεφάνου, ο ποιητής από τα Γάδαρα της Παλαιστίνης, που έζησε το τελευταίο μέρος της ζωής του στην Κω. Δύο από τα 112 επιγράμματα που βρέθηκαν στον πάπυρο του Μιλάνου αποδίδονται στον Ποσείδιππο όπως μας παραδίδει ο Ιωάννης Τζέτζης.
Ένα από τα πιο χαριτωμένα του επιγράμματα είναι αυτό, με το οποίο, αναφέρεται και περιγράφει ένα μπρούτζινο άγαλμα του ποιητή Φιλητά από την Κω, έργο του γλύπτη Εκαταίου. Από την περιγραφή που κάνει αφήνει να διαφανεί μια σύγκριση της ποιητικής τέχνης του Φιλητά και της τέχνης που αγαλματοποιού. Και οι δύο χαρακτηρίζονται για την ακρίβεια και την τελειότητα τους. Η φυσική παρουσίαση του αγάλματος από τον Ποσείδιππο σαν να θέλει να υποσημειώσει την παροιμιώδη σωματική αδυναμία του Φιλητά, να προβάλει τη λεπτότητα του πνεύματος του, και να τη συγκρίνει με την κομψότητα της σύνθεσης του γλύπτη Εκαταίου.
Το επίγραμμα
Τόνδε Φιλίται χαλκόν ίσον κατά πανθ’ Εκαταίος
ακριβής άκρους έπλασεν εις όνυχας
και μεγέθει και σαρκί τον ανθρωπιστί διώξας
γνώμον’ αφ’ ηρώων δ’ ουδέν έμειξ’ ιδέης
αλλά τον ακρομέριμνον όληι κατεμάξατο τέχνηι
πρέσβυν, αληθείης ορθόν έχων κανόνα
αυδήσοντι δ’ έοικεν, όσωι ποικίλλεται ήθει,
έμψυχος, καίπερ χάλκεος εών ο γέρων
εκ Πτολεμαίου δ’ ώδε θεού θ’ άμα και βασιλήος
άγκειται Μουσέων είνεκα Κώιος ανήρ.
Μετάφραση
Αυτό το μπρούτζινο άγαλμα το φιλοτέχνησε ο Εκαταίος, με τέτοιο τρόπο που να μοιάζει ακριβώς με τον Φιλητά με μια ακρίβεια που φτάνει ως τα νύχια των ποδιών του, ακολούθησε και ως προς το ανάστημα και ως προς τις σάρκες τέτοιο μέτρο που να μην μπερδεύει τον απλό άνθρωπο με τη μορφή των ηρώων. Χρησιμοποίησε όλη του την τέχνη για να χαράξει πάνω στο χαλκό την τελειομανία του γέροντα ακολουθώντας τον κανόνα της αλήθειας. Ο Γέροντας έχει τον αέρα κάποιου που ετοιμάζεται να μιλήσει, η φιγούρα του είναι φτιαγμένη για να προδίδει το χαρακτήρα του. Μοιάζει να αναπνέει κι ας είναι από μπρούτζο. Είναι με διαταγή του Πτολεμαίου, ο ποίος είναι και θεός και βασιλιάς, που έστησαν εδώ τον άνθρωπο από την Κω αφιέρωμα στις Μούσες.
Μέσα στη λογική των συναισθημάτων του Ποσείδιππου το επίγραμμα αυτό έχει μια ιδιαίτερη σπουδαιότητα γιατί φωτίζει την τέχνη που εφάρμοζαν οι σύγχρονοι του καλλιτέχνες της Ελληνιστικής εποχής.
Φαίνεται ότι, για τον αναγνώστη του επιγράμματος, το άγαλμα του Φιλητά καθιερώνεται σαν κανόνος της νέας αισθητικής που επικράτησε στον Ελληνιστικό κόσμο κανόνας που χαρακτηρίζεται από ένα αυστηρό σέβας στο μέτρο που απευθύνεται στον άνθρωπο.
Δε γνωρίζουμε που ήταν στημένο το χάλκινο άγαλμα που φιλοτέχνησε ο Εκαταίος. Ίσως στην Αλεξάνδρεια, αλλά ίσως και στην Κω. Ο Ερμησιάνακτας ένας σύγχρονος ποιητής του Φιλητά και του Θεόκριτου, σε ένα απόσπασμα από στίχους που έχουν διασωθεί από το ποίημα του «Λεόντιον», μας λέει ότι ένα άγαλμα του Φιλητά είχε παραγγελθεί από τους κατοίκους της Κω. Όμως το δέσιμο του Ποσείδιππου με την αυλή της Αλεξάνδρειας παίζει ένα ρόλο κλειδί που μας αναγκάζει να υποθέσουμε ότι το συγκεκριμένο έργο είχε παραγγελθεί από τον Πτολεμαίο το Φιλάδελφο το μαθητή του Φιλητά για να τιμήσει το δάσκαλο του.
