Υπατία: Η αθώα φιλόσοφος.








Ο αθώος είναι αυτός ο οποίος δεν υπόκειται σε καμμία ποινή (θωή=ποινή, Α+θωή-το «α» στερητικό- αυτός ο οποίος δεν αξίζει καμμίας ποινής). Η ποινή, η τιμωρία, αξίζουν σε αυτούς οι οποίοι έχουν λησμονήσει το καλό και το αγαθό του κόσμου του ωραίου και του καλού,η Υπατία σε μία εποχή λήθης και οντολογικής παραδρομής, θυμήθηκε και βίωσε το αγαθό και το ιδεώδες κατά τρόπο αιώνιο και φιλοσοφικά αθώο. Σε κάθε περίπτωση είναι ο άνθρωπος – τομή ανάμεσα στον κόσμο της ανάμνησης του νεοπλατωνικού Ενός και του νέου κόσμου ο οποίος γρήγορα θα καταλήξει σε όλα τα συμπτώματα της υλικής πτώσης και φθοράς.


Εάν θέλαμε να περιγράψουμε το χαρακτήρα της Υπατίας θα αναφερόμασταν σε μία ενάρετη Κυρία ,απολύτως καλλιεργημένη,γνωστικά και ηθικά άρτια και ολοκληρωμένη. Η Ελληνίδα φιλόσοφος χαρακτηρίσθηκε ως μετρημένη και σοφή, οι ιστορικοί οι οποίοι ασχολούνται με τη ζωή της και το έργο της της αποδίδουν πολλά και σημαντικά εγκώμια όσον αφορά την άρτια ηθικά και γνωσιολογικά φύση της. Αναφέρεται ότι ήταν η κύρια δασκάλα της Αλεξάνδρειας, μιας πόλης η οποία συγκέντρωνε τη γνωστή φιλοσοφική παράδοση και τύγχανε τεράστιας φιλοσοφικής και παιδευτικής εκτίμησης. Παραδίδεται ότι έφθασε σε τέτοιο βάθος γνώσεων και φωτισμού ώστε ξεπέρασε πολλούς και σημαντικούς φιλοσόφους της εποχής της. Mάλιστα είχε τόσο εμβαθύνει στη φιλοσοφία ώστε μπορούσε να εξηγήσει πραγματικά δυσνόητα νοήματα και να καταστήσει κατανοητά μη προσβάσιμα στον κοινό νού αξιώματα και θεωρήματα. Oμεγάλος εθνικός φιλόσοφος Δαμάσκιος μας έδωσε πολύτιμες πληροφορίες για την Υπατία, μάλιστα στο περίφημο έργο του «η ζωή του Ισιδώρου» προχωρεί σε μία εκτενή αναφορά στην Υπατία. Αναμφίβολα τάσσεται υπέρ της και κατανομάζει ευθέως τον χριστιανό επίσκοπο Αλεξανδρείας Κύριλλο ως υπεύθυνο για τον μαρτυρικό θάνατό της.


Μας αναφέρει εισαγωγικά ο παγανιστής φιλόσοφος: « Η Υπατία , κόρη του Θέωνος του γεωμέτρη και φιλοσόφου της Αλεξάνδρειας , ήταν ή ίδια μία διάσημη φιλόσοφος. Ήταν σύζυγος του φιλοσόφου Ισιδώρου και έγινε γνωστή κατά τη διάρκεια του αυτοκράτορος Αρκαδίου. Έγραψε ένα υπόμνημα στα έργα του Διόφαντου , επίσης έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Αστρονομικός κανόνας»ν και ένα υπόμνημα επάνω στα «Κωνικά» του Απολλώνιου. Σφαγιάσθηκε από τους Αλεξανδρινούς και το σώμα της βεβηλώθηκε και σύρθηκε σε ολόκληρη την πόλη. Αυτό συνέβη εξ αιτίας του φθόνου απέναντι στην εξαιρετική σοφία της, ιδιαίτερα στον τομέα της αστρονομίας. Μερικοί ισχυρίζονται ότι ο Κύριλλος ήταν υπεύθυνος για αυτή την ωμότητα , ενώ άλλοι κατηγορούν τη σκληρότητα και τις βίαιες τάσεις των Αλεξανδρινών. Αυτοί παρόμοια συμπεριφέρθηκαν σε πολλούς από τους επισκόπους τους όπως ο Γεώργιος και ο Πρωτέριος».



