Matt Ridley - Εξασφαλίζοντας τροφή για εννέα δισεκατομμύρια ανθρώπους

Matt Ridley - Εξασφαλίζοντας τροφή για εννέα δισεκατομμύρια ανθρώπους Οι πολλοί τρόποι τροποποίησης γονιδίων Φυσικά, όλα τα καλλιεργούμενα φυτά είναι -σχεδόν εξ ορισμού- «γενετικά τροποποιημένα». Αποτελούν τερατώδη μεταλλάγματα που έχουν την ικανότητα να παράγουν αφύσικα μεγάλους και «γυμνούς» σπόρους ή μεστούς και γλυκούς καρπούς και εξαρτώνται από την ανθρώπινη παρέμβαση για να επιβιώσουν. Τα καρότα οφείλουν το πορτοκαλί χρώμα τους στην επιλογή ενός μεταλλαγμένου τύπου τους που ανακαλύφθηκε ίσως μόλις τον 16ο αιώνα στην Ολλανδία. Οι μπανάνες είναι στείρες και δεν μπορούν να βγάλουν σπόρους. Το σιτάρι έχει σε κάθε κύτταρό του τρία πλήρως διπλοειδή (διπλά) γονιδιώματα, καταγόμενα από τρία διαφορετικά άγρια αγρωστώδη, και είναι απλώς αδύνατο να επιβιώσει σε άγρια μορφή - δεν απαντάται ποτέ ως παράσιτο. Τόσο στο ρύζι, όσο και στο καλαμπόκι και το σιτάρι υπάρχουν γενετικές μεταλλάξεις που τροποποιούν την ανάπτυξη του φυτού για να αυξήσουν το μέγεθος των σπόρων, να εμποδίσουν τον διασκορπισμό τους και να διευκολύνουν την απομάκρυνση του φλοιού με το αλώνισμα. Οι μεταλλαγμένοι αυτοί τύποι επιτάχθηκαν, αν και ακούσια, από τους πρώτους αγρότες που τους έσπειραν και τους θέρισαν. Αλλά η σύγχρονη τεχνολογία της γενετικής τροποποίησης, που χρησιμοποιεί μεμονωμένα γονίδια, απειλήθηκε με αφανισμό ήδη από τη γέννησή της, εξαιτίας παράλογων φόβων που υποδαυλίστηκαν από διάφορες ομάδες πολιτικής πίεσης. Αρχικά ισχυρίστηκαν ότι τα τρόφιμα μπορεί να ήταν επικίνδυνα. Αφού καταναλώθηκαν ένα τρισεκατομμύριο γεύματα με γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα χωρίς να αρρωστήσει ούτε ένας άνθρωπος, το επιχείρημα αυτό εγκαταλείφθηκε. Στη συνέχεια, υποστήριξαν πως είναι αφύσικο να μεταπηδούν τα γονίδια από το ένα είδος στο άλλο. Εντούτοις, το σιτάρι, το ευρύτερα καλλιεργούμενο είδος, αποτελεί μια αφύσικη «πολυπλοειδική» συγχώνευση τριών άγριων φυτών, ενώ η οριζόντια μεταβίβαση γονιδίων εμφανίζεται σε πολλά φυτά, όπως στην Amborella, ένα πρωτόγονο ανθοφόρο φυτό που αποδείχθηκε ότι έχει δανειστεί αλληλουχίες DNA από τα βρύα και τις άλγες. (Μάλιστα, έχει υπάρξει περίπτωση όπου DNA έχει μεταπηδήσει με φυσικό τρόπο από φίδια στα τρωκτικά «γερβίλους», μέσω ενός ιού) Αργότερα, είπαν ότι τα γενετικά τροποποιημένα φυτά παράγονταν και πωλούνταν με σκοπό το κέρδος και όχι τη στήριξη των αγροτών. Το ίδιο ισχύει όμως και για τα τρακτέρ. Στη συνέχεια, προέβαλαν το παράδοξο επιχείρημα ότι καλλιέργειες που είναι ανθεκτικές σε ένα ζιζανιοκτόνο μπορεί να διασταυρωθούν με άγρια φυτά και να δημιουργηθεί έτσι ένα «σούπερ» αγριόχορτο που θα είναι αδύνατο να εξοντωθεί - από το συγκεκριμένο ζιζανιοκτόνο. Και το επιχείρημα αυτό προερχόταν από ανθρώπους που ούτως ή άλλως ήταν εναντίον των ζιζανιοκτόνων, οπότε τι θα