Το κείμενο του επιγράμματος πάντως, μοιάζει να είναι εμπνευσμένο από τους στίχους του Ερμησιάνακτα. Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να σκεφτούμε ότι και οι δύο ποιητές ενδιαφέρθηκαν να περιγράψουν το ίδιο άγαλμα. Πάντως και τα δύο ποιήματα είναι σχεδόν σύγχρονα και είχαν σκοπό να τιμήσουν τον Φιλητά και αν θέλουμε να τα χρονολογήσουμε πρέπει να τα τοποθετήσουμε στη δεκαετία του 270 π.Χ.
Το επίγραμμα του Ποσείδιππου μας δίνει την αφορμή να αναφερθούμε σε ένα άλλο γεγονός, την ανακάλυψη μιας προτομής του Φιλητά που βρέθηκε πριν από 245 χρόνια στη Γαλλία. Το γεγονός ήταν άγνωστο σε μας όμως το πληροφορηθήκαμε από ένα άρθρο της Γαλλίδας αρχαιολόγου κυρίας Evelyne Prioux, με τίτλο, “Le portrait perdu et retrouve du poete Philitas de Cos” (Η προτομή που χάθηκε και ξαναβρέθηκε του ποιητή Φιλητά από την Κω).
Στις 5 Απριλίου του 1770, ένας αγρότης, στην κωμόπολη της Crest, που βρίσκεται στην κοιλάδα του ποταμού Drome, στην νοτιοανατολική Γαλλία, καθώς έσκαβε το αμπέλι του ανακάλυψε μια προτομή που στη βάση της υπήρχε η επιγραφή ΦΙΛΕΙΤΑC.
Η προτομή δημοσιεύτηκε τον 18ο αιώνα στο περιοδικό “Affices de Dauphine”, και μελετήθηκε από διάφορους ερευνητές τον 19ο αιώνα. Ορισμένοι εξέτασαν την προτομή η οποία βρισκόταν σε ιδιωτική συλλογή. Το κείμενο του περιοδικού του 1774 σημειώνει ότι η προτομή βρισκόταν στην Crest. Όμως σε μεταγενέστερη έκδοση του περιοδικού υπήρχε η πληροφορία ότι μεταφέρθηκε στην Lion και φυλαγόταν στο σπίτι του κ. M.Girardon. Μια μεταγενέστερη αναφορά του 1847, την αναφέρει ότι μεταφέρθηκε στη συλλογή του κ. Pierre-Gustave Girardon γιού του προκάτοχου. Έκτοτε στη σχετική βιβλιογραφία δε ξανάγινε αναφορά στην προτομή η οποία εθεωρείτο χαμένη. Η κυρία Evelin Prioux που γνώρισε την ιστορία της, έκαμε επίμονες αναζητήσεις, που της επέτρεψαν να βρει τα ίχνη της σε μια ιδιωτική συλλογή στη Lion πράγμα που της επέτρεψε να την φωτογραφίσει. Αυτή η προτομή που έγινε σε μάρμαρο, στο μέγεθος των δύο τρίτων του φυσικού μεγέθους, στηρίζεται σε ένα στρογγυλό υπόβαθρο. Το μεγαλύτερο ύψος μαζί με τη βάση είναι 33 εκατοστά από τα οποία τα 15,5 είναι το ύψος της κεφαλής. Το ανώτερο πλάτος είναι 21 εκατοστά ενώ η διάμετρος της βάσης είναι 14,5 εκατοστά με ύψος βάσης 4 εκατοστά. Το γλυπτό είναι καλοδιατηρημένο. Έχει μόνο ένα μικρό σπάσιμο στην αριστερή καμάρα του φρυδιού και από τη μύτη λείπει ένα μικρό κομμάτι. Ένα πιο σοβαρό σπάσιμο έχει στον αριστερό ώμο και στο πίσω μέρος της βάσης. Απομεινάρια από φθαρμένο χρωματισμό προδίδουν μια προσπάθεια να χρωματιστεί η προτομή στο μουντό χρώμα του μπρούτζου.
Όλες οι επιφάνειες της προτομής είχαν λειανθεί με μεγάλη φροντίδα. Το πίσω μέρος όμως είχε επεξεργαστεί με μικρότερη ακρίβεια από το μπροστινό. Στη βάση υπάρχουν ίχνη από το οδοντωτό καλέμι του γλύπτη. Τα ενδύματα δεν φαίνονται πουθενά και οι μείς διακρίνονται γυμνοί.