Σε μία πρώτη εκτίμηση καταλαβαίνουμε ότι σε μία εποχή όπου άρχισε η πολιτική αλλά και η θρησκευτική επικράτηση του χριστιανισμού η Υπατία αντιπροσώπευε έναν άλλο κόσμο ο οποίος κρύφθηκε προκειμένου να προχωρήσει η νέα θρησκεία. Η οντολογική απειρία, η ανοικτότητα του εσωτερικού νοός, η αγάπη για το Έν, η πνευματική συναναστροφή με το σύμπαν ως τέτοιο και όχι ως δημιούργημα ενός θεού , ήταν αναμφίβολα εμπόδια στην δόμηση του νέου κόσμου που ήθελαν οι πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες του Βυζαντίου.
Ο Δαμάσκιος μας αναφέρει ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα περιστατικά από την καθημερινή ζωή της Υπατίας, τα οποία αποδεικνύουν ότι ήταν φιλόσοφος και δεν υποδυόταν τη φιλόσοφο. Κάτι το οποίο αργά αλλά σταθερά την έφερε αντιμέτωπη με την εποχή της. Η γυναίκα αυτή λοιπόν συνήθιζε να φοράει το χιτώνα του φιλοσόφου, να κυκλοφορεί δημόσια, και να ερμηνεύει έργα του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους ή οποιουδήποτε άλλου φιλοσόφου , σε όποιον βέβαια επιθυμούσε να την ακούσει. Ήταν τόσο όμορφη και καλλίγραμμη ώστε μαθητής της την ερωτεύθηκε δείχνοντάς της τον έρωτά του δημόσια.Κάποιοι –σύμφωνα με το Δαμάσκιο- λένε ότι αντιμετώπισε αυτόν τον έρωτα και άλλους με τη μουσική, κάποιοι άλλοι ότι έδειξε στο νεαρό ρούχα με την ακάθαρτη φύση της λέγοντάς του ότι αγαπάει ένα φθαρτό σώμα. Ο νεαρός μάλλον προχώρησε κατανοώντας το νόημα του πραγματικού έρωτος.
Για τη δολοφονία της φιλοσόφου o φιλόσοφος παρουσιάζει ως κύριο υπεύθυνο τον επίσκοπο Αλεξανδρείας Κύριλλο. Αναφέρει σχετικά: «συνέβη μία ημέρα που ο Κύριλλος,επίσκοπος της αντίπαλης θρησκείας, περνούσε έξω από το σπίτι της Υπατίας, και είδε ένα μεγάλο συγκεντρωμένο πλήθος από ανθρώπους και άλογα. Όταν ρώτησε γιατί ήταν τόσο κόσμος μαζεμένος και για ποιο λόγο γινόταν τόση φασαρία οι οπαδοί της του απάντησαν ότι ήταν η οικία της φιλοσόφου Υπατίας και ότι ήταν έτοιμη να τους μιλήσει. Όταν ο Κύριλλος το άκουσε αυτό καταλήφθηκε τόσο πολύ από φθόνο που αμέσως ξεκίνησε να σχεδιάζει τη δολοφονία της με τον πιο απεχθή τρόπο. Έτσι όταν η Υπατία βγήκε από το σπίτι της , όπως συνήθιζε, μία ομάδα σκληρών και πωρωμένων ανθρώπων , που δεν φοβόταν ούτε τη θεία οργή ούτε την ανθρώπινη εκδίκηση , της επιτέθηκε και την έσφαξε, διαπράττοντας ένα απεχθές όσο και ντροπιαστικό έγκλημα απέναντι στην πατρίδα τους».