μπορούσε να ήταν πιο αρεστό στους ίδιους από την αχρήστευση ενός ζιζανιοκτόνου; Το 2008, λιγότερο από είκοσι πέντε χρόνια μετά την ανακάλυψή τους, οι γενετικά τροποποιημένες ποικιλίες καλλιεργούνταν ήδη στο 10% της συνολικής αρόσιμης γης, δηλαδή σε 120 εκατομμύρια στρέμματα: μία από τις πιο γρήγορες και επιτυχημένες εφαρμογές μιας νέας τεχνολογίας στην ιστορία της γεωργίας. Μόνο σε μερικές περιοχές της Ευρώπης και της Αφρικής οι γεωργοί και οι καταναλωτές στερήθηκαν την πρόσβαση σε αυτές τις καλλιέργειες λόγω των πιέσεων που άσκησαν μαχητικοί οικολόγοι, με τη «συνηθισμένη αδιαφορία τους απέναντι στην πείνα», κατά τη διατύπωση του Στιούαρτ Μπραντ. Μετά από έντονη κινητοποίηση Δυτικών ακτιβιστών, οι αφρικανικές κυβερνήσεις πείστηκαν να επιβάλουν στα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα γραφειοκρατικές ρυθμίσεις, με αποτέλεσμα η εμπορική καλλιέργειά τους να περιοριστεί σε τρεις μόνο χώρες (Νότια Αφρική, Μπουρκίνα Φάσο και Αίγυπτο). Σε μια περιβόητη υπόθεση το 2002, η Ζάμπια έφτασε στο σημείο να απορρίψει εν μέσω λιμού, βοήθεια σε τρόφιμα από το εξωτερικό, αφού πείστηκε από τη Διεθνή Greenpeace, τους Φίλους της Γης (Friends of the Earth) και άλλες οργανώσεις ότι τα τρόφιμα μπορεί να ενείχαν κινδύνους επειδή ήταν γενετικά· τροποποιημένα. Μια ομάδα πίεσης είπε μάλιστα σε κάποια αντιπροσωπεία της Ζάμπια ότι οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες μπορούσαν να προκαλέσουν μολύνσεις από ρετροϊούς. Όπως γράφει ο Ρόμπερτ Πάρλμπεργκ "Ευρωπαίοι επιβάλλουν τα πιο ακριβά γούστα στους πιο φτωχούς λαούς». Και ο Ινγκο Πότρυκους, δημιουργός της ποικιλίας του «χρυσού ρυζιού», πιστεύει ότι «η καθολική απόρριψη των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων είναι μια πολυτέλεια προσιτή μόνο σε καλομαθημένους Δυτικούς». Ή, όπως το θετά η Κενυάτισσα επιστήμονας Φλόρενς Γουαμπούγκου, «εσείς οι λαοί του ανεπτυγμένου κόσμου μπορείτε να συζητάτε όσο θέλετε για την αξία των γενετικών τροποποιημένων τροφίμων, αλλά εμείς πρέπει πρώτα να φάμε». Και όμως, η Αφρική είναι η ήπειρος που θα μπορούσε να επωφεληθεί περισσότερο από τις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες, ακριβώς επειδή τόσο πολλοί αγρότες της είναι μικρογαιοκτήμονές με περιορισμένη πρόσβαση σε χημικά φυτοφάρμακα. Στην Ουγκάντα, όπου ένα βασικό είδος καλλιέργειας η μπανάνα, απειλείται από τον μύκητα «Μαύρο Σιγκατόκα», ενώ οι ανθεκτικές ποικιλίες της -που έχουν και γονίδια ρυζιού- προβλέπεται να παραμείνουν για πολλά χρόνια ακόμα εκτός αγοράς λόγω ρυθμιστικών κανονισμών, τα πειραματικά γενετικά τροποποιημένα φυτά φυλάσσονται πίσω από κλειδωμένους φράκτες, όχι για να μην ποδοπατηθούν από τις διαμαρτυρόμενες ελίτ, αλλά για να προστατευτούν από όσους ανυπομονούν να τα χρησιμοποιήσουν. Η κατά κεφαλήν παραγωγή τροφίμων στην Αφρική έχει μειωθεί κατά 20% μέσα σε 35 χρόνια. Σχεδόν