Η κόμη καλοδουλεμένη κι αυτή με το καλέμι, πέφτει σε ελαφρές κυματιστές μπούκλες πιο μικρές στο μπρος μέρος της κεφαλής και πιο μεγάλες στο πίσω μέρος του κρανίου. Το πρόσωπο παριστάνει ένα γενειοφόρο άνδρα ώριμης ηλικίας. Είναι στραμμένο κατά τρία τέταρτα αριστερά σε σχέση με την προτομή. Η γενειάδα πολύ φροντισμένη αποτελείτε από κυματιστές τούφες με τον κλασσικό τρόπο. Τα μαλλιά καλύπτουν την ανώτερη πλευρά των αυτιών και το πάνω χείλος σκεπάζεται σχεδόν από το μουστάκι.
Δύο ρυτίδες στο μέτωπο του προσώπου τονίζουν τις κόγχες των ματιών με τρόπο που να υποδηλώνει την ένταση της σκέψης.
Εκπληκτική είναι η στάση του δεξιού ώμου που μοιάζει να υψώνεται και να πλησιάζει τη βάση του λαιμού. Αν δεν πρόκειται για αδεξιότητα του κατασκευαστή, αυτή η ασυνήθιστη στάση μπορεί να υπονοεί ότι η προτομή παρουσιάζει μια έμφυτη αναπηρία. Οι φιλολογικές πηγές μας πληροφορούν πράγματι ότι ο Φιλητάς υπέφερε από μια αρρώστια.
Αν υποθέσουμε ότι αυτή η προτομή είναι ένα αντίγραφο από το πάνω μέρος του αγάλματος που έφτιαξε ο Εκαταίος και εξύμνησε ο Ποδείσιππος, θα πρέπει να γίνουν πολλές παρατηρήσεις. Η πιο ουσιώδης είναι η παροιμιώδης αδυναμία του Φιλητά που αντιπροσωπεύεται εδώ χωρίς προσπάθεια υπερβολής.
Για να κλείσουμε αυτή την παρουσίαση πρέπει να πούμε ότι στον ίδιο χώρο που βρέθηκε η προτομή έγιναν το 1828 και το 1829 ανασκαφές και έρευνες. Πράγματι μαζί με άλλες αρχαιότητες βρέθηκε μια άλλη προτομή με μια επιγραφή στα Ελληνικά που φανέρωνε ότι ανήκε στον Ίβυκο από το Ρήγιο και είχε κατασκευαστεί από τον Πραξιτέλη. Το 1839 έγιναν και άλλες έρευνες στο ίδιο μέρος και η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ακόμα μια προτομή ανεπίγραφη.
Πάντως τα ευρήματα που ανακαλύφτηκαν από τις ανασκαφές δείχνουν ότι η προτομή του Φιλητά αποτελούσε τμήμα μιας ενδιαφέρουσας συλλογής γλυπτών που πιθανώς προορίζονταν να διακοσμήσουν τη βιβλιοθήκη μιας πλούσιας Ρωμαϊκής έπαυλης στη Γαλλία.
Θεοδόσης Ν. Διακογιάννης
Κ Ω Σ
Φωτογραφία-Προτομή του Φιλητά, Évelyne Prioux
Ο Ποδείσιππος ήταν επιγραμματοποιός από την Πέλλα ή από την Κνίδο. Γεννήθηκε περίπου το 300 π.Χ., και ένα μέρος της ζωής του έζησε στη Σάμο. Εκεί συνδέθηκε με τον ποιητή Ασκληπιάδη που αναφέρει ο Θεόκριτος ατο 7ο ειδύλλιο του. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια. Είκοσι δύο επιγράμματα του με ερωτικό κυρίως θέμα, βρίσκουμε στην Παλατινή ή Ελληνική ανθολογία. Πρέπει να τον γνώριζε και ο Μελέαγρος ο δημιουργός του Στεφάνου, ο ποιητής από τα Γάδαρα της Παλαιστίνης, που έζησε το τελευταίο μέρος της ζωής του στην Κω. Δύο από τα 112 επιγράμματα που βρέθηκαν στον πάπυρο του Μιλάνου αποδίδονται στον Ποσείδιππο όπως μας παραδίδει ο Ιωάννης Τζέτζης.
Ένα από τα πιο χαριτωμένα του επιγράμματα είναι αυτό, με το οποίο, αναφέρεται και περιγράφει ένα μπρούτζινο άγαλμα του ποιητή Φιλητά από την Κω, έργο του γλύπτη Εκαταίου. Από την περιγραφή που κάνει αφήνει να διαφανεί μια σύγκριση της ποιητικής τέχνης του Φιλητά και της τέχνης που αγαλματοποιού. Και οι δύο χαρακτηρίζονται για την ακρίβεια και την τελειότητα τους. Η φυσική παρουσίαση του αγάλματος από τον Ποσείδιππο σαν να θέλει να υποσημειώσει την παροιμιώδη σωματική αδυναμία του Φιλητά, να προβάλει τη λεπτότητα του πνεύματος του, και να τη συγκρίνει με την κομψότητα της σύνθεσης του γλύπτη Εκαταίου.
