Η μεσαία τάξη στο ικρίωμα
Η μεσαία τάξη στο ικρίωμα
Βασίλης Βιλιάρδος
Οι Πολίτες και οι κοινωνικές ομάδες τους υπολογίζουν το κόστος της μη συμμόρφωσης τους οπότε, όταν θεωρούν πως είναι δυσανάλογο με αυτά που θα κέρδιζαν ή με αυτά που έχουν και δεν θέλουν να χάσουν, επιλέγουν να το αποφύγουν – υπακούοντας στις εντολές του κράτους.
.
«Η ένδοξη επανάσταση του 1688 στην Αγγλία εξελίχθηκε ειρηνικά, οδηγώντας τη χώρα σε ένα διαρκώς αυξανόμενο βιοτικό επίπεδο – επάνω στο οποίο στηρίχθηκε η μετέπειτα βρετανική αυτοκρατορία
Αντίθετα, η γαλλική επανάσταση του 1789 ήταν βίαιη και καταστροφική – με αποτέλεσμα, το βιοτικό επίπεδο των Γάλλων να ευρίσκεται για έναν ολόκληρο αιώνα πίσω από το αντίστοιχο των Βρετανών. Η διαφορά μεταξύ των δύο επαναστάσεων εναντίον των τότε απολυταρχικών καθεστώτων, της αυταρχικής ηγεμονίας καλύτερα, ήταν ο τρόπος διαχείρισης των δημοσίων χρεών” (H. James).
Σε παγκόσμιο επίπεδο φαίνεται πως έχουν δημιουργηθεί δύο αντιμαχόμενες πολιτικές ομάδες: οι λαϊκιστές και οι ελίτ, οι οποίες χρησιμοποιούν το όνομα «λαϊκιστές» για την πρώτη ομάδα τόσο συχνά, όσο οι «λαϊκιστές» χαρακτηρίζουν τους δεύτερους ως «ελίτ». Στη Δύση τώρα υπάρχουν μόνο οι ακροδεξιοί «λαϊκιστές», όπως θεωρείται ο κ. Trump, οι υποστηρικτές του BREXIT, η νέα κυβέρνηση της Ιταλίας ή ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας – οι οποίοι ανέρχονται στην εξουσία μόνο εάν υποστηριχθούν από τα δεξιά κόμματα (στη Γαλλία η δεξιά στήριξε από άγνοια την επιλογή των ελίτ, τον κ. Macron). Θεωρούνται δε εθνικιστές, ενώ τάσσονται υπέρ των φτωχών εισοδηματικών τάξεων και του προστατευτισμού – αλλά εναντίον του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, της πολιτικής λιτότητας, της παγκοσμιοποίησης και της μετανάστευσης, υπέρ των οποίων είναι οι «ελίτ». Εμείς έχουμε ονομάσει αυτά τα κόμματα πατριωτικά, λαϊκά και δημοκρατικά – περιγράφοντας τις ιδιαιτερότητες τους (ανάλυση).
Αριστεροί «λαϊκιστές» ουσιαστικά δεν υπάρχουν, όπως χαρακτηρίσθηκε η ελληνική κυβέρνηση με κριτήριο τις προεκλογικές δηλώσεις της προτού ανέλθει στην εξουσία ή οι Podemos στην Ισπανία – επειδή έχουν υποταχθεί/συμβιβασθεί ή αλωθεί από τις ελίτ. Εν προκειμένω εφαρμόζουν πιστά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική καλύτερα από τα δεξιά κόμματα, παρά το ότι δημόσια δηλώνουν την έντονη αποστροφή τους – με την έννοια πως καταφέρνουν να διατηρούν πολύ πιο καλά υπό έλεγχο τις μάζες, ληστεύοντας τες χωρίς να εξεγείρονται.
Εκτός αυτού τάσσονται υπέρ των προωθούμενων από τις ελίτ μεταναστευτικών ροών που έχουν σκοπό τον εποικισμό και την αλλοίωση των δυτικών κοινωνιών για να είναι πιο εύκολα ελεγχόμενες, στραγγαλίζουν τη μεσαία τάξη, ενώ διαπλέκονται και διαφθείρονται με τις ελίτ που τους υποστηρίζουν – οπότε αποτελούν την καλύτερη σημερινή επιλογή για το «σύστημα».
