Οδοιπορικό Κατάληψης του υψώματος 613 Κηπαρό με την σημαντική συμβολή του Ιωάννη Δημούτσου.
Οδοιπορικό Κατάληψης του υψώματος 613 Κηπαρό με την σημαντική συμβολή του Ιωάννη Δημούτσου.
Ονομάζομαι Δημούτσος Ιωάννης του Μιχαήλ και της Αδριανής και γεννήθηκα στο χωρίο Κηπαρό, Χειμάρρας Βορείου Ηπείρου, στις 24/7/1922. Το 1936 ήλθα στην Αθήνα και εργάσθηκα στο καπνεργοστάσιο Καραβασίλη.
Το 1940 καλοκαίρι γύρισα στη Μάνα μου στο χωριό με τα πρώτα μου χρήματα.
Εργάσθηκα λίγο ως βαρελάς στα Τίρανα και αργότερα ως επιστάτης ξυλουργός ανέγερσης λυομένων ξύλινων ιταλικών οικημάτων στα βόρεια σύνορα Aλβανίας.
Το 1940 όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος, γύρισα στο ορεινό χωριό μου & είδα Ιταλούς των μεραρχιών Σιένα και Φεράρα που οχύρωναν 15 πολυβολεία στις κορυφές του 613 βουνού Κηπαρό με χαρακώματα & εφόδια για να αναχαιτίσουν τους Έλληνες.
15-12-1940 επιτέθηκαν στους ιταλούς οι 7ος, 8ος και 9ος λόχοι 12ου Συντάγματος αλλά δεν κατάφεραν να πάρουν τα υψώματα 613, και είχαμε πολλές απώλειες.
Παρουσιάσθηκα 16 Δεκεμβρίου 1940 στο 12ο σύνταγμα πεζικού, 1ης Στρατιάς που στρατοπέδευε μεταξύ των χωριών Πικέρμι & Λούκοβο βόρεια των Αγίων Σαράντα. Ζήτησα να μιλήσω στον υπεύθυνο καπετάνιο «δεν ήξερα στρατιωτική ιεραρχία». Ήρθε ο Συνταγματάρχης Βασίλειος Πετρόπουλος και του υπέδειξα ένα δύσβατο μονοπάτι στον βράχο, όπου ο Στρατός μας χαράματα την επόμενη ημέρα, κατέλαβε μια γέφυρα, που ήταν το μοναδικό πέρασμα για το ύψωμα 613, και την φύλαγαν 19 Ιταλοί, και τους συνέλαβαν όλους. Στη συνέχεια συμμετείχα στη δράση με την υπόλοιπη Ελληνική δύναμη που ανέβηκε στο ύψωμα 613 στο βουνό Κηπαρό, και 04.00 ήλθαμε στα 15 μέτρα απόσταση από τους ανυποψίαστους Ιταλούς, στο μεγάλο πολυβολείο ενέδρα που είχαν στήσει και σκότωναν τους φαντάρους μας. Ακολούθησε έφοδος με άγριες φωνές και τουφεκιές με αποτέλεσμα να σκοτώσουμε μερικούς Ιταλούς, και να τρομοκρατήσουμε τους υπόλοιπους. Έτσι αντί να αποδεκατιστούμε εμείς από αυτούς, τους χτυπήσαμε και πιάσαμε και μερικούς αιχμάλωτους.
Με διαταγή των επικεφαλής μας, οι στρατιώτες δεν πυροβόλησαν όσους Iταλούς έτρεχαν να γλυτώσουν. Αυτοί πανικόβλητοι υποχωρώντας μετέδωσαν τον πανικό τους και στους υπόλοιπους Ιταλούς που ήταν και στα άλλα πολυβολεία πιο χαμηλά, και όλοι μαζί πανικόβλητοι σταμάτησαν το τρέξιμο, κάτω στον κάμπο στις ελιές. Εκεί τους έβρισε δειλούς ο Ιταλός διοικητής τους Τζελότο που ήξερε το μικρό αριθμό των Ελλήνων στρατιωτών. Οι πανικόβλητοι Ιταλοί, όπως μαθεύτηκε αργότερα, του παραπονέθηκαν ότι κατά την υποχώρησή τους, εκτός από τους Έλληνες Στρατιώτες, τους πυροβολούσαν και οι ντόπιοι Έλληνες του χωριού Κηπαρό από τα σπίτια τους. Αυτό νευρίασε τον Τζελότο, που έδωσε διαταγή στην ιταλική αεροπορία και βομβάρδιζαν για ημέρες με αεροπλάνα και πλοία το χωριό μου το Κηπαρό, που οι κάτοικοί του, σχεδόν όλοι Έλληνες, τόλμησαν να πυροβολούν Ιταλούς. Πολλοί ντόπιοι για να γλυτώσουν από τις βόμβες που ακολούθησαν, κρύφτηκαν στις γύρω σπηλιές. Πολλοί κάτοικοι του χωριού σκοτώθηκαν με τον βομβαρδισμό, ακόμα και ο παπάς του χωριού.