Ο δεύτερος ιστορικός ο οποίος αναφέρεται στην Υπατία είναι ο Σωκράτης ο Σχολαστικός στην «Εκκλησιαστική του Ιστορία». Αν και ήταν χριστιανός προσπάθησε να κρατήσει ουδέτερη στάση, μάλλον αντικειμενική, δείχνοντας απροκάλυπτα το θαυμασμό του για τη νεαρή φιλόσοφο, ρίχνοντας μάλιστα ξεκάθαρες ευθύνες στους φανατικούς Αλεξανδρινούς για το γεγονός της δολοφονίας της. Η μαρτυρία του βέβαια κρίνεται ως σημαντική διότι ήταν σύγχρονος της Υπατίας και είχε προσωπική και άμεση γνώση των συμβάντων. Το απόσπασμα το οποίο και αφορά τη φιλόσοφο είναι το ακόλουθο: « Υπήρχε μία γυναίκα στην Αλεξάνδρεια με το όνομα Υπατία, κόρη του φιλοσόφου Θέωνος,με τέτοια επιτεύγματα στην επιστήμη και τη λογοτεχνία ώστε ξεπερνούσε κατά πολύ τους φιλοσόφους της εποχής της. Έχοντας σπουδάσει με επιτυχία στις σχολές του Πλάτωνος και του Πλωτίνου εξηγούσε τις αρχές της φιλοσοφίας στους μαθητές της , πολλοί από τους οποίους ταξίδευαν από μακρινά μέρη για να ακούσουν τις διδασκαλίες της. Παρ΄όλα αυτά έπεσε θύμα των πολιτικών αντιπαλοτήτων που κυριαρχούσαν στην εποχή της. Καθώς είχε συχνές συναντήσεις με τον Ορέστη (έπαρχος της περιοχής) είχε ευρέως διαδοθεί ότι ήταν αυτή που εμπόδιζε τον έπαρχο να σταθεί στο πλευρό του επισκόπου».
Διαβάζοντας προσεκτικά το παραπάνω ιστορικό απόσπασμα καταλαβαίνουμε ότι οι ιδέες της Υπατίας έκριναν και τη ζωή της. Όχι στη βάση του εποικοδομητικού διαλόγου, αλλά στη βάση της αισχράς επιβολής μιας άλλης ιδεολογίας, η οποία σε κάθε περίπτωση είναι εξίσου σεβαστή. Ενώ η φιλοσοφία των Ελλήνων έστρωσε το πνευματικό και αξιολογικό έδαφος προκειμένου ο χριστιανισμός να εύρει όλες τις κατηγοριακές φόρμες και να αναπτυχθεί, ο ίδιος σεβασμός δεν επεκτάθηκε και στους εκπροσώπους της Ελληνικής φιλοσοφίας. Δεν υπήρξε η ίδια συνέπεια διότι οι εκπρόσωποι της Ελληνικής φιλοσοφίας –όπως η Υπατία- αντιμετωπίσθηκαν όχι με την ίδια ευγένεια της οποίας έτυχαν οι ιδέες τους όταν προσέφεραν τα φιλοσοφικά φώτα τους στους χριστιανούς Πατέρας.
Η Υπατία έπεσε θύμα της πολιτικής επικράτησης του χριστιανισμού, πλέον η νέα θρησκεία κατεδίωκε αμείλικτα τους θιασώτες της πατρώας θρησκείας (ό,τι συνέβαινε αντίστροφα κατά την εποχή των χριστιανικών διωγμών). Σε αυτό το πνεύμα ο Σωκράτης ο Σχολαστικός μας παρέχει την πολύ σημαντική πληροφορία ότι η Υπατία ήταν πολύ στενή φίλη του Υπάρχου,ο οποίος ως φαίνεται δε συμφωνούσε με τις πρακτικές του Κυρίλλου. Στη συνέχεια περιγράφεται με ανατριχιαστικές λεπτομέρειε η δολοφονία της φωτισμένης φίλης της σοφίας: « Κάποιοι από αυτούς τους χριστιανούς , ως αποτέλεσμα, κινούμενοι από ένα φλεγόμενο και μισαλλόδοξο ζήλο, με αρχηγό τους έναν αναγνώστη ονόματι Πέτρο, έστησαν ενέδρα και την έπιασαν κατά την επιστροφή της στο σπίτι,την έσυραν από το άρμα της μέχρι το ναό με το όνομα Καισάρειον, όπου την έγδυσαν εντελώς και τη δολοφόνησαν με κεραμίδια. Αφού ακρωτηρίσαν το σώμα της μετέφεραν τα μέλη της σε ένα μέρος με το όνομα Σίναρον όπου και τα έκαψαν. Αυτό το συμβάν επέφερε μεγάλη αισχύνη στον Κύριλλο αλλά και στην εκκλησία της Αλεξάνδρειας, καθώς το πνεύμα της καταδίωξης αποτελεί αρνητικό στοιχείο για οποιαδήποτε θρησκεία.».