Το επίγραμμα
Τόνδε Φιλίται χαλκόν ίσον κατά πανθ’ Εκαταίος
ακριβής άκρους έπλασεν εις όνυχας
και μεγέθει και σαρκί τον ανθρωπιστί διώξας
γνώμον’ αφ’ ηρώων δ’ ουδέν έμειξ’ ιδέης
αλλά τον ακρομέριμνον όληι κατεμάξατο τέχνηι
πρέσβυν, αληθείης ορθόν έχων κανόνα
αυδήσοντι δ’ έοικεν, όσωι ποικίλλεται ήθει,
έμψυχος, καίπερ χάλκεος εών ο γέρων
εκ Πτολεμαίου δ’ ώδε θεού θ’ άμα και βασιλήος
άγκειται Μουσέων είνεκα Κώιος ανήρ.
Μετάφραση
Αυτό το μπρούτζινο άγαλμα το φιλοτέχνησε ο Εκαταίος, με τέτοιο τρόπο που να μοιάζει ακριβώς με τον Φιλητά με μια ακρίβεια που φτάνει ως τα νύχια των ποδιών του, ακολούθησε και ως προς το ανάστημα και ως προς τις σάρκες τέτοιο μέτρο που να μην μπερδεύει τον απλό άνθρωπο με τη μορφή των ηρώων. Χρησιμοποίησε όλη του την τέχνη για να χαράξει πάνω στο χαλκό την τελειομανία του γέροντα ακολουθώντας τον κανόνα της αλήθειας. Ο Γέροντας έχει τον αέρα κάποιου που ετοιμάζεται να μιλήσει, η φιγούρα του είναι φτιαγμένη για να προδίδει το χαρακτήρα του. Μοιάζει να αναπνέει κι ας είναι από μπρούτζο. Είναι με διαταγή του Πτολεμαίου, ο ποίος είναι και θεός και βασιλιάς, που έστησαν εδώ τον άνθρωπο από την Κω αφιέρωμα στις Μούσες.
Μέσα στη λογική των συναισθημάτων του Ποσείδιππου το επίγραμμα αυτό έχει μια ιδιαίτερη σπουδαιότητα γιατί φωτίζει την τέχνη που εφάρμοζαν οι σύγχρονοι του καλλιτέχνες της Ελληνιστικής εποχής.
Φαίνεται ότι, για τον αναγνώστη του επιγράμματος, το άγαλμα του Φιλητά καθιερώνεται σαν κανόνος της νέας αισθητικής που επικράτησε στον Ελληνιστικό κόσμο κανόνας που χαρακτηρίζεται από ένα αυστηρό σέβας στο μέτρο που απευθύνεται στον άνθρωπο.
Δε γνωρίζουμε που ήταν στημένο το χάλκινο άγαλμα που φιλοτέχνησε ο Εκαταίος. Ίσως στην Αλεξάνδρεια, αλλά ίσως και στην Κω. Ο Ερμησιάνακτας ένας σύγχρονος ποιητής του Φιλητά και του Θεόκριτου, σε ένα απόσπασμα από στίχους που έχουν διασωθεί από το ποίημα του «Λεόντιον», μας λέει ότι ένα άγαλμα του Φιλητά είχε παραγγελθεί από τους κατοίκους της Κω. Όμως το δέσιμο του Ποσείδιππου με την αυλή της Αλεξάνδρειας παίζει ένα ρόλο κλειδί που μας αναγκάζει να υποθέσουμε ότι το συγκεκριμένο έργο είχε παραγγελθεί από τον Πτολεμαίο το Φιλάδελφο το μαθητή του Φιλητά για να τιμήσει το δάσκαλο του.
Το κείμενο του επιγράμματος πάντως, μοιάζει να είναι εμπνευσμένο από τους στίχους του Ερμησιάνακτα. Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να σκεφτούμε ότι και οι δύο ποιητές ενδιαφέρθηκαν να περιγράψουν το ίδιο άγαλμα. Πάντως και τα δύο ποιήματα είναι σχεδόν σύγχρονα και είχαν σκοπό να τιμήσουν τον Φιλητά και αν θέλουμε να τα χρονολογήσουμε πρέπει να τα τοποθετήσουμε στη δεκαετία του 270 π.Χ.