Περαιτέρω, η μείωση του πλούτου και των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης δεν αποτελεί μόνο μία οικονομική τάση – αφού μεταφράζεται απ’ ευθείας στον περιορισμό της πολιτικής της δύναμης. Υπενθυμίζουμε εδώ πως ο πρόεδρος Μάο είχε πει μεν ότι, «η πολιτική εξουσία πηγάζει από την κάνη του όπλου», αλλά αυτό ισχύει μόνο υπό ορισμένες προϋποθέσεις – αφού υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της βίας και της δύναμης/εξουσίας, ενώ μόνο η βία που στηρίζει την εξουσία πηγάζει από την κάνη του όπλου, εάν έχει βέβαια τη δυνατότητα να εξαναγκάζει τους ανθρώπους να υπακούουν σε εντολές υπό το φόβο του θανάτου.
Η πραγματική δύναμη όμως σήμερα δεν πηγάζει από την άμεση βία της εποχής του Μάο, αλλά από την έμμεση – από την πεποίθηση των ανθρώπων ότι, το κράτος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει βία, εάν δεν συμμορφωθούν με τους κανόνες που τους επιβάλλει. Για παράδειγμα πως εάν δεν καταθέσουν τις φορολογικές τους δηλώσεις, εάν δεν δηλώσουν σωστά τα εισοδήματα τους ή εάν δεν πληρώνουν, θα διωχθούν ποινικά – με αποτέλεσμα οι περισσότεροι να συμμορφώνονται.
Σε τελική ανάλυση λοιπόν η δύναμη και η εξουσία σήμερα στηρίζονται επίσης στη βία: στην πίστη πως το κράτος (η Τρόικα ή η Γερμανία στην περίπτωση της Ελλάδας) θα μπορούσε να ασκήσει συντριπτική βία, εάν χρειαστεί – εφόσον οι άνθρωποι αντιδράσουν βγαίνοντας στους δρόμους ή πάψουν να πληρώνουν τα χαράτσια» που τους επιβάλλονται στα περιουσιακά τους στοιχεία, παρά το ότι τα απέκτησαν με φορολογημένα χρήματα.
Ουσιαστικά εδώ ο λαός υπολογίζει το κόστος της μη συμμόρφωσης του οπότε, όταν θεωρεί πως είναι δυσανάλογο με αυτά που θα κέρδιζε ή με αυτά που έχει και δεν θέλει να χάσει, επιλέγει να το αποφύγει – υπακούοντας στις εντολές του κράτους.
Εάν τώρα η Ελλάδα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη χωρίς να υποστεί σοβαρές συνέπειες ή η Βρετανία την ΕΕ χωρίς να τιμωρηθεί αυστηρά, τότε οι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί με σχετικά αντίστοιχα προβλήματα θα πίστευαν πως το κόστος της μη συμμόρφωσης τους είναι χαμηλότερο από αυτά που θα κέρδιζαν – οπότε θα ακολουθούσαν τον ίδιο δρόμο. Επομένως, η αυστηρή τιμωρία της Βρετανίας είναι δεδομένη – όπως επίσης της Ελλάδας, εάν αποφάσιζε να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη.
Από την άλλη πλευρά, όσο πιο πολλά χάνουν οι Έλληνες από την πολιτική της Τρόικα, τόσο πιο λίγα έχουν να χάσουν ακόμη, οπότε τόσο μεγαλύτερα είναι τα ποσοστά αυτών που τάσσονται εναντίον του ευρώ – το οποίο θεωρούν ως υπεύθυνο των δεινών τους, επειδή φοβούνται να αντικρίσουν την ψυχρή πραγματικότητα, η οποία θα τους υποχρέωνε να εξεγερθούν (το ότι δηλαδή θα ληστευθούν ανεξάρτητα από το νόμισμα, έχοντας πέσει στην παγίδα του χρέους).
Το κλειδί της έμμεσης βίας
Συνεχίζοντας, το κλειδί για την εκούσια συμμόρφωση είναι το μέγεθος του κινδύνου. Για παράδειγμα, αυτοί που κατέχουν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, με κριτήριο αυτά που οι ίδιοι θεωρούν ως σημαντικά, έχουν διαφορετικό μέγεθος κινδύνου, συγκριτικά με αυτούς που έχουν λιγότερα ή δεν έχουν καθόλου.