Ο Ιωάννης , ο επίσκοπος Νικίου, ζήσας τον 7ο αι. από την κοινή χρονολόγηση, άκων, χωρίς τη θέλησή του, μέσα από τη βαθιά θρησκευτική χριστιανική απόρριψη της Υπατίας, μας δίδει τους λόγους για τους οποίους η πεφωτισμένη Υπατία ήταν εξόχως αντιπαθής στους χριστιανούς και όχι μόνο της εποχής της. Αναφέρει σχετικώς : «εκείνες τις ημέρες εμφανιζόταν στην Αλεξάνδρεια μία γυναίκα φιλόσοφος, μία παγανίστρια,με το όνομα Υπατία, και ήταν αφιερωμένη συνέχεια στη μαγεία,τους αστρολάβους και τα μουσικά όργανα, και παρέσυρε πολύ κόσμο μέσα από τις σατανικές δυνάμεις της. Ο κυβερνήτης της περιοχής την τιμούσε εξαιρετικά διότι τον είχε παρασύρει με τη μαγεία της, σταμάτησε μάλιστα να πηγαίνει στην εκκλησία ( ο κυβερνήτης) όπως συνήθιζε. Η Υπατία τράβηξε πολλούς πιστούς σε αυτήν και ο κυβερνήτης μάλιστα πήγαινε στο σπίτι του».
Η Υπατία αντιπροσώπευε το ελεύθερο οντολογικό πνεύμα το τόσο αντίθετο στη νεόκοπη χριστιανική διανόηση η οποία μετά τον Παύλο έκλεισε τη ζωή του Χριστού σε δογματικά και ηθικά προσομοίωσης καλούπια. Η εράστρια του απείρου και της φυσικής ανοικτότητας Υπατία δεν χωρούσε στον κόσμο των χριστιανών που ανέτελλε. Ένα κόσμο όπου ο θεάνθρωπος θα επέβαλε το συγκεκριμένο ως μορφή, ύλη και ουσία. Όμως η Υπατία, δρώσα ως νεοπλατωνική φιλόσοφος, αρνήθηκε να κλεισθεί στις συντεταγμένες αυτού του κόσμου, αρνήθηκε να περιορισθεί στο ζεύγος του ανθρώπου που ζεί σε σχέση με το συγκεκριμένο Θεό. Παρέμεινε στο παγανιστικό άπειρο, η παγανιστική φύση αντιπροσωπεύει περισσότερο το Παρμενίδειον Όλον και το Πλωτινικό Έν, το ανοικτό το οποίο συνεχώς κινείται, ομιλεί μέσα από τον αέρα, το νερό, το πύρ, τά άστρα, ως αέρας εισχωρεί στον άνθρωπο και το φωτίζει. Η Υπατία μάλλον εμπόδιζε τους εξουσιαστές εκείνου του καιρού να επιβάλουν την εξουσία τους, ας θυμήσουμε και μόνο ότι ο περιορισμός της πατρώας Ελληνικής θρησκείας πολλά έχει να κάνει με την πολιτική επικράτησης του χριστιανισμού. Το θεανθρώπινο μοντέλο του χριστιανισμού ήταν πολύ πιο προσιτό στις αχανείς μάζες της ελληνιστικής εποχής σε σχέση με το αβυσσαλέο και ανοικτό πνεύμα των Ελλήνων. Η φιλοσοφία της Υπατίας, οντολογικοποιώντας την πορεία προς το Έν, δεν προσφερόταν προς εξουσιαστικότητα και ελεγξιμότητα, ελευθέρωνε απείρως τα άτομα πέρα από την Ιδέα του προσωπικού Θεού, της αμαρτίας και της σωτηρίας στη Βασιλεία των Ουρανών. Η Υπατία ως ανάμνηση και πρότυπο έπρεπε να πεθάνει.