το 15% της αφρικανικής σοδειάς καλαμποκιού καταστρέφεται από κάμπιες που τρυπούν τους βλαστούς, ενώ ίσες ή και μεγαλύτερες απώλειες προκαλούν τα σκαθάρια στους χώρους αποθήκευσης- το «καλαμπόκι bt», αντίθετα, είναι ανθεκτικό και στα δύο αυτά παράσιτα. Τα ιδιοκτησιακή δικαιώματα, εξάλλου, δεν αποτελούν εμπόδιο, αφού οι εταιρείες και τα ιδρύματα της Δύσης χαρίζουν πρόθυμα τέτοιες ποικιλίες στους Αφρικανούς αγρότες μέσω οργανισμών όπως το Αφρικανικό Ίδρυμα Αγροτικής Τεχνολογίας Κάποιες αμυδρές ελπίδες έχουν αρχίσει να διαφαίνονται. Το 2010 αναμενόταν να αρχίσει στην Κένυα η πειραματική καλλιέργεια ενός καλαμποκιού ανθεκτικού στην ξηρασία και στα έντομα, αν και θα ακολουθήσουν πολυετείς έλεγχοι ασφάλειας. Κατά ειρωνικό τρόπο, το κύριο επίτευγμα σε παγκόσμιο επίπεδο της εκστρατείας κατά των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων ήταν να καθυστερήσει η μείωση των χημικών παρασιτοκτόνων και να διασφαλιστεί ότι μόνο οι εμπορικές καλλιέργειες μπορούσαν, για οικονομικούς λόγους, να φτάσουν μέχρι την αγορά διαπερνώντας το δάσος των ρυθμιστικών κανονισμών, με αποτέλεσμα τον ουσιαστικό αποκλεισμό των μικρών αγροτών και των φιλανθρωπικών οργανισμών από τις καλλιέργειες. Η γενετική μηχανική παρέμεινε για αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα προνόμιο των μεγάλων εταιρειών που μπορούσαν να αντεπεξέλθουν οικονομικά στις ρυθμίσεις που είχαν επιβληθεί υπό την πίεση των οικολόγων. Εντούτοις, τα περιβαλλοντικά οφέλη των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών είναι ήδη τεράστια - η χρήση φυτό-φαρμάκων υποχωρεί ραγδαία οπουδήποτε καλλιεργείται γενετικά τροποποιημένο βαμβάκι, και η σπορά χωρίς όργωμα εμπλουτίζει το έδαφος οπουδήποτε καλλιεργείται σόγια ανθεκτική στα ζιζανιοκτόνα. Αλλά τα οφέλη θα είναι πολύ περισσότερα στο μέλλον. Ήδη ετοιμάζονται φυτά που θα είναι ανθεκτικά στην ξηρασία, το αλάτι και το τοξικό αλουμίνιο. Οι σολομοί των ιχθυοτροφείων μπορεί σύντομα να τρέφονται με σόγια εμπλουτισμένη με λυσίνη, ώστε να μη χρειάζεται να αφανίζονται για τη διατροφή τους οι ελεύθεροι πληθυσμοί ψαριών. Όταν θα διαβάζετε τις γραμμές αυτές, μπορεί να υπάρχουν ήδη στην αγορά φυτά που θα απορροφούν αποτελεσματικότερα το άζωτο ώστε να επιτυγχάνεται μεγαλύτερη απόδοση με λιγότερο από το μισό λίπασμα' με τον τρόπο αυτό θα σωθούν οι υδροβιότοποι από τον ευτροφισμό και η ατμόσφαιρα από ένα αέριο θερμοκηπίου (το υποξείδιο του αζώτου) που είναι τριακόσιες φορές πιο δραστικό από το διοξείδιο του άνθρακα, ενώ θα περιοριστεί επίσης η ποσότητα ορυκτών καυσίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή λιπασμάτων - για να μην αναφέρουμε τη μείωση του κόστους για τους αγρότες. Μολονότι ορισμένα από τα παραπάνω θα ήταν εφικτά και χωρίς τη μεταβίβαση γονιδίων, μέσω αυτής μπορούμε να τα πετύχουμε με πολύ πιο γρήγορο και ασφαλή τρόπο. Αλλά