Πώς η μουσική και ο ρυθμός διαμορφώνουν την κοινωνικότητα του εγκεφάλου μας
Η μουσική μας κάνει να θέλουμε να κινούμαστε, διεγείρει συναισθήματα και αναζωπυρώνει αναμνήσεις.
Ένα καθολικό σημάδι της μητρότητας είναι το νανούρισμα. Σε όλο τον κόσμο, οι μητέρες τραγουδούν στα μωρά τους, είτε το «Φεγγαράκι μου Λαμπρό», το αγαπημένο τραγούδι τους από το ραδιόφωνο ή ακόμα και τυχαίες μελωδίες. Αυτή η καθολικότητα του απλού νανουρίσματος ανοίγει ένα μεγάλο παράθυρο στο ανθρώπινο μυαλό. Σε μια νέα μελέτη, γνωστικοί νευροεπιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα νανουρίσματα ηρεμούν ταυτόχρονα τις μητέρες και τα μωρά, ενώ τα τραγούδια αυξάνουν την προσοχή των μωρών και εμφανίζουν θετική ανταπόκριση προς τις μητέρες τους.
Οι συμπεριφορικές επιπτώσεις της μουσικής είναι τεράστιες, λέει η Λάουρα Τσιρέλι του Πανεπιστημίου του Τορόντο που παρουσιάζει μία νέα έρευνα για το μητρικό τραγούδι στην 25η συνάντηση της Κοινότητας Γνωστικής Νευροεπιστήμης (CNS) στη Βοστώνη. Οι εγκέφαλοι των βρεφών μπορούν να παρακολουθούν τα ακουστικά ερεθίσματα με προβλεπτικό τρόπο ώστε να αντιλαμβάνονται τον κόσμο μέσω της μουσικής, εξηγεί και συμπληρώνει ότι στο βρεφικό μυαλό συμβαίνουν πολλά πολύπλοκα πράγματα για να το καταστήσουν αυτό δυνατό.
Από τη βρεφική ηλικία μέχρι τα γηρατειά, η μουσική επηρεάζει σημαντικά τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Καθώς μαθαίνουμε όλο και περισσότερα για το πώς επεξεργαζόμαστε τη μουσική, οι ερευνητές είναι σε θέση να κατανοήσουν καλύτερα την αντίληψη, την πολυεστιακή ενσωμάτωση και τον κοινωνικό συντονισμό καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Οι τεχνολογικές εξελίξεις επιτρέπουν στους γνωστικούς νευροεπιστήμονες να μελετούν τη μουσική σε διάφορες καταστάσεις, από τις αλληλεπιδράσεις μητέρων-παιδιών μέχρι τις ζωντανές συναυλίες.
Η μουσική και ο ρυθμός είναι πανανθρώπινα στοιχεία, αλλά δεν φαίνεται να εντοπίζονται στα περισσότερα άλλα είδη, ισχυρίζονται οι ερευνητές. Ο ρυθμός είναι ένα ιδιαίτερα μυστηριώδες ζήτημα: Είμαστε πολύ ευαίσθητοι στο «κτύπημα»- σε εκείνο το σταθερό, υποκείμενο παλμό που χτυπάμε το πόδι μας ή κουνάμε σύμφωνα με αυτόν τον κεφάλι μας – από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας. Αλλά ακόμα και μετά από δεκαετίες προσπάθειας, αλγορίθμων «παρακολούθησης κτύπων», οι ερευνητές δεν μπορούν να ερμηνεύσουν διαδικασίες όπως η αυτόματη λειτουργία και η ευελιξία που οι άνθρωποι δείχνουν όταν νιώθουν τον ρυθμό σε διαφορετικές ταχύτητες, είδη και όργανα.
Η Μουσική για τη μαμά και το μωρό
Καθώς εργαζόταν σε ένα πρόγραμμα καθημερινής φροντίδας ως προπτυχιακή φοιτήτρια ένα καλοκαίρι, η Τσιρέλι βρισκόταν σε μια παιδική χαρά όταν ένα 2χρονο κορίτσι της ζήτησε να την ανεβάσει στην τσουλήθρα. Τα υπόλοιπα νήπια το είδαν, κοίταξε το ένα το άλλο και έτρεξαν με ενθουσιασμό για να παραταχθούν και να περιμένουν τη σειρά τους. Έμεινα έκπληκτη για την πολυπλοκότητα της κοινωνικής τους κατανόησης σε μια περίοδο της ζωής τους όπου δεν μπορούν ούτε να μας πουν τι ακριβώς σκέφτονται, εξηγεί. Αυτό την οδήγησε στην εξερεύνηση του τρόπου που αναπτύσσεται η κοινωνικότητα σε νεαρή ηλικία και, ως πιανίστρια και μπαλαρίνα, ήταν φυσικό να χρησιμοποιήσει τη μουσική ως τρόπο κατανόησης του κοινωνικού εγκεφάλου.