Aξίζει να σημειώσουμε ότι όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Maria Dzielska ο Βολταίρος,ο πολύς Βολταίρος, επανέρχεται στην Υπατία, στο φιλοσοφικό του λεξικό, αυτό μάλιστα αποτελεί απόδειξη για το πόσο σημαντική ήταν διαχρονική η φιλόσοφος. Σημαντική διότι σηματοδοτεί το μίσος των χριστιανών μετά Χριστόν για το άπειρο και το Όν ως Είναι, προκειμένου να επικρατήσει η προσωπική ηθική και λατρεία. Το μίσος προς την αρχέγονο οντολογική φύση η οποία χωρεί όλους τους ανθρώπους (ως το Παρμενίδειον Όλον) προκειμένου να επικρατήσει η μικρά φύση η οποία ως μίμηση του Ιησού προωθείται από τον Παύλο στις επιστολές. Ο Βολταίρος ισχυρίζεται ότι η φιλόσοφος δίδαξε Πλάτωνα και Όμηρο στην Αλεξάνδρεια,επί βασιλείας Θεοδοσίου Β΄, αναφέρει μάλιστα ότι ο Κύριλλος φανάτισε τον όχλο εναντίον του ελευθέρου αυτού θηλείου πνεύματος. Σε μία εποχή κατά την οποία ο Πλάτων και ο Όμηρος εθεωρούντο ως εθνικοί φιλόσοφοι, ο δε Όμηρος ποιητής ο οποίος έβαζε τους θεούς να ασχημονούν, καταλαβαίνουμε ότι όσα έλεγε η Υπατία δεν άρεσαν σε πολλούς.Ουσιαστικά ο οντολογικός λόγος της Υπατίας απευθύνεται σε λίγους «οντολόγους αναχωρητές» ενώ ο χριστιανισμός εκ φύσεως ήταν η θρησκεία των πολλών.
Επηρεασμένος από τις ιδέες του Διαφωτισμού και του νεοελληνισμού της εποχής,αλλά και από το λογοτεχνικό και φιλοσοφικό ύφος του Βολταίρου, ο Έντουαρντ Γκίμπον επεξεργάσθηκε το θρύλο της Υπατίας,στο έργο του «η παρακμη και η πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας». Παρουσιάζει μάλιστα τον Κύριλλο ως βασικό υπεύθυνο για το θάνατο της Υπατίας. Μάλλον ο συγκρητισμός των ιδεών ήταν αδύνατος εκείνη την εποχή, η χριστιανική επικράτηση απετέλεσε condition sine qua non.
O Λεοκόντ ντε Λίλ ,προσπαθεί να αντιμετωπίσει το θάνατο της Υπατίας, ανεπηρέαστος από στείρες ιστορικές πληροφορίες, διεκήρυξε μάλιστα ότι η φιλόσοφος έπεσε θύμα της μεταβατικότητας των καιρών, ο Ελληνισμός ως γνωσιολογική ανθρώπινη επέμβαση στον κόσμο του Είναι παραμερίσθηκε από τη θρησκεία της πίστης και της λατρείας, κάτι που ήταν αδιανόητο για τον Έλληνα φιλόσοφο (πολλώ δε μάλλον και για την Υπατία). «Η ανθρωπότητα στην μακρόχρονη πορεία της σε χτύπησε και σε καταδίκασε» αναφέρει χαρακτηριστικά σε κάποιον στίχο του.