Αμέσως μετά την κατάληψη του 613 είχαμε αρκετές απώλειες και από ένα λάθος διοίκησης. Όταν ο λόχος μας κατέλαβε το σημαντικό στρατηγικό ύψωμα 613, ο λοχαγός επικεφαλής έπρεπε ως πρώτο βήμα, να ρίξει φωτοβολίδα ενημέρωσης πυροβολικού, ότι καταλάβαμε το ύψωμα. Άργησε όμως να την ρίξει, και το πυροβολικό μας νομίζοντας ότι εκεί βρίσκονται ακόμα οι Ιταλοί βομβάρδισε το ύψωμα στις 04.30 το πρωί, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν άδικα 15 δικοί μας».
Δεν ανακοίνωσαν ότι εγώ συνέβαλα αποφασιστικά στην νίκη μας και εκδίωξη των πολλών και πάνοπλων Ιταλών από τα 15 υψώματα του βουνού 613 Κηπαρό, διότι δεν έπρεπε να αποκαλυφθεί τότε ακόμα το όνομά μου, αφού είχα αποστολή να βρω τους ντόπιους πληροφοριοδότες Ιταλών και να προστατεύσω το στράτευμα.
Λίγες ημέρες αργότερα κατάφερα να συλλάβω τον κυριότερο πληροφοριοδότη τους. Βρέθηκα παρέα με τον αστυνόμο του χωριού Κηπαρό Αντώνιο Τριανταφύλλου και μιλάγαμε στο καφενείο του διπλανού χωριού «Μπόρσι» και ακούσαμε μία μικρούλα να λέει ότι «ο μπαμπάς της έχει πουλάκι που κελαηδάει». Καταλάβαμε ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει, την ακολουθήσαμε και μπήκαμε σπίτι της.
Η μάνα της όταν μας είδε μας επιτέθηκε με τσεκούρι, αλλά την αποφύγαμε και την φιμώσαμε. Μαζί οι δυό μας με τα πιστόλια μπήκαμε στο υπόγειο και πιάσαμε τον προδότη του χωριού Εντέμ Ραντίπ, την στιγμή που με ασύρματο μετέδιδε στο ιταλικό πυροβολικό τις θέσεις των Ελλήνων στρατιωτών. Τον πήγα στο 2ο γραφείο στους προϊστάμενους μου, και αυτοί τον έστειλαν στην Αθήνα για ανάκριση. Αυτός όταν έπεσε το μέτωπο, έψαχνε να με βρει να με τιμωρήσει που τον είχα συλλάβει.
Μετά την κατάληψη των υψωμάτων 613 βουνού Κηπαρό, ο Συνταγματάρχης Πετρόπουλος, κατά διαταγή του Υποστράτηγου Μπάκου Γ. μου προσέφερε λίρες ως αμοιβή, όπως είχαν διαταγή να κάνουνε με φίλους ντόπιους. Όμως εγώ αρνήθηκα να πάρω τις λίρες και ζήτησα να ντυθώ στο χακί, να υπηρετήσω την Πατρίδα. Την ίδια ημέρα κατατάχτηκα εθελοντής και πολέμησα με τους υπόλοιπους φαντάρους μας για την Ελλάδα. Καταχωρήθηκε η θητεία μου όπως φαίνεται στο φύλλο πορείας (Γ.Ε.Σ. 195041–28/5/1941) Υπηρέτησα «Α.Μ. 230» στη «Ζώνη των Πρόσω» στο 3ο Λόχο του 12ου Συντάγματος Πεζικού, από 17/12/1940 ως 10/4/1941 ως Στρατιωτικός Ταχυδρόμος με όπλο μάνλιχερ και αποστολή στρατιωτικής κατασκοπείας 1ης γραμμής μετώπου με διαταγές Συνταγματάρχη Πετρόπουλου και Υποστράτηγου Μπάκου Γ., να ανακαλύψω πληροφοριοδότες που πρόδιδαν θέσεις Ελλήνων στην ιταλική αεροπορία και είχαμε πολλές απώλειες από βομβαρδισμούς, στις περιοχές Κηπαρό, Μπόρσι, Τσόραϊ, Κούδεσι.
Σωτήριος Ι. Ζαφειρόπουλος - φίλος της οικογενείας του Δημούτσου Μ. Ιωάννη.
Θυμάμαι τον μπαρμπα Γιάννη, πολέμησε για την Ελλάδα και προσέφερε υπηρεσίες του, Έζησε Περήφανος, Έφυγε Λεβέντης
Ας είναι ελαφρύ το χώμα της Αττικής γής, που έχει πλέον για στρώμα και για σκέπασμα.