η Greenpeace και οι Φίλοι της Γης επιμένουν να τα απορρίπτουν όλα συλλήβδην. Υπάρχει ένα σημείο όπου η κριτική της σύγχρονης γεωργίας από τους οικολόγους έχει ισχυρά επιχειρήματα. Στον βωμό της ποσότητας η επιστήμη μπορεί να έχει θυσιάσει τη θρεπτική ποιότητα των τροφίμων. Μάλιστα, η προσπάθεια να εξασφαλιστούν στον 20ό αιώνα ολοένα και περισσότερες θερμίδες για τον διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό στέφθηκε από τόσο μεγάλη επιτυχία που οι ασθένειες που προκαλούνται από τη μαζική άγευστη τροφή κάνουν θραύση: παχυσαρκία, καρδιοπάθειες, διαβήτης και, ίσως, κατάθλιψη. Για παράδειγμα, τα σύγχρονα φυτικά έλαια και το άφθονο κόκκινο κρέας ευθύνονται για μια διατροφή φτωχή σε λιπαρά οξέα ωμέγα-3, που μπορεί να ευνοεί τις καρδιοπάθειες· το σύγχρονο σιτάλευρο είναι πλούσιο σε αμυλοπηκτίνη, που μπορεί να ενισχύει την αντίσταση του οργανισμού στην ινσουλίνη, προκαλώντας διαβήτη· ενώ το καλαμπόκι έχει ιδιαίτερα χαμηλή περιεκτικότητα στο αμινοξύ τρυπτοφάνη, έναν πρόδρομο της σεροτονίνης, του νευρομεταβιβαστή της «ευδιαθεσίας». Οι καταναλωτές θα περιμένουν δικαίως από την επόμενη γενιά των φυτικών ποικιλιών να διορθώσει αυτές τις ατέλειες. Θα μπορούσαν να τις αντιμετωπίσουν οι ίδιοι τρώγοντας περισσότερα ψάρια, φρούτα και λαχανικά. Ωστόσο, η επιλογή αυτή δεν θα απαιτούσε μόνο αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, αλλά και θα ανταποκρινόταν περισσότερο στις δυνατότητες των πλούσιων παρά των φτωχών, οπότε θα διευρύνονταν οι ανισότητες στον τομέα της υγείας. Επικρίνοντας το εμπλουτισμένο με βιταμίνες ρύζι η Ινδή ακτιβίστρια Βαντάνα Σίβα πρότεινε -σαν άλλη Μαρία Αντουανέτα- να τρέφονται οι Ινδοί με περισσότερο κρέας, σπανάκι και μάνγκο, αντί να βασίζονται στο «χρυσό ρύζι». Αντίθετα, η γενετική τροποποίηση προσφέρει μια προφανή λύση. Να εισαγάγουμε υγιεινά θρεπτικά στοιχεία σε ποικιλίες με υψηλές αποδόσεις: τρυπτοφάνη στο καλαμπόκι για την καταπολέμηση της κατάθλιψης, γονίδια-μεταφορείς ασβεστίου στα καρότα για την καταπολέμηση της οστεοπόρωσης στους ανθρώπους που δεν μπορούν να πιουν γάλα, βιταμίνες και μεταλλικά στοιχεία στο σόργο και την κασάβα για όσους τα χρησιμοποιούν ως βασικά είδη διατροφής. Μέχρι να εκδοθεί το βιβλίο αυτό, θα πρέπει να βρίσκεται ήδη καθ οδον προς τα αμερικανικά σούπερ-μάρκετ η σόγια με λιπαρά οξέα ωμέγα-3 που δημιουργήθηκε στη Νότια Ντακότα. Το προϊόν αυτό υπόσχεται να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων και ίσως να βελτιώσει την ψυχική υγεία όσων χρησιμοποιούν το αντίστοιχο σογιέλαιο στο μαγείρεμα - και ταυτόχρονα μπορεί να περιορίσει την πίεση που ασκείται στους ελεύθερους πληθυσμούς ψαριών από τα οποία προέρχονται τα ιχθυέλαια. *** Matt Ridley -Ορθολογική αισιοδοξία. Πώς αναδύεται εξελικτικά η ευημερία. Μετάφραση: Έλσα Βιδάλη. Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης




Οι πολλοί τρόποι τροποποίησης γονιδίων

Φυσικά, όλα τα καλλιεργούμενα φυτά είναι -σχεδόν εξ ορισμού- «γενετικά τροποποιημένα».

Αποτελούν τερατώδη μεταλλάγματα που έχουν την ικανότητα να παράγουν αφύσικα μεγάλους και «γυμνούς» σπόρους ή μεστούς και γλυκούς καρπούς και εξαρτώνται από την ανθρώπινη παρέμβαση για να επιβιώσουν.

Τα καρότα οφείλουν το πορτοκαλί χρώμα τους στην επιλογή ενός μεταλλαγμένου τύπου τους που ανακαλύφθηκε ίσως μόλις τον 16ο αιώνα στην Ολλανδία. Οι μπανάνες είναι στείρες και δεν μπορούν να βγάλουν σπόρους. Το σιτάρι έχει σε κάθε κύτταρό του τρία πλήρως διπλοειδή (διπλά) γονιδιώματα, καταγόμενα από τρία διαφορετικά άγρια αγρωστώδη, και είναι απλώς αδύνατο να επιβιώσει σε άγρια μορφή - δεν απαντάται ποτέ ως παράσιτο.

Τόσο στο ρύζι, όσο και στο καλαμπόκι και το σιτάρι υπάρχουν γενετικές μεταλλάξεις που τροποποιούν την ανάπτυξη του φυτού για να αυξήσουν το μέγεθος των σπόρων, να εμποδίσουν τον διασκορπισμό τους και να διευκολύνουν την απομάκρυνση του φλοιού με το αλώνισμα. Οι μεταλλαγμένοι αυτοί τύποι επιτάχθηκαν, αν και ακούσια, από τους πρώτους αγρότες που τους έσπειραν και τους θέρισαν.

Αλλά η σύγχρονη τεχνολογία της γενετικής τροποποίησης, που χρησιμοποιεί μεμονωμένα γονίδια, απειλήθηκε με αφανισμό ήδη από τη γέννησή της, εξαιτίας παράλογων φόβων που υποδαυλίστηκαν από διάφορες ομάδες πολιτικής πίεσης. Αρχικά ισχυρίστηκαν ότι τα τρόφιμα μπορεί να ήταν επικίνδυνα. Αφού καταναλώθηκαν ένα τρισεκατομμύριο γεύματα με γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα χωρίς να αρρωστήσει ούτε ένας άνθρωπος, το επιχείρημα αυτό εγκαταλείφθηκε. Στη συνέχεια, υποστήριξαν πως είναι αφύσικο να μεταπηδούν τα γονίδια από το ένα είδος στο άλλο.

Εντούτοις, το σιτάρι, το ευρύτερα καλλιεργούμενο είδος, αποτελεί μια αφύσικη «πολυπλοειδική» συγχώνευση τριών άγριων φυτών, ενώ η οριζόντια μεταβίβαση γονιδίων εμφανίζεται σε πολλά φυτά, όπως στην Amborella, ένα πρωτόγονο ανθοφόρο φυτό που αποδείχθηκε ότι έχει δανειστεί αλληλουχίες DNA από τα βρύα και τις άλγες. (Μάλιστα, έχει υπάρξει περίπτωση όπου DNA έχει μεταπηδήσει με φυσικό τρόπο από φίδια στα τρωκτικά «γερβίλους», μέσω ενός ιού)



Αργότερα, είπαν ότι τα γενετικά τροποποιημένα φυτά παράγονταν και πωλούνταν με σκοπό το κέρδος και όχι τη στήριξη των αγροτών. Το ίδιο ισχύει όμως και για τα τρακτέρ. Στη συνέχεια, προέβαλαν το παράδοξο επιχείρημα ότι καλλιέργειες που είναι ανθεκτικές σε ένα ζιζανιοκτόνο μπορεί να διασταυρωθούν με άγρια φυτά και να δημιουργηθεί έτσι ένα «σούπερ» αγριόχορτο που θα είναι αδύνατο να εξοντωθεί - από το συγκεκριμένο ζιζανιοκτόνο. Και το επιχείρημα αυτό προερχόταν από ανθρώπους που ούτως ή άλλως ήταν εναντίον των ζιζανιοκτόνων, οπότε τι θα μπορούσε να ήταν πιο αρεστό στους ίδιους από την αχρήστευση ενός ζιζανιοκτόνου;