Ο Άγγλος ιστορικός, κληρικός και συγγρσφέας Τσάρλς Κίναλι, δημιούργησε το θρύλο της Ελληνίδος φιλοσόφου σε ένα μεγάλο βιβλίο του με τίτλο: «Υπατία, ή οι νέοι εχθροί με το παλαιό πρόσωπο». Ο Κίναλι συμπεραίνει κάτι το οποίο αξίζει να το προσέξουμε. Είκοσι χρόνια μετά το θάνατο της φιλοσόφου η φιλοσοφία αργόσβησε στην Αλεξάνδρεια. Η οντολογική και ελευθέρα φιλοσοφία του Ενός. Ο κόσμος πλέον έφυγε προς ένα δρόμο όπου ο θεός και ο μετέπειτα πολιτικός και η μετέπειτα επιστήμη αργά αλλά σταθερά θα επικρατούσαν διαγράφοντας το σημερινό γήϊνο, υλικό και μαζοποιητικό μοντέλο ανθρώπου. Τόσο διαφορετικό από το μοντέλο της Υπατίας η οποία δίδασκε τον άνθρωπο ελεύθερο μέσα στη φύση του Άλλου και του Ωραίου, πρίν την πορεία του προς το Επέκεινα του Ενός.




Η διδασκαλία της Υπατίας συζητούσε για τον αληθινό Θεό, αυτόν που υπάρχει πέρα από την Ύλη και την λατρεία, την ύλη και τις ανθρώπινες εικόνες. Περνά μέσα από το θεολογικό κομμάτι προς μία κοσμολογική εκτίμηση του Όλου. Όλα εννοούνται στη φιλοσοφία της ως δυνάμεις απορρέουσες και εκχειλίζουσες ενέργειες και γνώσεις. Όλα γύρω μας είναι ενέργειες από το Έν προς την Ύλη και τανάπαλιν. Τα άστρα ως δυνάμεις ομιλούν (λέγεται μάλιστα ότι μέσα από τα αστέρια πληροφορήθηκε ότι ήλθε η ώρα να πεθάνει). Κατηγορήθηκε ότι ήταν οπαδός του νεστοριανισμού (της αίρεσης η οποία ήθελε το Χριστό μόνο άνθρωπο( και αυτό είναι φυσικό για μία φιλόσοφο η οποία πιστεύει στην απειρία του Όντος, στην αδυνατότητα του Είναι να κλεισθεί σε ανθρώπινες φόρμες). Καταλαβαίνουμε ότι ήταν δύσκολο για την εποχή να αντέχουν μία γυναίκα να κρατεί τόσο δεμένους τους ανθρώπους με τα πατρώα μηνύματα. Το γράμμα όμως που τη συνδέει με το νεστοριανισμό αποτελεί απάτη.
Η φιλόσοφος επηρεάσθηκε από τον Πλάτωνα και τον Πλωτίνο. Η θεϊκή σπίθα ανάβει την αληθινή σοφία πορεία προς το Έν, η θεϊκή επίνοια μετατρέπεται σε γνώση (είναι κατατοπιστικές οι επιστολές του Συνεσίου). Όταν συζητούμε για γνώση εννοούμε γνώση ενόρασης, φαντασιακής όρασης και εσωτερικού εκ-στασιακού βιώματος. Ο νούς μπορεί να φθάσει σε μία κατάσταση αποκάλυψης , διαλογισμού και θεώρησης. Το άτομο αυτό-σύμφωνα με την Υπατία- επιτυγχάνει το βιούν ορθώς, διότι γνωσιολογικά μέσα από τις δυνάμεις που το κινούν, στρέφεται στο αληθές και αιωνίως υπάρχον και κινούν. Τώρα πλέον η ζωή του ατόμου είναι δοσμένη και αφιερωμένη στη Γνώση και στην Οδό προς το Έν, τη θεία πραγματικότητα η οποία εσωτερικά υπάρχει και απελευθερώνει τον άνθρωπο της γνώσης , από τα υλικά στηρίγματα και εφευρέσεις. Ο νούς υποταγμένος στο φώς, υπηρετεί πλέον πιστά τις δυνάμεις της Γνώσης του Ωραίου και της Καλωσύνης. Ο σκοπός και η έννοια της φιλοσοφίας σαν το πλέον ασύλληπτο από όλα τα ασύλληπτα πράγματα γίνεται κατανοητό από τους μαθητές της μυουμένης φιλοσόφου.
