19η Μαΐου, Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού


Η ιστορίας του Πόντου χρονολογείται από την κάθοδο των Δωριέων, όταν οι Αχαιοί, εγκαταστάθηκαν στη Μαύρη Θάλασσα, στο γεωγραφικό Πόντο. Με την εγκατάστασή τους δημιούργησαν τις αποικίες τους και πολύ γρήγορα κατάφεραν να αναπτύξουν πολιτισμό. Με το πέρασμα των χρόνων ίδρυσαν πόλεις, άκμασαν στο εμπόριο και στα γράμματα, αναπτύχθηκαν οικονομικά, ίδρυσαν σχολεία, με πιο φημισμένο το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας, έχτισαν δεκάδες μοναστήρια, με πιο γνωστή την εμβληματική Μονή της Παναγίας Σουμελά, η οποία βρισκόταν στο όρος Μελάς και αποτελεί το σήμα κατατεθέν των απανταχού Ποντίων και γενικά κατάφεραν να διατηρήσουν αναλλοίωτη την ελληνική γλώσσα, υπό τη μορφή της ποντιακής διαλέκτου, μιας διαλέκτου που διατηρεί πολλά από τα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής προφοράς.

Όμως, η ιστορία αυτή έχει το δικό της τραγικό κομμάτι, Αυτό που αριθμεί 353.000 νεκρούς, ήτοι το 50% του τότε πληθυσμού, μια που οι Έλληνες στον Πόντο ανέρχονταν σε 700.000 μέχρι την έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο αριθμός αυτός κατατάσσει την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου ως τη δεύτερη μεγαλύτερη γενοκτονία του 20ου αιώνα, μετά από αυτή των Εβραίων. Με τον όρο γενοκτονία, όπως αυτός διαμορφώθηκε στη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, αναφερόμαστε στη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Στην ουσία πρόκειται για ένα έγκλημα που δεν σχετίζεται τόσο με πολεμικές συγκρούσεις, γιατί αυτός που πράττει την γενοκτονία δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί.

Η απόφαση της εξόντωσης πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911 στη Θεσσαλονίκη, όταν αποφάσισαν πως όλη η Μικρά Ασία έπρεπε να γίνει μωαμεθανική και αυτό θα πραγματοποιούνταν μόνο αν εξολόθρευαν τις διάφορες εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες που κατοικούσαν εκεί. Ωστόσο, η διαδικασία εξόντωσης μπήκε σε εφαρμογή το 1914 και διακρίνεται ιστορικά σε τρείς φασεις: απο την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1914) μέχρι την κατάληψη της Τραπεζούντας απο το ρώσικο στρατό (1916), η δεύτερη φαση απο το 1916 μέχρι το 1918 και η τρίτη φάση απο το 1918 μέχρι την εφαρμογή του Συμφώνου της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξυ Ελλάδας και Τουρκίας (1923). Το οργανωμένο σχέδιο εξόντωσης περιελάμβανε πράγματα που δύσκολα θα μπορούσε να συλλάβει ο ανθρώπινος νους, λεηλασίες, πυρπολίσεις χωριών, διωγμούς, εξαντλητικές πορείες θανάτου, τα λεγόμενα Τάγματα Εργασίας, βιασμούς γυναικών, απαγχονισμούς, βασανισμούς. Μέσα από αυτές τις ενέργειες οι Τούρκοι κατάφεραν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών για να γίνει ευκολότερα ο εκτουρκισμός όσων θα απέμεναν.

Το τελικό πλήγμα ήταν αυτό του 1919, όπου ξεκινάει η σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας. Στις 19 Μαΐου ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων και  αρχίζει τον πιο άγριο και απάνθρωπο διωγμό για να ολοκληρώσει την εξόντωση του ποντιακού ελληνισμού. Για να γλιτώσουν πολλοί κατέφυγαν στα βουνά και οργανώθηκαν στο αντάρτικο δίνοντας τη δική τους μάχη. Όταν τελείωσε όλη αυτή η Τουρκική βιαιότητα με αποκορύφωμα την καταστροφή της Σμύρνης το 1922, υπογράφηκε η συνθήκη ειρήνης της Λωζάνης το 1923, η οποία θέτει τα εδαφικά όρια της Τουρκίας και υποχρεώνει την ανταλλαγή των πληθυσμών. Έτσι, ύστερα από 27 αιώνες ζωής, οι Πόντιοι εκριζώθηκαν από την πατρώα γη αφήνοντας πίσω όλα τα υπάρχοντα τους, τα σπίτια, τις εκκλησίες και τους τάφους των προγόνων τους. Το μόνο που παίρνουν μαζί είναι τα ιερά κειμήλια και λίγο χώμα από τη γη του Πόντο. Οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία και τη Θράκη, ξαναφτιάχνουν τη ζωή τους από την αρχή και προσπαθούν να κρατήσουν τη φλόγα του πολιτισμούς τους αναμμένη.

Ύστερα από πολλές διεκδικήσεις και αγώνες, στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων καθιέρωσε την 19η Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Πέρα απο το ελληνικό κράτος τα γεγονότα αναγνωρίζονται ως γενοκτονία και απο τη Γερμανία, την Κύπρο, την Αρμενία, την Σουηδία, τη Ρωσία, ορισμένες πολιτείες της Αμερικής, τον Καναδά, την Αυστραλία, την Αυστρία, ενώ κάποια χρόνια αργότερα, το Δεκέμβριο του 2007, η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών αναγνώρισε επίσημα την γενοκτονία Ελλήνων και Ασσυρίων.

Οι Τούρκοι, όμως, ακόμη και σήμερα αρνούνται τη Γενοκτονία των Ποντίων, Αρμενίων και Ασσύριων καθώς και τη σφαγή στη Σμύρνη το ’22. Αλλά η αλήθεια είναι διαφορετική και η καθιέρωση της 19ης Μαΐου ως ημέρα μνήμης είναι η εναντίωση απέναντι στην απόκρυψη της ιστορίας. Γιατί είναι δικαίωμα του Ποντιακού Ελληνισμού να επιθυμεί και να επιδιώκει την διάδοση, εδραίωση και παγίωση της Αλήθειας. Η σιωπή ισοδυναμεί με συνενοχή και η απάθεια διευκολύνει την συνέχιση του εγκλήματος. Γιατί αν παραγνωρίσουμε την κραυγή «Ν΄ αοιλή εμάς και βάϊ εμάς η Ρωμανίαν πάρθεν», θα μας κυνηγούν οι κραυγές των θρυμματισμένων νηπίων, οι ρόγχοι των απαγχονισμένων, ο πόνος των βιασθέντων, το περήφανο βλέμμα του Πόντιου με την εθνική συνείδηση που δεν πεθαίνει ούτε στη διασπορά ούτε στην πατρώα γη, τα ζωντανά μάτια των αποκεφαλισθέντων, τα ακρωτηριασμένα σώματα, οι καμένες σάρκες. Η συγχώρεση είναι αρετή, όμως προϋποθέτει πρώτα την μετάνοια του εγκληματία και την αναγνώριση του εγκλήματος. Διαφορετικά οι δολοφονηθέντες αρνούνται να ενταφιαστούν, ξεπηδούν από τα μνήματα και ζητούν δικαίωση. Και γι’ αυτή θα αγωνιστούμε. Γιατί η μνήμη δεν δολοφονείται και αν εθελούσια δεν γονατίσεις, ούτε νεκρό δεν μπορούν να σε γονατίσουν.

Επιμέλεια Κειμένου: Μαριλένα Γιαννάκου

Σχόλια