Το επίγραμμα του Ποσείδιππου μας δίνει την αφορμή να αναφερθούμε σε ένα άλλο γεγονός, την ανακάλυψη μιας προτομής του Φιλητά που βρέθηκε πριν από 245 χρόνια στη Γαλλία. Το γεγονός ήταν άγνωστο σε μας όμως το πληροφορηθήκαμε από ένα άρθρο της Γαλλίδας αρχαιολόγου κυρίας Evelyne Prioux, με τίτλο, “Le portrait perdu et retrouve du poete Philitas de Cos” (Η προτομή που χάθηκε και ξαναβρέθηκε του ποιητή Φιλητά από την Κω).
Στις 5 Απριλίου του 1770, ένας αγρότης, στην κωμόπολη της Crest, που βρίσκεται στην κοιλάδα του ποταμού Drome, στην νοτιοανατολική Γαλλία, καθώς έσκαβε το αμπέλι του ανακάλυψε μια προτομή που στη βάση της υπήρχε η επιγραφή ΦΙΛΕΙΤΑC.
Η προτομή δημοσιεύτηκε τον 18ο αιώνα στο περιοδικό “Affices de Dauphine”, και μελετήθηκε από διάφορους ερευνητές τον 19ο αιώνα. Ορισμένοι εξέτασαν την προτομή η οποία βρισκόταν σε ιδιωτική συλλογή. Το κείμενο του περιοδικού του 1774 σημειώνει ότι η προτομή βρισκόταν στην Crest. Όμως σε μεταγενέστερη έκδοση του περιοδικού υπήρχε η πληροφορία ότι μεταφέρθηκε στην Lion και φυλαγόταν στο σπίτι του κ. M.Girardon. Μια μεταγενέστερη αναφορά του 1847, την αναφέρει ότι μεταφέρθηκε στη συλλογή του κ. Pierre-Gustave Girardon γιού του προκάτοχου. Έκτοτε στη σχετική βιβλιογραφία δε ξανάγινε αναφορά στην προτομή η οποία εθεωρείτο χαμένη. Η κυρία Evelin Prioux που γνώρισε την ιστορία της, έκαμε επίμονες αναζητήσεις, που της επέτρεψαν να βρει τα ίχνη της σε μια ιδιωτική συλλογή στη Lion πράγμα που της επέτρεψε να την φωτογραφίσει. Αυτή η προτομή που έγινε σε μάρμαρο, στο μέγεθος των δύο τρίτων του φυσικού μεγέθους, στηρίζεται σε ένα στρογγυλό υπόβαθρο. Το μεγαλύτερο ύψος μαζί με τη βάση είναι 33 εκατοστά από τα οποία τα 15,5 είναι το ύψος της κεφαλής. Το ανώτερο πλάτος είναι 21 εκατοστά ενώ η διάμετρος της βάσης είναι 14,5 εκατοστά με ύψος βάσης 4 εκατοστά. Το γλυπτό είναι καλοδιατηρημένο. Έχει μόνο ένα μικρό σπάσιμο στην αριστερή καμάρα του φρυδιού και από τη μύτη λείπει ένα μικρό κομμάτι. Ένα πιο σοβαρό σπάσιμο έχει στον αριστερό ώμο και στο πίσω μέρος της βάσης. Απομεινάρια από φθαρμένο χρωματισμό προδίδουν μια προσπάθεια να χρωματιστεί η προτομή στο μουντό χρώμα του μπρούτζου.
Όλες οι επιφάνειες της προτομής είχαν λειανθεί με μεγάλη φροντίδα. Το πίσω μέρος όμως είχε επεξεργαστεί με μικρότερη ακρίβεια από το μπροστινό. Στη βάση υπάρχουν ίχνη από το οδοντωτό καλέμι του γλύπτη. Τα ενδύματα δεν φαίνονται πουθενά και οι μείς διακρίνονται γυμνοί.
Η κόμη καλοδουλεμένη κι αυτή με το καλέμι, πέφτει σε ελαφρές κυματιστές μπούκλες πιο μικρές στο μπρος μέρος της κεφαλής και πιο μεγάλες στο πίσω μέρος του κρανίου. Το πρόσωπο παριστάνει ένα γενειοφόρο άνδρα ώριμης ηλικίας. Είναι στραμμένο κατά τρία τέταρτα αριστερά σε σχέση με την προτομή. Η γενειάδα πολύ φροντισμένη αποτελείτε από κυματιστές τούφες με τον κλασσικό τρόπο. Τα μαλλιά καλύπτουν την ανώτερη πλευρά των αυτιών και το πάνω χείλος σκεπάζεται σχεδόν από το μουστάκι.
Δύο ρυτίδες στο μέτωπο του προσώπου τονίζουν τις κόγχες των ματιών με τρόπο που να υποδηλώνει την ένταση της σκέψης.