Δρος Αντρεας Δημούτσος
Πολιτικός Επιστήμων
Ονομάζομαι Δημούτσος Ιωάννης του Μιχαήλ και της Αδριανής και γεννήθηκα στο χωρίο Κηπαρό, Χειμάρρας Βορείου Ηπείρου, στις 24/7/1922. Το 1936 ήλθα στην Αθήνα και εργάσθηκα στο καπνεργοστάσιο Καραβασίλη.
Το 1940 καλοκαίρι γύρισα στη Μάνα μου στο χωριό με τα πρώτα μου χρήματα.
Εργάσθηκα λίγο ως βαρελάς στα Τίρανα και αργότερα ως επιστάτης ξυλουργός ανέγερσης λυομένων ξύλινων ιταλικών οικημάτων στα βόρεια σύνορα Aλβανίας.
Το 1940 όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος, γύρισα στο ορεινό χωριό μου & είδα Ιταλούς των μεραρχιών Σιένα και Φεράρα που οχύρωναν 15 πολυβολεία στις κορυφές του 613 βουνού Κηπαρό με χαρακώματα & εφόδια για να αναχαιτίσουν τους Έλληνες.
15-12-1940 επιτέθηκαν στους ιταλούς οι 7ος, 8ος και 9ος λόχοι 12ου Συντάγματος αλλά δεν κατάφεραν να πάρουν τα υψώματα 613, και είχαμε πολλές απώλειες.
Παρουσιάσθηκα 16 Δεκεμβρίου 1940 στο 12ο σύνταγμα πεζικού, 1ης Στρατιάς που στρατοπέδευε μεταξύ των χωριών Πικέρμι & Λούκοβο βόρεια των Αγίων Σαράντα. Ζήτησα να μιλήσω στον υπεύθυνο καπετάνιο «δεν ήξερα στρατιωτική ιεραρχία». Ήρθε ο Συνταγματάρχης Βασίλειος Πετρόπουλος και του υπέδειξα ένα δύσβατο μονοπάτι στον βράχο, όπου ο Στρατός μας χαράματα την επόμενη ημέρα, κατέλαβε μια γέφυρα, που ήταν το μοναδικό πέρασμα για το ύψωμα 613, και την φύλαγαν 19 Ιταλοί, και τους συνέλαβαν όλους. Στη συνέχεια συμμετείχα στη δράση με την υπόλοιπη Ελληνική δύναμη που ανέβηκε στο ύψωμα 613 στο βουνό Κηπαρό, και 04.00 ήλθαμε στα 15 μέτρα απόσταση από τους ανυποψίαστους Ιταλούς, στο μεγάλο πολυβολείο ενέδρα που είχαν στήσει και σκότωναν τους φαντάρους μας. Ακολούθησε έφοδος με άγριες φωνές και τουφεκιές με αποτέλεσμα να σκοτώσουμε μερικούς Ιταλούς, και να τρομοκρατήσουμε τους υπόλοιπους. Έτσι αντί να αποδεκατιστούμε εμείς από αυτούς, τους χτυπήσαμε και πιάσαμε και μερικούς αιχμάλωτους.
Με διαταγή των επικεφαλής μας, οι στρατιώτες δεν πυροβόλησαν όσους Iταλούς έτρεχαν να γλυτώσουν. Αυτοί πανικόβλητοι υποχωρώντας μετέδωσαν τον πανικό τους και στους υπόλοιπους Ιταλούς που ήταν και στα άλλα πολυβολεία πιο χαμηλά, και όλοι μαζί πανικόβλητοι σταμάτησαν το τρέξιμο, κάτω στον κάμπο στις ελιές. Εκεί τους έβρισε δειλούς ο Ιταλός διοικητής τους Τζελότο που ήξερε το μικρό αριθμό των Ελλήνων στρατιωτών. Οι πανικόβλητοι Ιταλοί, όπως μαθεύτηκε αργότερα, του παραπονέθηκαν ότι κατά την υποχώρησή τους, εκτός από τους Έλληνες Στρατιώτες, τους πυροβολούσαν και οι ντόπιοι Έλληνες του χωριού Κηπαρό από τα σπίτια τους. Αυτό νευρίασε τον Τζελότο, που έδωσε διαταγή στην ιταλική αεροπορία και βομβάρδιζαν για ημέρες με αεροπλάνα και πλοία το χωριό μου το Κηπαρό, που οι κάτοικοί του, σχεδόν όλοι Έλληνες, τόλμησαν να πυροβολούν Ιταλούς. Πολλοί ντόπιοι για να γλυτώσουν από τις βόμβες που ακολούθησαν, κρύφτηκαν στις γύρω σπηλιές. Πολλοί κάτοικοι του χωριού σκοτώθηκαν με τον βομβαρδισμό, ακόμα και ο παπάς του χωριού.