Το 2008, λιγότερο από είκοσι πέντε χρόνια μετά την ανακάλυψή τους, οι γενετικά τροποποιημένες ποικιλίες καλλιεργούνταν ήδη στο 10% της συνολικής αρόσιμης γης, δηλαδή σε 120 εκατομμύρια στρέμματα: μία από τις πιο γρήγορες και επιτυχημένες εφαρμογές μιας νέας τεχνολογίας στην ιστορία της γεωργίας. Μόνο σε μερικές περιοχές της Ευρώπης και της Αφρικής οι γεωργοί και οι καταναλωτές στερήθηκαν την πρόσβαση σε αυτές τις καλλιέργειες λόγω των πιέσεων που άσκησαν μαχητικοί οικολόγοι, με τη «συνηθισμένη αδιαφορία τους απέναντι στην πείνα», κατά τη διατύπωση του Στιούαρτ Μπραντ.

Μετά από έντονη κινητοποίηση Δυτικών ακτιβιστών, οι αφρικανικές κυβερνήσεις πείστηκαν να επιβάλουν στα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα γραφειοκρατικές ρυθμίσεις, με αποτέλεσμα η εμπορική καλλιέργειά τους να περιοριστεί σε τρεις μόνο χώρες (Νότια Αφρική, Μπουρκίνα Φάσο και Αίγυπτο). Σε μια περιβόητη υπόθεση το 2002, η Ζάμπια έφτασε στο σημείο να απορρίψει εν μέσω λιμού, βοήθεια σε τρόφιμα από το εξωτερικό, αφού πείστηκε από τη Διεθνή Greenpeace, τους Φίλους της Γης (Friends of the Earth) και άλλες οργανώσεις ότι τα τρόφιμα μπορεί να ενείχαν κινδύνους επειδή ήταν γενετικά· τροποποιημένα. Μια ομάδα πίεσης είπε μάλιστα σε κάποια αντιπροσωπεία της Ζάμπια ότι οι γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες μπορούσαν να προκαλέσουν μολύνσεις από ρετροϊούς.

Όπως γράφει ο Ρόμπερτ Πάρλμπεργκ "Ευρωπαίοι επιβάλλουν τα πιο ακριβά γούστα στους πιο φτωχούς λαούς». Και ο Ινγκο Πότρυκους, δημιουργός της ποικιλίας του «χρυσού ρυζιού», πιστεύει ότι «η καθολική απόρριψη των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων είναι μια πολυτέλεια προσιτή μόνο σε καλομαθημένους Δυτικούς». Ή, όπως το θετά η Κενυάτισσα επιστήμονας Φλόρενς Γουαμπούγκου, «εσείς οι λαοί του ανεπτυγμένου κόσμου μπορείτε να συζητάτε όσο θέλετε για την αξία των γενετικών τροποποιημένων τροφίμων, αλλά εμείς πρέπει πρώτα να φάμε».

Και όμως, η Αφρική είναι η ήπειρος που θα μπορούσε να επωφεληθεί περισσότερο από τις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες, ακριβώς επειδή τόσο πολλοί αγρότες της είναι μικρογαιοκτήμονές με περιορισμένη πρόσβαση σε χημικά φυτοφάρμακα. Στην Ουγκάντα, όπου ένα βασικό είδος καλλιέργειας η μπανάνα, απειλείται από τον μύκητα «Μαύρο Σιγκατόκα», ενώ οι ανθεκτικές ποικιλίες της -που έχουν και γονίδια ρυζιού- προβλέπεται να παραμείνουν για πολλά χρόνια ακόμα εκτός αγοράς λόγω ρυθμιστικών κανονισμών, τα πειραματικά γενετικά τροποποιημένα φυτά φυλάσσονται πίσω από κλειδωμένους φράκτες, όχι για να μην ποδοπατηθούν από τις διαμαρτυρόμενες ελίτ, αλλά για να προστατευτούν από όσους ανυπομονούν να τα χρησιμοποιήσουν.

