Κινήσεις προς έλεγχο των αγωγών






Η παρέμβαση των τουρκικών πολεμικών σκαφών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και δη στην κυπριακή ΑΟΖ, από μέρους της Τουρκίας δεν αποτελεί απλώς πράξη επίδειξης ισχύος.


Στέλνει ένα μήνυμα ως προς τις πραγματικές περιφερειακές βλέψεις της Άγκυρας, οι οποίες δεν περιορίζονται μόνο στα δήθεν συμφέροντα ή την τάχατες προστασία των λεγόμενων τουρκογενών πληθυσμών. Η Άγκυρα στόχευε πάντα σε έναν γεωστρατηγικό ρόλο στηριζόμενο σε δύο άξονες:
Να χρησιμοποιεί τις διεθνείς και περιφερειακές συμμαχίες και συνεργασίες προς όφελός της.
Να ελέγχει όσα γίνονται στη γύρω από αυτή περιοχή. Προσπάθησε να αντιγράψει πρακτικές και δόγματα ισχυρών χωρών θέλοντας την ίδια ώρα να στείλει και το μήνυμα ότι κι αυτή συγκαταλέγεται στους ισχυρούς.
Το κεφάλαιο ενέργεια δεν ήταν άγνωστο για την Τουρκία. Κινήθηκε με γνώμονα να έχει η ίδια πρόσβαση ή να μπορεί να βάλει χέρι σε ενεργειακές πηγές της γύρω περιοχής. Εκεί και όπου αυτό ήταν ανέφικτο τότε ακολούθησε μια άλλη στρατηγική, αυτή της παρεμπόδισης άλλων είτε να προχωρήσουν σε εξορύξεις είτε να ελέγξει τη διακίνησή τους. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα: η Μοσούλη στα ανατολικά και το Αιγαίο στα δυτικά.

Στην περίπτωση του Αιγαίου η Τουρκία μέσω αμφισβητήσεων και στρατιωτικής αντιπαράθεσης κατάφερε να γκριζάρει ολόκληρη την περιοχή δημιουργώντας μια σειρά αρνητικών τετελεσμένων για την Ελλάδα. Στην περίπτωση της Μοσούλης αφού επιχείρησε να μην επιτρέψει στους Κούρδους να ελέγξουν τις πετρελαιοπηγές στη συνέχεια μέσω μιας «ανίερης συμμαχίας συμφερόντων» προσέφερε την έξοδο προς την αγορά για το κουρδικό πετρέλαιο.

Από την άλλη παίζοντας ένα έξυπνο παιχνίδι κατάφερε να οδηγήσει μια σειρά από σημαντικούς αγωγούς από τη Ρωσία, το Ιράν και άλλες παραγωγές χώρες της Ευρασίας προς το δικό της έδαφος. Μέχρι λοιπόν να αρχίσει να εμφανίζεται και να γίνεται λόγος για τις ενεργειακές πηγές της Ανατολικής Μεσογείου η Τουρκία είχε από καιρό εφαρμόσει και προωθήσει ένα σχέδιο. Μια πρακτική που της άνοιξε περαιτέρω την όρεξη να μετατραπεί ως ο κατ’ εξοχήν προμηθευτής της Ευρώπης με ενέργεια από τον νότο. Μόνο τυχαίο δεν θεωρείται το γεγονός ότι όλα τα σχέδια και όλοι οι αγωγοί περνούσαν μέσα από το τουρκικό έδαφος. Γιατί ως έναν βαθμό και η αφέλεια στα υψηλά δώματα των Βρυξελλών και σε διάφορες πρωτεύουσες ότι η Τουρκία είναι ένας εταίρος και σύμμαχος βοήθησε πολύ τους σχεδιασμούς αυτούς. Χωρίς την ίδια ώρα να παραγνωρίζεται ο πακτωλός χρημάτων που ξόδεψε η ίδια η Τουρκία προκειμένου να επηρεάσει πρόσωπα και καταστάσεις.