Ως εκ τούτου τα κράτη, ακολουθώντας τις συμβουλές των ελίτ, στηρίζουν κυρίως αυτούς που δεν έχουν καθόλου – που δεν μπορούν δηλαδή να χάσουν τίποτα, οπότε ο κίνδυνος να εξεγερθούν είναι τεράστιος. Επομένως στηρίζουν τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα όχι από σοσιαλιστική καλοσύνη, αλλά επειδή γνωρίζουν πολύ καλά ότι, δεν μπορούν να ασκήσουν έμμεση βία σε αυτούς που δεν έχουν να χάσουν τίποτα – ούτε φυσικά να τους αναγκάσουν να συμμορφωθούν εκούσια. Ως εκ τούτου, τα συμφέροντα των ελίτ συμπίπτουν σήμερα παραδόξως με τις «αριστερίζουσες» πολιτικές – οι οποίες άλλωστε μπορούν να τα επιβάλλουν καλύτερα.
Εν τούτοις, οι ελίτ δεν στηρίζουν τις κατώτερες εισοδηματικές τάξεις με δικά τους χρήματα, αφού είναι άπληστες και αχόρταγες – αλλά με τα χρήματα της μεσαίας τάξης, η οποία εξακολουθεί να συμμορφώνεται «εκούσια», επειδή έχει ακόμη κάποια πράγματα να χάσει. Παράλληλα, με τη βοήθεια των κεντρικών τραπεζών, οι ελίτ ληστεύουν επίσης τη μεσαία τάξη σε ολόκληρη τη Δύση – ενώ σε κράτη που έχουν υπερχρεωθεί, όπως η Ελλάδα, ληστεύουν τη δημόσια περιουσία και την εγχώρια ελίτ, επί πλέον της μεσαίας τάξης, την οποία κυριολεκτικά στραγγαλίζουν (περιορισμός του κοινωνικού κράτους, υπερβολική φορολόγηση, κατασχέσεις, πλειστηριασμοί κοκ).
Περαιτέρω, ως αποτέλεσμα των παραπάνω, το μερίδιο της μεσαίας τάξης στον πλούτο μειώνεται συνεχώς – γεγονός που σημαίνει ότι, η εξουσία του κράτους στη μεσαία τάξη περιορίζεται ανάλογα και χαλαρώνει επικίνδυνα. Έτσι το κίνητρο της να αγωνισθεί για να προστατευθεί, εν πρώτοις για πολιτική επιρροή, αυξάνεται.
Αντίθετα το μερίδιο της κατώτερης εισοδηματικής τάξης, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κράτος προνοίας, παραμένει ουσιαστικά αναλλοίωτο, οπότε αυξάνεται σε σχέση με τη μεσαία – με αποτέλεσμα να μην έχει καμία σχεδόν διάθεση να αγωνιστεί. Ως εκ τούτου η ανώτατη, πιο οργανωμένη και ισχυρή, κυριαρχεί – έχοντας το μέγιστο των κινήτρων να αγωνιστεί.
Οι επιλογές της μεσαίας τάξης
Στα πλαίσια αυτά, η μεσαία τάξη έχει τις εξής τρεις επιλογές: (α) είτε να συνεχίσει να αγωνίζεται για ένα μερίδιο στον πλούτο που συρρικνώνεται συνεχώς, σε ένα διαφθαρμένο σύστημα, (β) είτε να αποχωρήσει (μεταναστεύσει), αναζητώντας αλλού την τύχη της, (γ) είτε να διολισθήσει στην κατώτερη τάξη που έχει τις προϋποθέσεις για τα πλήρη κοινωνικά επιδόματα του κράτους προνοίας.
Η μείωση τώρα του ποσοστού της μεσαίας τάξης είναι η πηγή της αδυναμίας ανάπτυξης, καθώς επίσης της μεγάλης πολιτικής αστάθειας που διαπιστώνεται στη Δύση – σε πλήρη αντίθεση με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως στο παράδειγμα της Κίνας, στην οποία η άνοδος της μεσαίας τάξης έχει αυξήσει την πολιτική σταθερότητα, με μακροπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα για την οικονομία της παρά τα χρέη της. Στο γράφημα φαίνεται η άνοδος των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης στις Η.Π.Α. από το 1988 έως το 2008 (4%), σε σύγκριση με αυτήν της Κίνας (70%).