Η σοφία η οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να αναγνωρίζει και να κατανοεί μόνον τα θεϊκά πράγματα και τον ωθεί στο κυνήγι του ακαθορίστου και απροσδιορίστου,τον έλκει επάνω από την εκάστοτε σωματική κατάσταση. Η ανύψωση η πνευματική του ανθρώπου πέρα από το σώμα σημαίνει την εξύψωση του προσώπου πέρα από το συναίσθημα της λατρείας ( το οποίο τόσο ευδοκιμεί στο χριστιανισμό) ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να ζεί αρμονικά με τον εαυτό του ( ο οποίος είναι ένα με το συμπαντικό εαυτό) αδιαφορώντας για τις γνώμες του κόσμου. Ο ατομικός εσωτερικός ευδαιμονισμός της φιλοσόφου είναι κάτι εντελώς αντίθετος με το παραδοθέν συλλογικό υπόβαθρο της θρησκείας του χριστιανισμού όπου όλοι οι πιστοί μέσα στην εκκλησία λατρεύουν το θεό.
Η Υπατία δίδαξε ότι προκειμένου οι άνθρωποι να εκφράσουν και να εφαρμόσουν την εσωτερική ομορφιά του ανωτέρου πνεύματος θα πρέπει και οι ίδιοι πνευματικά να γίνουν ωραίοι, διότι αποτελούνται από κομμάτια του ενός ωραίου, άρα γενόμενοι ωραίοι ενώνονται με το Έν ωραίο. Όπως ο Πλωτίνος παρόμοια και η Υπατία δεν ενδιαφερόταν για τη σχετική ομορφιά, οι μαθητές της θα έπρεπε να απομακρυνθούν από τις ψευδαισθήσεις και τα επουσιώδη της ζωής. Έπρεπε να αντικαταστήσουν τις φαινόμενες απόψεις με την αληθινή και πολλές φορές αληθινή αποχή από την ύλη υπό την έννοια ότι η τελευταία είναι ελλιπής του πνεύματος. Το πνεύμα ως ανάμνηση του ωραίου είναι το όχημα προς το Αγαθό και την αιωνιότητα.
Σε κάθε περίπτωση καμμία πηγή δεν αποδεικνύει ότι κάτω από τις διαταγές αυτής της «αμετανόητης παγανίστριας» προκλήθηκε κάποια αποδοκιμασία προς τη χριστιανική θρησκεία ή κάτι το παρόμοιο. Ούτως ή άλλως το σύστημα της Υπατίας περιέχει την απολύτως ενοποιητική παράμετρο του Ενός Όντος το οποίο ως αρχή και τέλος περιέχει όλα όσα ενυπάρχουν στη γή. Αρκεί βέβαια να θυμηθούμε και το γεγονός ότι η φιλόσοφος διατηρούσε άριστες σχέσεις με τους άρχοντες της πόλης, αλλά και με τους αυτοκράτορες οι οποίοι στην πλειοψηφία τους ήσαν χριστιανοί.Άρα μπορούμε να καταλάβουμε ότι ο φόνος της φιλοσόφου ήταν πράξη φόβου, ζήλιας, προσωπικών αντιπαραθέσεων, χωρίς όμως αυτό να αποκλείει ότι ήταν πράξη που καταδεικνύει μία συγκεκριμένη τάση της εποχής. Η υπερβατική και μη προσωπική ελεύθερη οντολογικά Ελληνική φιλοσοφία, στη γυμνη της μορφή κατά την οποία την παρέδιδε η Υπατία, ενοχλούσε τη νέα χριστιανική θρησκεία και τους αντιπροσώπους της,οι οποίοι μετά τον Παύλο ήθελαν να αναγάγουν το πάν στο πρόσωπο του Ιησού. Ο Συνέσιος χαρακτηρίζει τη δασκάλα του Υπατία ως «μακαρία δέσποινα»,ακτινοβολούσα γνώσεις οι οποίες προέρχονταν από το θείο Πλάτωνα και το διαδοχό του Πλωτίνο. Μέσω αυτών κατείχε το χάρισμά της επικοινωνίας με τα θεία μυστήρια,το οποίο ωθούσε τους μαθητές της να της προσάπτουν το χάρισμα της ιερωσύνης.