Στην περίπτωση των κοιτασμάτων της Ανατολικής Μεσογείου κινήθηκε πάνω σε δύο άξονες.
Στην περίπτωση του Ισραήλ, θεωρώντας πως δεν υπήρχε άλλη διέξοδος για να πουλήσει το φυσικό αέριο επιχείρησε να πετύχει μια συνεργασία που στόχευε στη δημιουργία ενός αγωγού από την ισραηλινή ΑΟΖ μέχρι την Τουρκία. Μέσω αυτής της κίνησης στόχευε στο να εκμεταλλευθεί την ισραηλινή αποφασιστικότητα προκειμένου να παρακάμψει τις όποιες αντιδράσεις ή αντιστάσεις από κυπριακής πλευράς στη διέλευση αγωγού μέσω Κύπρου.
Ο δεύτερος άξονας ήταν η ίδια η Κύπρος, όπου χρησιμοποιώντας ως δικαιολογία τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων και ακολουθώντας την πρακτική του παρελθόντος περί εγγυητικών δικαιωμάτων επιχείρησε να μπλοκάρει το όλο πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η επιμονή και η εμμονή που έδειξαν διαδοχικές κυπριακές κυβερνήσεις λειτούργησαν αποτρεπτικά για τους σχεδιασμούς της Τουρκίας.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τουρκία: Φρένο στον ενεργειακό διάλογο με Βρυξέλλες ελέω ΑΟΖ
Ένα από τα βασικά ερωτήματα που εγείρονται τους τελευταίους δύο μήνες είναι το γιατί η Τουρκία επέλεξε τώρα να στείλει πολεμικά πλοία για να εμποδίσει ένα ερευνητικό σκάφος να πάει στον στόχο του. Η εύκολη απάντηση είναι γιατί έκρινε πως η περίπτωση των Ιταλών για πολλούς και διάφορους λόγους κρίθηκε πολύ πιο εύκολη απ’ ότι άλλες περιπτώσεις. Έκανε προηγουμένως και με τη Γαλλία κάποια κίνηση, υπήρξε αντίδραση και το θέμα έκλεισε. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι οι περιπτώσεις Γαλλίας και Ιταλίας είναι διαφορετικές.
Η Γαλλία βλέπει στην περιοχή ευρύτερα γεωστρατηγικά συμφέροντα που δεν περιορίζονται μόνο στο φυσικό αέριο και ως εκ τούτου η παρουσία γαλλικού πολεμικού ναυτικού έχει τη δική του σημασία.
Από την άλλη η Ιταλία βλέπει την περιοχή από καθαρά επιχειρηματική σκοπιά. Γιατί εάν κοιτάζει κάποιος τον ενεργειακό χάρτη με το ιταλικό ενδιαφέρον τότε θα αντιληφθεί του λόγου το αληθές. Θα ήταν λοιπόν ευτυχής η Λευκωσία εάν έβλεπε μια ΕΝΙ με κάλυψη Γαλλίας. Όμως αυτό δεν συνέβηκε στην περίπτωση του «οικοπέδου 3» και το ερευνητικό σκάφος «Σάιπεμ 12000». Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε και το γεγονός ότι η Τουρκία εκμεταλλεύθηκε και την πολιτική κατάσταση στην Ιταλία. Η αλλαγή διακυβέρνησης στη χώρα ίσως ξεκαθαρίσει κάπως τα δεδομένα.
Η στρατιωτική κίνηση στην περιοχή από την Τουρκία όπως καταγράφεται από τα τέλη του 2017 και έως σήμερα στέλνει κι ένα άλλο πολύ σημαντικό μήνυμα το οποίο θα πρέπει να συζητήσουν οι χώρες της περιοχής στα πλαίσια των τριμερών τους συνεργασιών. Η Άγκυρα λίγο ενδιαφέρεται για τις ενεργειακές πηγές της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτό που την ενδιαφέρει είναι οι αγωγοί. Εν ολίγοις θέλει να ελέγχει πλήρως τη μεταφορά ενέργειας προς την Ευρώπη από τις νότιες περιοχές.