Η κατά κεφαλήν παραγωγή τροφίμων στην Αφρική έχει μειωθεί κατά 20% μέσα σε 35 χρόνια. Σχεδόν το 15% της αφρικανικής σοδειάς καλαμποκιού καταστρέφεται από κάμπιες που τρυπούν τους βλαστούς, ενώ ίσες ή και μεγαλύτερες απώλειες προκαλούν τα σκαθάρια στους χώρους αποθήκευσης- το «καλαμπόκι bt», αντίθετα, είναι ανθεκτικό και στα δύο αυτά παράσιτα. Τα ιδιοκτησιακή δικαιώματα, εξάλλου, δεν αποτελούν εμπόδιο, αφού οι εταιρείες και τα ιδρύματα της Δύσης χαρίζουν πρόθυμα τέτοιες ποικιλίες στους Αφρικανούς αγρότες μέσω οργανισμών όπως το Αφρικανικό Ίδρυμα Αγροτικής Τεχνολογίας Κάποιες αμυδρές ελπίδες έχουν αρχίσει να διαφαίνονται. Το 2010 αναμενόταν να αρχίσει στην Κένυα η πειραματική καλλιέργεια ενός καλαμποκιού ανθεκτικού στην ξηρασία και στα έντομα, αν και θα ακολουθήσουν πολυετείς έλεγχοι ασφάλειας.

Κατά ειρωνικό τρόπο, το κύριο επίτευγμα σε παγκόσμιο επίπεδο της εκστρατείας κατά των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων ήταν να καθυστερήσει η μείωση των χημικών παρασιτοκτόνων και να διασφαλιστεί ότι μόνο οι εμπορικές καλλιέργειες μπορούσαν, για οικονομικούς λόγους, να φτάσουν μέχρι την αγορά διαπερνώντας το δάσος των ρυθμιστικών κανονισμών, με αποτέλεσμα τον ουσιαστικό αποκλεισμό των μικρών αγροτών και των φιλανθρωπικών οργανισμών από τις καλλιέργειες.

Η γενετική μηχανική παρέμεινε για αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα προνόμιο των μεγάλων εταιρειών που μπορούσαν να αντεπεξέλθουν οικονομικά στις ρυθμίσεις που είχαν επιβληθεί υπό την πίεση των οικολόγων. Εντούτοις, τα περιβαλλοντικά οφέλη των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών είναι ήδη τεράστια - η χρήση φυτό-φαρμάκων υποχωρεί ραγδαία οπουδήποτε καλλιεργείται γενετικά τροποποιημένο βαμβάκι, και η σπορά χωρίς όργωμα εμπλουτίζει το έδαφος οπουδήποτε καλλιεργείται σόγια ανθεκτική στα ζιζανιοκτόνα.



Αλλά τα οφέλη θα είναι πολύ περισσότερα στο μέλλον. Ήδη ετοιμάζονται φυτά που θα είναι ανθεκτικά στην ξηρασία, το αλάτι και το τοξικό αλουμίνιο. Οι σολομοί των ιχθυοτροφείων μπορεί σύντομα να τρέφονται με σόγια εμπλουτισμένη με λυσίνη, ώστε να μη χρειάζεται να αφανίζονται για τη διατροφή τους οι ελεύθεροι πληθυσμοί ψαριών. Όταν θα διαβάζετε τις γραμμές αυτές, μπορεί να υπάρχουν ήδη στην αγορά φυτά που θα απορροφούν αποτελεσματικότερα το άζωτο ώστε να επιτυγχάνεται μεγαλύτερη απόδοση με λιγότερο από το μισό λίπασμα' με τον τρόπο αυτό θα σωθούν οι υδροβιότοποι από τον ευτροφισμό και η ατμόσφαιρα από ένα αέριο θερμοκηπίου (το υποξείδιο του αζώτου) που είναι τριακόσιες φορές πιο δραστικό από το διοξείδιο του άνθρακα, ενώ θα περιοριστεί επίσης η ποσότητα ορυκτών καυσίμων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή λιπασμάτων - για να μην αναφέρουμε τη μείωση του κόστους για τους αγρότες.

Μολονότι ορισμένα από τα παραπάνω θα ήταν εφικτά και χωρίς τη μεταβίβαση γονιδίων, μέσω αυτής μπορούμε να τα πετύχουμε με πολύ πιο γρήγορο και ασφαλή τρόπο. Αλλά η Greenpeace και οι Φίλοι της Γης επιμένουν να τα απορρίπτουν όλα συλλήβδην.