Σε κάθε περίπτωση, η κατώτερη τάξη θα φτάσει στο 40% του πληθυσμού, μετά στο 50% κοκ. – οπότε κάποια στιγμή δεν θα αποφευχθεί μία αιματηρή κοινωνική εξέγερση τεραστίων διαστάσεων, υπενθυμίζοντας τα εξής:
«Νομίζαμε ανόητα πως αποτελούσαμε τη μεσαία τάξη, έως ότου ανακαλύψαμε πως δεν είμαστε τίποτα άλλο, από θλιβερά φορολογικά υποζύγια και σκλάβοι χρέους – έχοντας μετατραπεί σε τέτοιους μέσω της κρατικής βίας, την οποία μας επέβαλλαν οι ελίτ και οι αγορές. Τότε, επειδή δεν είχαμε τίποτα άλλο πλέον να χάσουμε, εξεγερθήκαμε – αποδεικνύοντας πως πράγματι η βία που αποτυχαίνει λειτουργεί εις βάρος της εξουσίας” (C.Hugh–Smith).
Φυσικά δεν πρόκειται για κάτι νομοτελειακό, αφού οι ελίτ θα μπορούσαν να επιλέξουν έναν παγκόσμιο πόλεμο για να το αποφύγουν – κάτι που δεν είναι καθόλου απίθανο, όπως ίσως ακούγεται.
Επίλογος
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έχουμε αναφέρει πολλές φορές ότι η μεσαία τάξη οδηγείται κυριολεκτικά στο ικρίωμα από κυβερνήσεις που, εφαρμόζοντας την πολιτική των ελίτ, μοιράζουν τη φτώχεια χωρίς να ενδιαφέρονται καθόλου για την παραγωγή πλούτου – ενώ φυσικά οι «δανειστές» της χώρας φροντίζουν για τα δικά τους συμφέροντα, υφαρπάζοντας ότι έχει αξία στη χώρα.
Απορούμε δε με την αφέλεια ενός μεγάλου αριθμού φιλελευθέρων, οι οποίοι κατηγορούν την κυβέρνηση για τις δήθεν λανθασμένες αποφάσεις που λαμβάνει – αφού είναι εντελώς σωστές, με κριτήριο όλα όσα αναφέραμε πιο πάνω. Πόσο μάλλον αφού η κατάρρευση της μεσαίας τάξης ικανοποιεί ενδόμυχα την κατώτερη, ειδικά όταν οι δικές της απώλειες είναι πολύ μικρότερες, με αποτέλεσμα να μην επαναστατεί – ενώ φυσικά η μεσαία δεν έχει συνηθίσει να εξεγείρεται, έχοντας επί πλέον ακόμη αρκετά να χάσει.
Εκτός αυτού, η σκόπιμη τιμωρία της κατεστημένης εγχώριας ελίτ όχι λόγω της διαφθοράς της, αλλά με στόχο τη λεηλασία της από τη νέα εγχώρια ελίτ σε συνεργασία με τη διεθνή, ικανοποιεί παράλληλα τις μάζες (άρτος και θεάματα), οπότε δεν εξεγείρονται – σιωπούν δηλαδή όπως τα πρόβατα και απολαμβάνουν το θέαμα, έχοντας την ψευδαίσθηση πως δεν θα πληρώσουν οι ίδιες.
Στα πλαίσια αυτά πιστεύουμε πως δυστυχώς οι Έλληνες θα εξεγερθούν μόνο όταν είναι πολύ αργά – όπως ακριβώς οι Ιταλοί, οι Γάλλοι, οι Αμερικανοί κοκ. Γνωρίζουμε βέβαια πως όσο πιο πολύ καθυστερεί μία εξέγερση, τόσο πιο αιματηρή είναι – εκτός εάν στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα αφελληνισθεί εντελώς η χώρα, μέσω της διαστρέβλωσης της ιστορίας της, της μετανάστευσης των Ελλήνων στο εξωτερικό, της αυξημένης εισροής ξένων στην Ελλάδα, της απώλειας εδαφικής ακεραιότητας κοκ.
Σε μία τέτοια περίπτωση, η Ελλάδα θα μετατραπεί σε μία πολυπολιτισμικό αποικία, στην οποία φυσικά δεν υπάρχουν κοινωνικές αντιδράσεις – αφού το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της θα ανήκει στα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα, τα οποία είναι πολύ πιο εύκολο να ελεγχθούν, ειδικά όταν πρόκειται για πολλές εθνικότητες, χωρίς πολιτισμό και ιστορία.