Στη νέα της μελέτη για τα νανουρίσματα, η Τσιρέλι ανακάλυψε πώς οι μητέρες προσαρμόζουν το τραγούδι που απευθύνεται στα βρέφη, ανάλογα με το στόχο τους, άλλοτε χαλαρωτικό κι άλλοτε παιχνιδιάρικο. Οι συμμετέχουσες μητέρες επανειλημμένα τραγουδούσαν «Φεγγαράκι μου λαμπρό» στα μωρά τους που κάθονταν στο καρεκλάκι τους και τις κοίταζαν. Οι μητέρες τραγουδούσαν άλλοτε με έναν παιχνιδιάρικο κι άλλοτε με έναν γαλήνιο τρόπο. Ταυτόχρονα, οι ερευνητές παρακολουθούσαν τις αντιδράσεις της μητέρας και των μωρών, οι οποίες μετρήθηκαν μέσω της αγωγιμότητας και της απόκρισης του δέρματος. Όταν είμαστε ενθουσιασμένοι ή αγχωμένοι, τα επίπεδα διέγερσης αυξάνονται, εξηγεί η Cirelli. Όταν είμαστε ήρεμοι, μειώνονται.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα εγρήγορσης των μητέρων ήταν υψηλότερα κατά τη διάρκεια του παιχνιδιάρικου τραγουδιού σε σύγκριση με του χαλαρωτικού. Και μάλιστα, βρήκαν συντονισμένες μειώσεις στη διέγερση τόσο για τις μητέρες όσο και για τα μωρά, καθώς συνέχιζαν τα ήρεμα τραγούδια. Στις παιχνιδιάρικες συνθήκες, τα επίπεδα διέγερσης των μωρών παρέμειναν σταθερά, η προσοχή τους στη μητέρα και τα θετικά τους συναισθήματα αυξήθηκαν. Τα ευρήματα δείχνουν την ύπαρξη φυσιολογικών και συμπεριφορικών αλλαγών της μητέρας και του μωρού σε διαφορετικά στυλ τραγουδιού.
Η μελέτη αυτή βασίζεται σε ένα αυξανόμενο σύνολο εργασιών για τις κοινωνικές επιπτώσεις της μουσικής σύνδεσης με τους άλλους. Η Τσιρέλι επισημαίνει τις παλαιότερες μελέτες που δείχνουν ότι, όταν οι άνθρωποι κινούνται μαζί συγχρονισμένα, αισθάνονται κοινωνικά συνδεδεμένοι και αργότερα είναι πιο πιθανό να αλληλοβοηθηθούν και να συνεργαστούν μεταξύ τους. Και σε μια μελέτη για τα νήπια, η ίδια και οι συνεργάτες της βρήκαν παρόμοια αποτελέσματα: τα βρέφη 14 μηνών που κινήθηκαν συγχρόνως με άγνωστους ενήλικες, τους βοήθησαν στη συνέχεια περισσότερο να σηκώσουν αντικείμενα που είχαν πέσει στο έδαφος, από τα βρέφη που κινήθηκαν μαζί τους ασύγχρονα. Η μουσική είναι ένα εργαλείο που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να φέρνουμε τους ανθρώπους κοντά και αυτό ξεκινά από τη νηπιακή ηλικία.
Η ψυχολογική επίδραση της συναυλίας μουσικής
Παρά το γεγονός ότι μπορούμε να ακούσουμε μουσική από σχεδόν οπουδήποτε στη σύγχρονη εποχή, είμαστε πρόθυμοι να πληρώσουμε ακόμα και εκατοντάδες δολάρια για να έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε μια ζωντανή συναυλία. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Σε μία νέα μελέτη, οι ερευνητές αποπειράθηκαν να ελέγξουν πώς η παρουσία ερμηνευτών και ακροατών αλλάζει την εμπειρία των συμμετεχόντων στις συναυλίες σε νευρωνικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, εξέτασαν τον συγχρονισμό του εγκεφαλικού τους ρυθμού.