Υπάρχει ένα σημείο όπου η κριτική της σύγχρονης γεωργίας από τους οικολόγους έχει ισχυρά επιχειρήματα. Στον βωμό της ποσότητας η επιστήμη μπορεί να έχει θυσιάσει τη θρεπτική ποιότητα των τροφίμων. Μάλιστα, η προσπάθεια να εξασφαλιστούν στον 20ό αιώνα ολοένα και περισσότερες θερμίδες για τον διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό στέφθηκε από τόσο μεγάλη επιτυχία που οι ασθένειες που προκαλούνται από τη μαζική άγευστη τροφή κάνουν θραύση: παχυσαρκία, καρδιοπάθειες, διαβήτης και, ίσως, κατάθλιψη.

Για παράδειγμα, τα σύγχρονα φυτικά έλαια και το άφθονο κόκκινο κρέας ευθύνονται για μια διατροφή φτωχή σε λιπαρά οξέα ωμέγα-3, που μπορεί να ευνοεί τις καρδιοπάθειες· το σύγχρονο σιτάλευρο είναι πλούσιο σε αμυλοπηκτίνη, που μπορεί να ενισχύει την αντίσταση του οργανισμού στην ινσουλίνη, προκαλώντας διαβήτη· ενώ το καλαμπόκι έχει ιδιαίτερα χαμηλή περιεκτικότητα στο αμινοξύ τρυπτοφάνη, έναν πρόδρομο της σεροτονίνης, του νευρομεταβιβαστή της «ευδιαθεσίας».

Οι καταναλωτές θα περιμένουν δικαίως από την επόμενη γενιά των φυτικών ποικιλιών να διορθώσει αυτές τις ατέλειες. Θα μπορούσαν να τις αντιμετωπίσουν οι ίδιοι τρώγοντας περισσότερα ψάρια, φρούτα και λαχανικά. Ωστόσο, η επιλογή αυτή δεν θα απαιτούσε μόνο αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, αλλά και θα ανταποκρινόταν περισσότερο στις δυνατότητες των πλούσιων παρά των φτωχών, οπότε θα διευρύνονταν οι ανισότητες στον τομέα της υγείας. Επικρίνοντας το εμπλουτισμένο με βιταμίνες ρύζι η Ινδή ακτιβίστρια Βαντάνα Σίβα πρότεινε -σαν άλλη Μαρία Αντουανέτα- να τρέφονται οι Ινδοί με περισσότερο κρέας, σπανάκι και μάνγκο, αντί να βασίζονται στο «χρυσό ρύζι».

Αντίθετα, η γενετική τροποποίηση προσφέρει μια προφανή λύση. Να εισαγάγουμε υγιεινά θρεπτικά στοιχεία σε ποικιλίες με υψηλές αποδόσεις: τρυπτοφάνη στο καλαμπόκι για την καταπολέμηση της κατάθλιψης, γονίδια-μεταφορείς ασβεστίου στα καρότα για την καταπολέμηση της οστεοπόρωσης στους ανθρώπους που δεν μπορούν να πιουν γάλα, βιταμίνες και μεταλλικά στοιχεία στο σόργο και την κασάβα για όσους τα χρησιμοποιούν ως βασικά είδη διατροφής.

Μέχρι να εκδοθεί το βιβλίο αυτό, θα πρέπει να βρίσκεται ήδη καθ οδον προς τα αμερικανικά σούπερ-μάρκετ η σόγια με λιπαρά οξέα ωμέγα-3 που δημιουργήθηκε στη Νότια Ντακότα. Το προϊόν αυτό υπόσχεται να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων και ίσως να βελτιώσει την ψυχική υγεία όσων χρησιμοποιούν το αντίστοιχο σογιέλαιο στο μαγείρεμα - και ταυτόχρονα μπορεί να περιορίσει την πίεση που ασκείται στους ελεύθερους πληθυσμούς ψαριών από τα οποία προέρχονται τα ιχθυέλαια.
***



Matt Ridley -Ορθολογική αισιοδοξία. Πώς αναδύεται εξελικτικά η ευημερία.

Μετάφραση: Έλσα Βιδάλη. Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης

antikleidi.com
Σχόλια