Εκπληκτική είναι η στάση του δεξιού ώμου που μοιάζει να υψώνεται και να πλησιάζει τη βάση του λαιμού. Αν δεν πρόκειται για αδεξιότητα του κατασκευαστή, αυτή η ασυνήθιστη στάση μπορεί να υπονοεί ότι η προτομή παρουσιάζει μια έμφυτη αναπηρία. Οι φιλολογικές πηγές μας πληροφορούν πράγματι ότι ο Φιλητάς υπέφερε από μια αρρώστια.
Αν υποθέσουμε ότι αυτή η προτομή είναι ένα αντίγραφο από το πάνω μέρος του αγάλματος που έφτιαξε ο Εκαταίος και εξύμνησε ο Ποδείσιππος, θα πρέπει να γίνουν πολλές παρατηρήσεις. Η πιο ουσιώδης είναι η παροιμιώδης αδυναμία του Φιλητά που αντιπροσωπεύεται εδώ χωρίς προσπάθεια υπερβολής.
Για να κλείσουμε αυτή την παρουσίαση πρέπει να πούμε ότι στον ίδιο χώρο που βρέθηκε η προτομή έγιναν το 1828 και το 1829 ανασκαφές και έρευνες. Πράγματι μαζί με άλλες αρχαιότητες βρέθηκε μια άλλη προτομή με μια επιγραφή στα Ελληνικά που φανέρωνε ότι ανήκε στον Ίβυκο από το Ρήγιο και είχε κατασκευαστεί από τον Πραξιτέλη. Το 1839 έγιναν και άλλες έρευνες στο ίδιο μέρος και η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ακόμα μια προτομή ανεπίγραφη.
Πάντως τα ευρήματα που ανακαλύφτηκαν από τις ανασκαφές δείχνουν ότι η προτομή του Φιλητά αποτελούσε τμήμα μιας ενδιαφέρουσας συλλογής γλυπτών που πιθανώς προορίζονταν να διακοσμήσουν τη βιβλιοθήκη μιας πλούσιας Ρωμαϊκής έπαυλης στη Γαλλία.
Θεοδόσης Ν. Διακογιάννης
Κ Ω Σ
Φωτογραφία-Προτομή του Φιλητά, Évelyne Prioux
Ένα από τα πιο χαριτωμένα του επιγράμματα είναι αυτό, με το οποίο, αναφέρεται και περιγράφει ένα μπρούτζινο άγαλμα του ποιητή Φιλητά από την Κω, έργο του γλύπτη Εκαταίου. Από την περιγραφή που κάνει αφήνει να διαφανεί μια σύγκριση της ποιητικής τέχνης του Φιλητά και της τέχνης που αγαλματοποιού. Και οι δύο χαρακτηρίζονται για την ακρίβεια και την τελειότητα τους. Η φυσική παρουσίαση του αγάλματος από τον Ποσείδιππο σαν να θέλει να υποσημειώσει την παροιμιώδη σωματική αδυναμία του Φιλητά, να προβάλει τη λεπτότητα του πνεύματος του, και να τη συγκρίνει με την κομψότητα της σύνθεσης του γλύπτη Εκαταίου.
Το επίγραμμα
Τόνδε Φιλίται χαλκόν ίσον κατά πανθ’ Εκαταίος
ακριβής άκρους έπλασεν εις όνυχας
και μεγέθει και σαρκί τον ανθρωπιστί διώξας
γνώμον’ αφ’ ηρώων δ’ ουδέν έμειξ’ ιδέης
αλλά τον ακρομέριμνον όληι κατεμάξατο τέχνηι
πρέσβυν, αληθείης ορθόν έχων κανόνα
αυδήσοντι δ’ έοικεν, όσωι ποικίλλεται ήθει,
έμψυχος, καίπερ χάλκεος εών ο γέρων
εκ Πτολεμαίου δ’ ώδε θεού θ’ άμα και βασιλήος
άγκειται Μουσέων είνεκα Κώιος ανήρ.
Μετάφραση
Αυτό το μπρούτζινο άγαλμα το φιλοτέχνησε ο Εκαταίος, με τέτοιο τρόπο που να μοιάζει ακριβώς με τον Φιλητά με μια ακρίβεια που φτάνει ως τα νύχια των ποδιών του, ακολούθησε και ως προς το ανάστημα και ως προς τις σάρκες τέτοιο μέτρο που να μην μπερδεύει τον απλό άνθρωπο με τη μορφή των ηρώων. Χρησιμοποίησε όλη του την τέχνη για να χαράξει πάνω στο χαλκό την τελειομανία του γέροντα ακολουθώντας τον κανόνα της αλήθειας. Ο Γέροντας έχει τον αέρα κάποιου που ετοιμάζεται να μιλήσει, η φιγούρα του είναι φτιαγμένη για να προδίδει το χαρακτήρα του. Μοιάζει να αναπνέει κι ας είναι από μπρούτζο. Είναι με διαταγή του Πτολεμαίου, ο ποίος είναι και θεός και βασιλιάς, που έστησαν εδώ τον άνθρωπο από την Κω αφιέρωμα στις Μούσες.