Βασίλης Βιλιάρδος
Οι Πολίτες και οι κοινωνικές ομάδες τους υπολογίζουν το κόστος της μη συμμόρφωσης τους οπότε, όταν θεωρούν πως είναι δυσανάλογο με αυτά που θα κέρδιζαν ή με αυτά που έχουν και δεν θέλουν να χάσουν, επιλέγουν να το αποφύγουν – υπακούοντας στις εντολές του κράτους.
.
«Η ένδοξη επανάσταση του 1688 στην Αγγλία εξελίχθηκε ειρηνικά, οδηγώντας τη χώρα σε ένα διαρκώς αυξανόμενο βιοτικό επίπεδο – επάνω στο οποίο στηρίχθηκε η μετέπειτα βρετανική αυτοκρατορία
Αντίθετα, η γαλλική επανάσταση του 1789 ήταν βίαιη και καταστροφική – με αποτέλεσμα, το βιοτικό επίπεδο των Γάλλων να ευρίσκεται για έναν ολόκληρο αιώνα πίσω από το αντίστοιχο των Βρετανών. Η διαφορά μεταξύ των δύο επαναστάσεων εναντίον των τότε απολυταρχικών καθεστώτων, της αυταρχικής ηγεμονίας καλύτερα, ήταν ο τρόπος διαχείρισης των δημοσίων χρεών” (H. James).
Σε παγκόσμιο επίπεδο φαίνεται πως έχουν δημιουργηθεί δύο αντιμαχόμενες πολιτικές ομάδες: οι λαϊκιστές και οι ελίτ, οι οποίες χρησιμοποιούν το όνομα «λαϊκιστές» για την πρώτη ομάδα τόσο συχνά, όσο οι «λαϊκιστές» χαρακτηρίζουν τους δεύτερους ως «ελίτ». Στη Δύση τώρα υπάρχουν μόνο οι ακροδεξιοί «λαϊκιστές», όπως θεωρείται ο κ. Trump, οι υποστηρικτές του BREXIT, η νέα κυβέρνηση της Ιταλίας ή ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας – οι οποίοι ανέρχονται στην εξουσία μόνο εάν υποστηριχθούν από τα δεξιά κόμματα (στη Γαλλία η δεξιά στήριξε από άγνοια την επιλογή των ελίτ, τον κ. Macron). Θεωρούνται δε εθνικιστές, ενώ τάσσονται υπέρ των φτωχών εισοδηματικών τάξεων και του προστατευτισμού – αλλά εναντίον του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, της πολιτικής λιτότητας, της παγκοσμιοποίησης και της μετανάστευσης, υπέρ των οποίων είναι οι «ελίτ». Εμείς έχουμε ονομάσει αυτά τα κόμματα πατριωτικά, λαϊκά και δημοκρατικά – περιγράφοντας τις ιδιαιτερότητες τους (ανάλυση).
Αριστεροί «λαϊκιστές» ουσιαστικά δεν υπάρχουν, όπως χαρακτηρίσθηκε η ελληνική κυβέρνηση με κριτήριο τις προεκλογικές δηλώσεις της προτού ανέλθει στην εξουσία ή οι Podemos στην Ισπανία – επειδή έχουν υποταχθεί/συμβιβασθεί ή αλωθεί από τις ελίτ. Εν προκειμένω εφαρμόζουν πιστά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική καλύτερα από τα δεξιά κόμματα, παρά το ότι δημόσια δηλώνουν την έντονη αποστροφή τους – με την έννοια πως καταφέρνουν να διατηρούν πολύ πιο καλά υπό έλεγχο τις μάζες, ληστεύοντας τες χωρίς να εξεγείρονται.
Εκτός αυτού τάσσονται υπέρ των προωθούμενων από τις ελίτ μεταναστευτικών ροών που έχουν σκοπό τον εποικισμό και την αλλοίωση των δυτικών κοινωνιών για να είναι πιο εύκολα ελεγχόμενες, στραγγαλίζουν τη μεσαία τάξη, ενώ διαπλέκονται και διαφθείρονται με τις ελίτ που τους υποστηρίζουν – οπότε αποτελούν την καλύτερη σημερινή επιλογή για το «σύστημα».