Οι μαθητές της Υπατίας ένοιωθαν πάντα την πληρότητα του πνεύματός της. Δεν εκτιμούσαν μόνο την ψυχή της ως κάτι το ιερό αλλά ολόκληρη την ύπαρξή της. Ο Συνέσιος στην επιστολή 133 αναφέρει ακόμα και τα χέρια της ως κάτι το ιερό. Παρουσιάζεται ως γνησία καθηγήτρια των μυστηρίων της φιλοσοφίας. Εκείνη την εποχή με αυτόν τον τρόπο ομιλούσαν για τους νεοπλατωνικούς εκπροσώπους οι οποίοι πράγματι ξεχώριζαν και για τον τρόπο σκέψης τους αλλά και για την τόσο φωτισμένη ζωή τους. Η γνησία καθηγεμών Υπατία κατείχε τα μυστήρια της φιλοσοφίας ώστε επέβαλε στους μαθητές της να ακολουθούν τα φιλοσοφικά μυστήρια του Πλάτωνος,μέσα από μία συντονισμένη προσπάθεια μυαλού και καρδίας ώστε να αφαιρέσουν από τον εσώτατο εαυτό τους το μάτι το οποίο ευρίσκεται θαμμένο μέσα μας αυτό το οποίο «οράν τα απόντα δοκώ, το εναποτεθέν από της διαθέσεως είδος, προχειριζομένης της μνήμης»(επιστολή 137 του Συνεσίου). Αυτό το διανοητικό μάτι ή του νοός φωτοειδές έγγονον, παραμένει βαθιά κρυμμένο μέσα μας και περιμένει την απελευθέρωσή του προκειμένου να καθοδηγήσει τον άνθρωπο εκτός σπηλαίου και σκότους προς τον κόσμο του ηλιοειδούς αγαθού. Αυτό το διανοητικό μάτι καθιστά τον άνθρωπο μέλος του υπερβατικού κόσμου των ιδεών και τον καθιστά ικανό να απαλλαγεί από τα δεσμά της ύλης. Σε αυτή την κοινή προσπάθεια της ανακάλυψης των φυσικών δυνάμεων διεξόδων της θείας φύσης του ανθρώπου η Υπατία παρακινούσε τους μαθητές της να προσέξουν τα λόγια του Πλωτίνου της στιγμή του θανάτου του: «Έρρωσο και φιλοσόφει και το εν σαυτώ θείον άναγε επί το πρωτόγονον θείον» δηλαδή : «δώσε δύναμη στον εαυτό σου και φιλοσόφησε και το θείο που υπάρχει μέσα σου ανύψωσε στο πρώτιστο θείο (επιστολή 139).
Πράγματι η Υπατία αντιπροσωπεύει τη θεία οδηγό η οποία καθοδηγείται από τη σπίθα της σοφίας,αυτή την κρυμμένη σπίθα η οποία δεν θέλει να αποκαλυφθεί, μετατρέπεται πάντως σε μία τεράστια πηγή γνώσης. Ο στόχος της φιλοσοφίας της επιτυγχάνεται όταν ο νούς φθάνει σε μία κατάσταση αποκάλυψης , διαλογισμού και θεώρησης. Αυτή εξάλλου είναι και η τέλεια κατάσταση διότι ο νούς υποταγμένος στο φώς κατανοεί πλέον την υπέρτατη ομορφιά και καλωσύνη,όχι την πλαστή. Η Υπατία αναπτύσσοντας το σύνολο των γνωστικών της δυνάμεων ,πραγμάτωσε το ιδανικό του Πλάτωνος το οποίο έγκειται στην παρακάτω διατύπωση : «αξίζει η ζωή η σύμφωνη με την ανωτέρα λογική, ας επιδιώξωμεν αυτή τη ζωή ζητώντας την ανωτέρα γνώση και φώτιση από το θεό».
Βασίλειος Μακρυπούλιας, δρ.φιλοσοφίας.

filosofikoskipos.blogspot.gr
Σχόλια