Μέσα στη λογική των συναισθημάτων του Ποσείδιππου το επίγραμμα αυτό έχει μια ιδιαίτερη σπουδαιότητα γιατί φωτίζει την τέχνη που εφάρμοζαν οι σύγχρονοι του καλλιτέχνες της Ελληνιστικής εποχής.
Φαίνεται ότι, για τον αναγνώστη του επιγράμματος, το άγαλμα του Φιλητά καθιερώνεται σαν κανόνος της νέας αισθητικής που επικράτησε στον Ελληνιστικό κόσμο κανόνας που χαρακτηρίζεται από ένα αυστηρό σέβας στο μέτρο που απευθύνεται στον άνθρωπο.
Δε γνωρίζουμε που ήταν στημένο το χάλκινο άγαλμα που φιλοτέχνησε ο Εκαταίος. Ίσως στην Αλεξάνδρεια, αλλά ίσως και στην Κω. Ο Ερμησιάνακτας ένας σύγχρονος ποιητής του Φιλητά και του Θεόκριτου, σε ένα απόσπασμα από στίχους που έχουν διασωθεί από το ποίημα του «Λεόντιον», μας λέει ότι ένα άγαλμα του Φιλητά είχε παραγγελθεί από τους κατοίκους της Κω. Όμως το δέσιμο του Ποσείδιππου με την αυλή της Αλεξάνδρειας παίζει ένα ρόλο κλειδί που μας αναγκάζει να υποθέσουμε ότι το συγκεκριμένο έργο είχε παραγγελθεί από τον Πτολεμαίο το Φιλάδελφο το μαθητή του Φιλητά για να τιμήσει το δάσκαλο του.
Το κείμενο του επιγράμματος πάντως, μοιάζει να είναι εμπνευσμένο από τους στίχους του Ερμησιάνακτα. Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να σκεφτούμε ότι και οι δύο ποιητές ενδιαφέρθηκαν να περιγράψουν το ίδιο άγαλμα. Πάντως και τα δύο ποιήματα είναι σχεδόν σύγχρονα και είχαν σκοπό να τιμήσουν τον Φιλητά και αν θέλουμε να τα χρονολογήσουμε πρέπει να τα τοποθετήσουμε στη δεκαετία του 270 π.Χ.
Το επίγραμμα του Ποσείδιππου μας δίνει την αφορμή να αναφερθούμε σε ένα άλλο γεγονός, την ανακάλυψη μιας προτομής του Φιλητά που βρέθηκε πριν από 245 χρόνια στη Γαλλία. Το γεγονός ήταν άγνωστο σε μας όμως το πληροφορηθήκαμε από ένα άρθρο της Γαλλίδας αρχαιολόγου κυρίας Evelyne Prioux, με τίτλο, “Le portrait perdu et retrouve du poete Philitas de Cos” (Η προτομή που χάθηκε και ξαναβρέθηκε του ποιητή Φιλητά από την Κω).
Στις 5 Απριλίου του 1770, ένας αγρότης, στην κωμόπολη της Crest, που βρίσκεται στην κοιλάδα του ποταμού Drome, στην νοτιοανατολική Γαλλία, καθώς έσκαβε το αμπέλι του ανακάλυψε μια προτομή που στη βάση της υπήρχε η επιγραφή ΦΙΛΕΙΤΑC.
Η προτομή δημοσιεύτηκε τον 18ο αιώνα στο περιοδικό “Affices de Dauphine”, και μελετήθηκε από διάφορους ερευνητές τον 19ο αιώνα. Ορισμένοι εξέτασαν την προτομή η οποία βρισκόταν σε ιδιωτική συλλογή. Το κείμενο του περιοδικού του 1774 σημειώνει ότι η προτομή βρισκόταν στην Crest. Όμως σε μεταγενέστερη έκδοση του περιοδικού υπήρχε η πληροφορία ότι μεταφέρθηκε στην Lion και φυλαγόταν στο σπίτι του κ. M.Girardon. Μια μεταγενέστερη αναφορά του 1847, την αναφέρει ότι μεταφέρθηκε στη συλλογή του κ. Pierre-Gustave Girardon γιού του προκάτοχου. Έκτοτε στη σχετική βιβλιογραφία δε ξανάγινε αναφορά στην προτομή η οποία εθεωρείτο χαμένη. Η κυρία Evelin Prioux που γνώρισε την ιστορία της, έκαμε επίμονες αναζητήσεις, που της επέτρεψαν να βρει τα ίχνη της σε μια ιδιωτική συλλογή στη Lion πράγμα που της επέτρεψε να την φωτογραφίσει. Αυτή η προτομή που έγινε σε μάρμαρο, στο μέγεθος των δύο τρίτων του φυσικού μεγέθους, στηρίζεται σε ένα στρογγυλό υπόβαθρο. Το μεγαλύτερο ύψος μαζί με τη βάση είναι 33 εκατοστά από τα οποία τα 15,5 είναι το ύψος της κεφαλής. Το ανώτερο πλάτος είναι 21 εκατοστά ενώ η διάμετρος της βάσης είναι 14,5 εκατοστά με ύψος βάσης 4 εκατοστά. Το γλυπτό είναι καλοδιατηρημένο. Έχει μόνο ένα μικρό σπάσιμο στην αριστερή καμάρα του φρυδιού και από τη μύτη λείπει ένα μικρό κομμάτι. Ένα πιο σοβαρό σπάσιμο έχει στον αριστερό ώμο και στο πίσω μέρος της βάσης. Απομεινάρια από φθαρμένο χρωματισμό προδίδουν μια προσπάθεια να χρωματιστεί η προτομή στο μουντό χρώμα του μπρούτζου.