Περαιτέρω, η μείωση του πλούτου και των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης δεν αποτελεί μόνο μία οικονομική τάση – αφού μεταφράζεται απ’ ευθείας στον περιορισμό της πολιτικής της δύναμης. Υπενθυμίζουμε εδώ πως ο πρόεδρος Μάο είχε πει μεν ότι, «η πολιτική εξουσία πηγάζει από την κάνη του όπλου», αλλά αυτό ισχύει μόνο υπό ορισμένες προϋποθέσεις – αφού υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της βίας και της δύναμης/εξουσίας, ενώ μόνο η βία που στηρίζει την εξουσία πηγάζει από την κάνη του όπλου, εάν έχει βέβαια τη δυνατότητα να εξαναγκάζει τους ανθρώπους να υπακούουν σε εντολές υπό το φόβο του θανάτου.
Η πραγματική δύναμη όμως σήμερα δεν πηγάζει από την άμεση βία της εποχής του Μάο, αλλά από την έμμεση – από την πεποίθηση των ανθρώπων ότι, το κράτος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει βία, εάν δεν συμμορφωθούν με τους κανόνες που τους επιβάλλει. Για παράδειγμα πως εάν δεν καταθέσουν τις φορολογικές τους δηλώσεις, εάν δεν δηλώσουν σωστά τα εισοδήματα τους ή εάν δεν πληρώνουν, θα διωχθούν ποινικά – με αποτέλεσμα οι περισσότεροι να συμμορφώνονται.
Σε τελική ανάλυση λοιπόν η δύναμη και η εξουσία σήμερα στηρίζονται επίσης στη βία: στην πίστη πως το κράτος (η Τρόικα ή η Γερμανία στην περίπτωση της Ελλάδας) θα μπορούσε να ασκήσει συντριπτική βία, εάν χρειαστεί – εφόσον οι άνθρωποι αντιδράσουν βγαίνοντας στους δρόμους ή πάψουν να πληρώνουν τα χαράτσια» που τους επιβάλλονται στα περιουσιακά τους στοιχεία, παρά το ότι τα απέκτησαν με φορολογημένα χρήματα.
Ουσιαστικά εδώ ο λαός υπολογίζει το κόστος της μη συμμόρφωσης του οπότε, όταν θεωρεί πως είναι δυσανάλογο με αυτά που θα κέρδιζε ή με αυτά που έχει και δεν θέλει να χάσει, επιλέγει να το αποφύγει – υπακούοντας στις εντολές του κράτους.
Εάν τώρα η Ελλάδα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη χωρίς να υποστεί σοβαρές συνέπειες ή η Βρετανία την ΕΕ χωρίς να τιμωρηθεί αυστηρά, τότε οι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί με σχετικά αντίστοιχα προβλήματα θα πίστευαν πως το κόστος της μη συμμόρφωσης τους είναι χαμηλότερο από αυτά που θα κέρδιζαν – οπότε θα ακολουθούσαν τον ίδιο δρόμο. Επομένως, η αυστηρή τιμωρία της Βρετανίας είναι δεδομένη – όπως επίσης της Ελλάδας, εάν αποφάσιζε να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη.
Από την άλλη πλευρά, όσο πιο πολλά χάνουν οι Έλληνες από την πολιτική της Τρόικα, τόσο πιο λίγα έχουν να χάσουν ακόμη, οπότε τόσο μεγαλύτερα είναι τα ποσοστά αυτών που τάσσονται εναντίον του ευρώ – το οποίο θεωρούν ως υπεύθυνο των δεινών τους, επειδή φοβούνται να αντικρίσουν την ψυχρή πραγματικότητα, η οποία θα τους υποχρέωνε να εξεγερθούν (το ότι δηλαδή θα ληστευθούν ανεξάρτητα από το νόμισμα, έχοντας πέσει στην παγίδα του χρέους).
Το κλειδί της έμμεσης βίας
Συνεχίζοντας, το κλειδί για την εκούσια συμμόρφωση είναι το μέγεθος του κινδύνου. Για παράδειγμα, αυτοί που κατέχουν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, με κριτήριο αυτά που οι ίδιοι θεωρούν ως σημαντικά, έχουν διαφορετικό μέγεθος κινδύνου, συγκριτικά με αυτούς που έχουν λιγότερα ή δεν έχουν καθόλου.