Μια μπάντα έπαιξε μπροστά σε 80 άτομα, 20 από τα οποία είχαν εγκεφαλική δραστηριότητα καταγεγραμμένη με τη μέθοδο της ηλεκτροεγκεφαλογραφίας. Στη συνέχεια, συνέκριναν αυτές τις μετρήσεις (EEG) με εκείνες που διεξήχθησαν σε δύο άλλες συνθήκες: μία, στην οποία 20 ακροατές παρακολουθούσαν μια ηχογράφηση της πρώτης συναυλίας σε μια μεγάλη κινηματογραφική οθόνη με ήχο παρόμοιο με τη συναυλία και μία άλλη στην οποία 20 συμμετέχοντες σε μικρές ομάδες των 2 ήταν καθισμένοι ενώ παρακολουθούσαν την ηχογραφημένη συναυλία. Έτσι, χειριζόμασταν την παρουσία των ερμηνευτών, διατηρώντας παράλληλα τη σταθερότητα του ακροατηρίου, εξηγούν οι ερευνητές.
Στη συνέχεια, διαπίστωσαν ότι τα εγκεφαλικά κύματα των μελών του κοινού ήταν πιο συγχρονισμένα μεταξύ τους, όταν οι ερμηνευτές ήταν παρόντες. Επιπλέον, τα άτομα των οποίων οι ρυθμοί του εγκεφάλου ήταν περισσότερο συγχρονισμένοι με άλλα μέλη του κοινού, απόλαυσαν τη συναυλία περισσότερο και αισθάνθηκαν πιο συνδεδεμένοι με τους ερμηνευτές.
Ήμασταν πολύ ενθουσιασμένοι που είδαμε ότι σε ολόκληρο το ζωντανό ακροατήριο, οι εγκεφαλικοί ρυθμοί συγχρονίστηκαν ακριβώς με τη συχνότητα που αντιστοιχούσε στον «χτύπο» της μουσικής. Επομένως, φαίνεται ότι ο ρυθμός «οδηγεί» τους εγκεφαλικούς ρυθμούς του κοινού, λένε οι ερευνητές. Αυτό μπορεί να φαίνεται λογικό, στην πραγματικότητα όμως είναι κάτι ιδιαίτερα σημαντικό. Αυτά είναι νέα ευρήματα που εντάσσονται στο πλαίσιο της ακρόασης ζωντανής μουσικής και εμπλουτίζουν την κοινωνική πλευρά της μουσικής ακρόασης.
Η μουσική στο μέλλον
Η μεγαλύτερη πρόκληση για τη μελέτη του μουσικού ρυθμού είναι ότι υπάρχουν τόσα άλλα πράγματα πάνω στην μουσική και στον ρυθμό που ακούμε ή ερμηνεύουμε. Η μουσική μας κάνει να θέλουμε να κινούμαστε, διεγείρει συναισθήματα και αναζωπυρώνει αναμνήσεις. Η εξάλειψη αυτών των επιρροών θα απαιτεί δημιουργικά ερεθίσματα και πειραματικό σχεδιασμό σε συνδυασμό με την ενσωμάτωση συγκλινόντων στοιχείων σε πολλές διαφορετικές μελέτες.
Οι ερευνητές καταλήγουν:
Παρατηρούμε συσχετίσεις μεταξύ ρυθμού και γλωσσικών ικανοτήτων, προσοχής, ανάπτυξης, ακουστικής ικανότητας, ακόμα και κοινωνικών αλληλεπιδράσεων. Κάθε αίσθηση που έχουμε ή δράση, μας ξεδιπλώνεται με την πάροδο του χρόνου και αρχίζουμε τώρα να κατανοούμε γιατί ορισμένοι άνθρωποι είναι ευαίσθητοι σε ορισμένα μοτίβα αμέσως, όχι όμως όλοι. Η κατανόηση αυτών των μοτίβων θα διευρύνει όχι μόνο τη βασική επιστήμη, λέει, αλλά θα αναπτύξει και τις πιθανές μουσικοθεραπείες για ασθενείς που πάσχουν από νευροεκφυλιστικές ασθένειες.
Πηγή: cogneurosociety.org
Απόδοση: Τζατζαδάκη Ματρώνη, Φιλόλογος-Γλωσσολόγος, Φοιτήτρια Ψυχολογίας ΑΠΘ
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Σχόλια