Όλες οι επιφάνειες της προτομής είχαν λειανθεί με μεγάλη φροντίδα. Το πίσω μέρος όμως είχε επεξεργαστεί με μικρότερη ακρίβεια από το μπροστινό. Στη βάση υπάρχουν ίχνη από το οδοντωτό καλέμι του γλύπτη. Τα ενδύματα δεν φαίνονται πουθενά και οι μείς διακρίνονται γυμνοί.
Η κόμη καλοδουλεμένη κι αυτή με το καλέμι, πέφτει σε ελαφρές κυματιστές μπούκλες πιο μικρές στο μπρος μέρος της κεφαλής και πιο μεγάλες στο πίσω μέρος του κρανίου. Το πρόσωπο παριστάνει ένα γενειοφόρο άνδρα ώριμης ηλικίας. Είναι στραμμένο κατά τρία τέταρτα αριστερά σε σχέση με την προτομή. Η γενειάδα πολύ φροντισμένη αποτελείτε από κυματιστές τούφες με τον κλασσικό τρόπο. Τα μαλλιά καλύπτουν την ανώτερη πλευρά των αυτιών και το πάνω χείλος σκεπάζεται σχεδόν από το μουστάκι.
Δύο ρυτίδες στο μέτωπο του προσώπου τονίζουν τις κόγχες των ματιών με τρόπο που να υποδηλώνει την ένταση της σκέψης.
Εκπληκτική είναι η στάση του δεξιού ώμου που μοιάζει να υψώνεται και να πλησιάζει τη βάση του λαιμού. Αν δεν πρόκειται για αδεξιότητα του κατασκευαστή, αυτή η ασυνήθιστη στάση μπορεί να υπονοεί ότι η προτομή παρουσιάζει μια έμφυτη αναπηρία. Οι φιλολογικές πηγές μας πληροφορούν πράγματι ότι ο Φιλητάς υπέφερε από μια αρρώστια.
Αν υποθέσουμε ότι αυτή η προτομή είναι ένα αντίγραφο από το πάνω μέρος του αγάλματος που έφτιαξε ο Εκαταίος και εξύμνησε ο Ποδείσιππος, θα πρέπει να γίνουν πολλές παρατηρήσεις. Η πιο ουσιώδης είναι η παροιμιώδης αδυναμία του Φιλητά που αντιπροσωπεύεται εδώ χωρίς προσπάθεια υπερβολής.
Για να κλείσουμε αυτή την παρουσίαση πρέπει να πούμε ότι στον ίδιο χώρο που βρέθηκε η προτομή έγιναν το 1828 και το 1829 ανασκαφές και έρευνες. Πράγματι μαζί με άλλες αρχαιότητες βρέθηκε μια άλλη προτομή με μια επιγραφή στα Ελληνικά που φανέρωνε ότι ανήκε στον Ίβυκο από το Ρήγιο και είχε κατασκευαστεί από τον Πραξιτέλη. Το 1839 έγιναν και άλλες έρευνες στο ίδιο μέρος και η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ακόμα μια προτομή ανεπίγραφη.
Πάντως τα ευρήματα που ανακαλύφτηκαν από τις ανασκαφές δείχνουν ότι η προτομή του Φιλητά αποτελούσε τμήμα μιας ενδιαφέρουσας συλλογής γλυπτών που πιθανώς προορίζονταν να διακοσμήσουν τη βιβλιοθήκη μιας πλούσιας Ρωμαϊκής έπαυλης στη Γαλλία.
Θεοδόσης Ν. Διακογιάννης
Κ Ω Σ
Φωτογραφία-Προτομή του Φιλητά, Évelyne Prioux
Κατηγορίες:
Σχόλια