Ως εκ τούτου τα κράτη, ακολουθώντας τις συμβουλές των ελίτ, στηρίζουν κυρίως αυτούς που δεν έχουν καθόλου – που δεν μπορούν δηλαδή να χάσουν τίποτα, οπότε ο κίνδυνος να εξεγερθούν είναι τεράστιος. Επομένως στηρίζουν τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα όχι από σοσιαλιστική καλοσύνη, αλλά επειδή γνωρίζουν πολύ καλά ότι, δεν μπορούν να ασκήσουν έμμεση βία σε αυτούς που δεν έχουν να χάσουν τίποτα – ούτε φυσικά να τους αναγκάσουν να συμμορφωθούν εκούσια. Ως εκ τούτου, τα συμφέροντα των ελίτ συμπίπτουν σήμερα παραδόξως με τις «αριστερίζουσες» πολιτικές – οι οποίες άλλωστε μπορούν να τα επιβάλλουν καλύτερα.
Εν τούτοις, οι ελίτ δεν στηρίζουν τις κατώτερες εισοδηματικές τάξεις με δικά τους χρήματα, αφού είναι άπληστες και αχόρταγες – αλλά με τα χρήματα της μεσαίας τάξης, η οποία εξακολουθεί να συμμορφώνεται «εκούσια», επειδή έχει ακόμη κάποια πράγματα να χάσει. Παράλληλα, με τη βοήθεια των κεντρικών τραπεζών, οι ελίτ ληστεύουν επίσης τη μεσαία τάξη σε ολόκληρη τη Δύση – ενώ σε κράτη που έχουν υπερχρεωθεί, όπως η Ελλάδα, ληστεύουν τη δημόσια περιουσία και την εγχώρια ελίτ, επί πλέον της μεσαίας τάξης, την οποία κυριολεκτικά στραγγαλίζουν (περιορισμός του κοινωνικού κράτους, υπερβολική φορολόγηση, κατασχέσεις, πλειστηριασμοί κοκ).
Περαιτέρω, ως αποτέλεσμα των παραπάνω, το μερίδιο της μεσαίας τάξης στον πλούτο μειώνεται συνεχώς – γεγονός που σημαίνει ότι, η εξουσία του κράτους στη μεσαία τάξη περιορίζεται ανάλογα και χαλαρώνει επικίνδυνα. Έτσι το κίνητρο της να αγωνισθεί για να προστατευθεί, εν πρώτοις για πολιτική επιρροή, αυξάνεται.
Αντίθετα το μερίδιο της κατώτερης εισοδηματικής τάξης, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κράτος προνοίας, παραμένει ουσιαστικά αναλλοίωτο, οπότε αυξάνεται σε σχέση με τη μεσαία – με αποτέλεσμα να μην έχει καμία σχεδόν διάθεση να αγωνιστεί. Ως εκ τούτου η ανώτατη, πιο οργανωμένη και ισχυρή, κυριαρχεί – έχοντας το μέγιστο των κινήτρων να αγωνιστεί.
Οι επιλογές της μεσαίας τάξης
Στα πλαίσια αυτά, η μεσαία τάξη έχει τις εξής τρεις επιλογές: (α) είτε να συνεχίσει να αγωνίζεται για ένα μερίδιο στον πλούτο που συρρικνώνεται συνεχώς, σε ένα διαφθαρμένο σύστημα, (β) είτε να αποχωρήσει (μεταναστεύσει), αναζητώντας αλλού την τύχη της, (γ) είτε να διολισθήσει στην κατώτερη τάξη που έχει τις προϋποθέσεις για τα πλήρη κοινωνικά επιδόματα του κράτους προνοίας.
Η μείωση τώρα του ποσοστού της μεσαίας τάξης είναι η πηγή της αδυναμίας ανάπτυξης, καθώς επίσης της μεγάλης πολιτικής αστάθειας που διαπιστώνεται στη Δύση – σε πλήρη αντίθεση με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως στο παράδειγμα της Κίνας, στην οποία η άνοδος της μεσαίας τάξης έχει αυξήσει την πολιτική σταθερότητα, με μακροπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα για την οικονομία της παρά τα χρέη της. Στο γράφημα φαίνεται η άνοδος των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης στις Η.Π.Α. από το 1988 έως το 2008 (4%), σε σύγκριση με αυτήν της Κίνας (70%).