Αμέσως μετά την κατάληψη του 613 είχαμε αρκετές απώλειες και από ένα λάθος διοίκησης. Όταν ο λόχος μας κατέλαβε το σημαντικό στρατηγικό ύψωμα 613, ο λοχαγός επικεφαλής έπρεπε ως πρώτο βήμα, να ρίξει φωτοβολίδα ενημέρωσης πυροβολικού, ότι καταλάβαμε το ύψωμα. Άργησε όμως να την ρίξει, και το πυροβολικό μας νομίζοντας ότι εκεί βρίσκονται ακόμα οι Ιταλοί βομβάρδισε το ύψωμα στις 04.30 το πρωί, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν άδικα 15 δικοί μας».
Δεν ανακοίνωσαν ότι εγώ συνέβαλα αποφασιστικά στην νίκη μας και εκδίωξη των πολλών και πάνοπλων Ιταλών από τα 15 υψώματα του βουνού 613 Κηπαρό, διότι δεν έπρεπε να αποκαλυφθεί τότε ακόμα το όνομά μου, αφού είχα αποστολή να βρω τους ντόπιους πληροφοριοδότες Ιταλών και να προστατεύσω το στράτευμα.
Λίγες ημέρες αργότερα κατάφερα να συλλάβω τον κυριότερο πληροφοριοδότη τους. Βρέθηκα παρέα με τον αστυνόμο του χωριού Κηπαρό Αντώνιο Τριανταφύλλου και μιλάγαμε στο καφενείο του διπλανού χωριού «Μπόρσι» και ακούσαμε μία μικρούλα να λέει ότι «ο μπαμπάς της έχει πουλάκι που κελαηδάει». Καταλάβαμε ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει, την ακολουθήσαμε και μπήκαμε σπίτι της.
Η μάνα της όταν μας είδε μας επιτέθηκε με τσεκούρι, αλλά την αποφύγαμε και την φιμώσαμε. Μαζί οι δυό μας με τα πιστόλια μπήκαμε στο υπόγειο και πιάσαμε τον προδότη του χωριού Εντέμ Ραντίπ, την στιγμή που με ασύρματο μετέδιδε στο ιταλικό πυροβολικό τις θέσεις των Ελλήνων στρατιωτών. Τον πήγα στο 2ο γραφείο στους προϊστάμενους μου, και αυτοί τον έστειλαν στην Αθήνα για ανάκριση. Αυτός όταν έπεσε το μέτωπο, έψαχνε να με βρει να με τιμωρήσει που τον είχα συλλάβει.
Μετά την κατάληψη των υψωμάτων 613 βουνού Κηπαρό, ο Συνταγματάρχης Πετρόπουλος, κατά διαταγή του Υποστράτηγου Μπάκου Γ. μου προσέφερε λίρες ως αμοιβή, όπως είχαν διαταγή να κάνουνε με φίλους ντόπιους. Όμως εγώ αρνήθηκα να πάρω τις λίρες και ζήτησα να ντυθώ στο χακί, να υπηρετήσω την Πατρίδα. Την ίδια ημέρα κατατάχτηκα εθελοντής και πολέμησα με τους υπόλοιπους φαντάρους μας για την Ελλάδα. Καταχωρήθηκε η θητεία μου όπως φαίνεται στο φύλλο πορείας (Γ.Ε.Σ. 195041–28/5/1941) Υπηρέτησα «Α.Μ. 230» στη «Ζώνη των Πρόσω» στο 3ο Λόχο του 12ου Συντάγματος Πεζικού, από 17/12/1940 ως 10/4/1941 ως Στρατιωτικός Ταχυδρόμος με όπλο μάνλιχερ και αποστολή στρατιωτικής κατασκοπείας 1ης γραμμής μετώπου με διαταγές Συνταγματάρχη Πετρόπουλου και Υποστράτηγου Μπάκου Γ., να ανακαλύψω πληροφοριοδότες που πρόδιδαν θέσεις Ελλήνων στην ιταλική αεροπορία και είχαμε πολλές απώλειες από βομβαρδισμούς, στις περιοχές Κηπαρό, Μπόρσι, Τσόραϊ, Κούδεσι.
Σωτήριος Ι. Ζαφειρόπουλος - φίλος της οικογενείας του Δημούτσου Μ. Ιωάννη.
Θυμάμαι τον μπαρμπα Γιάννη, πολέμησε για την Ελλάδα και προσέφερε υπηρεσίες του, Έζησε Περήφανος, Έφυγε Λεβέντης
Ας είναι ελαφρύ το χώμα της Αττικής γής, που έχει πλέον για στρώμα και για σκέπασμα.
Δρος Αντρεας Δημούτσος
Πολιτικός Επιστήμων
Κατηγορίες:
Σχόλια