Σε κάθε περίπτωση, η κατώτερη τάξη θα φτάσει στο 40% του πληθυσμού, μετά στο 50% κοκ. – οπότε κάποια στιγμή δεν θα αποφευχθεί μία αιματηρή κοινωνική εξέγερση τεραστίων διαστάσεων, υπενθυμίζοντας τα εξής:
«Νομίζαμε ανόητα πως αποτελούσαμε τη μεσαία τάξη, έως ότου ανακαλύψαμε πως δεν είμαστε τίποτα άλλο, από θλιβερά φορολογικά υποζύγια και σκλάβοι χρέους – έχοντας μετατραπεί σε τέτοιους μέσω της κρατικής βίας, την οποία μας επέβαλλαν οι ελίτ και οι αγορές. Τότε, επειδή δεν είχαμε τίποτα άλλο πλέον να χάσουμε, εξεγερθήκαμε – αποδεικνύοντας πως πράγματι η βία που αποτυχαίνει λειτουργεί εις βάρος της εξουσίας” (C.Hugh–Smith).
Φυσικά δεν πρόκειται για κάτι νομοτελειακό, αφού οι ελίτ θα μπορούσαν να επιλέξουν έναν παγκόσμιο πόλεμο για να το αποφύγουν – κάτι που δεν είναι καθόλου απίθανο, όπως ίσως ακούγεται.
Επίλογος
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έχουμε αναφέρει πολλές φορές ότι η μεσαία τάξη οδηγείται κυριολεκτικά στο ικρίωμα από κυβερνήσεις που, εφαρμόζοντας την πολιτική των ελίτ, μοιράζουν τη φτώχεια χωρίς να ενδιαφέρονται καθόλου για την παραγωγή πλούτου – ενώ φυσικά οι «δανειστές» της χώρας φροντίζουν για τα δικά τους συμφέροντα, υφαρπάζοντας ότι έχει αξία στη χώρα.
Απορούμε δε με την αφέλεια ενός μεγάλου αριθμού φιλελευθέρων, οι οποίοι κατηγορούν την κυβέρνηση για τις δήθεν λανθασμένες αποφάσεις που λαμβάνει – αφού είναι εντελώς σωστές, με κριτήριο όλα όσα αναφέραμε πιο πάνω. Πόσο μάλλον αφού η κατάρρευση της μεσαίας τάξης ικανοποιεί ενδόμυχα την κατώτερη, ειδικά όταν οι δικές της απώλειες είναι πολύ μικρότερες, με αποτέλεσμα να μην επαναστατεί – ενώ φυσικά η μεσαία δεν έχει συνηθίσει να εξεγείρεται, έχοντας επί πλέον ακόμη αρκετά να χάσει.
Εκτός αυτού, η σκόπιμη τιμωρία της κατεστημένης εγχώριας ελίτ όχι λόγω της διαφθοράς της, αλλά με στόχο τη λεηλασία της από τη νέα εγχώρια ελίτ σε συνεργασία με τη διεθνή, ικανοποιεί παράλληλα τις μάζες (άρτος και θεάματα), οπότε δεν εξεγείρονται – σιωπούν δηλαδή όπως τα πρόβατα και απολαμβάνουν το θέαμα, έχοντας την ψευδαίσθηση πως δεν θα πληρώσουν οι ίδιες.
Στα πλαίσια αυτά πιστεύουμε πως δυστυχώς οι Έλληνες θα εξεγερθούν μόνο όταν είναι πολύ αργά – όπως ακριβώς οι Ιταλοί, οι Γάλλοι, οι Αμερικανοί κοκ. Γνωρίζουμε βέβαια πως όσο πιο πολύ καθυστερεί μία εξέγερση, τόσο πιο αιματηρή είναι – εκτός εάν στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα αφελληνισθεί εντελώς η χώρα, μέσω της διαστρέβλωσης της ιστορίας της, της μετανάστευσης των Ελλήνων στο εξωτερικό, της αυξημένης εισροής ξένων στην Ελλάδα, της απώλειας εδαφικής ακεραιότητας κοκ.
Σε μία τέτοια περίπτωση, η Ελλάδα θα μετατραπεί σε μία πολυπολιτισμικό αποικία, στην οποία φυσικά δεν υπάρχουν κοινωνικές αντιδράσεις – αφού το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της θα ανήκει στα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα, τα οποία είναι πολύ πιο εύκολο να ελεγχθούν, ειδικά όταν πρόκειται για πολλές εθνικότητες, χωρίς πολιτισμό και ιστορία.
analyst
Σχόλια