Αυτό είναι ξεκάθαρο εάν δει κάποιος το πότε η Τουρκία άρχισε να ανεβάζει το θερμόμετρο επιχειρώντας τη δημιουργία κλίματος έντασης. Βλέπουμε ότι οι ουσιαστικές κινήσεις ξεκίνησαν όταν:
α) Το Ισραήλ έκλεισε το κεφάλαιο αγωγός προς Τουρκία και έριξε όλο το βάρος του στον αγωγό EastMed σε συνεργασία με Κύπρο, Ελλάδα και Ιταλία.
β) Ο αγωγός EastMed προσέφερε διέξοδο για το φυσικό αέριο της Κύπρου και δημιουργεί προοπτική για τον Λίβανο.
γ) Η ιστορικής σημασίας συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου για πώληση φυσικού αερίου και παράλληλη συμφωνία της Κύπρου με την Αίγυπτο.
Οι εξελίξεις αυτές καθιστούν, με την υλοποίησή τους, τις παραγωγές χώρες και πρωταγωνίστριες στην εμπορία του φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Αυτή την εξέλιξη η Τουρκία τη θεωρεί ως ήττα ή ως αποτυχία της δικής της στρατηγικής. Χωρίς κατ’ ανάγκη να σημαίνει ότι αυτό είναι που συμβαίνει στην πραγματικότητα.
Από την ώρα όμως που έχει ανεβάσει τον πήχη ιδιαίτερα ψηλά θεωρώντας τον εαυτό της ως την κυρίαρχη χώρα στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή είναι φυσικό πως εξελίξεις που λειτουργούν προς την αντίθετη κατεύθυνση να θεωρούνται ως ήττα.
Κι επειδή η Τουρκία θεωρεί πως είναι μια «ισχυρή χώρα» δεν επιτρέπει στον εαυτό της μια ήττα από «υποδεέστερες ή μικρότερες χώρες» γι’ αυτό και τις βαφτίζει ως εχθρικές ενέργειες. Γι’ αυτό και δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη εάν στο εγγύς μέλλον δούμε την Τουρκία να ανεβάζει τους τόνους και να επιχειρεί να έρθει σε σύγκρουση με τη Αίγυπτο. Ο λόγος θα είναι απλός: Η Αίγυπτος κερδίζει αυτή την περίοδο τον πρωταγωνιστικό ρόλο για τα ενεργειακά της Ανατολικής Μεσογείου. Έναν ρόλο που ήθελε η Τουρκία και δεν φαίνεται να κερδίζει.
Πάνω απ’ όλα τα συμφέροντα…
Στην Κύπρο ακούμε συχνά-πυκνά αναλύσεις και συζητήσεις γιατί η Ρωσία δεν έδειξε το ενδιαφέρον που πολλοί θα ανέμεναν στους κυπριακούς διαγωνισμούς αδειοδότησης στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Οι πλείστες συζητήσεις περιφέρονται πέριξ του γνωστού κυπριακού αυτομαστιγώματος και προσπάθεια να φορτωθούν ευθύνες στην κυπριακή κυβέρνηση.
Εάν κοιτάξει κανείς όμως την εικόνα από ρωσικής πλευράς, τότε ίσως προσέξει τη σκληρή πραγματικότητα. Γιατί, όπως θα θυμόμαστε κάποιο ενδιαφέρον υπήρξε κάποια στιγμή από ρωσική εταιρεία, η οποία στη συνέχεια χάθηκε από το προσκήνιο.
Ενώ την ίδια ώρα δεν είχε πρόβλημα να ενδιαφερθεί για διαγωνισμούς στον γειτονικό Λίβανο. Όσοι πιστεύουν πως δεν έπαιξε ρόλο η συνεργασία δισεκατομμυρίων μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας τότε θα πρέπει να προσέξουν πιο σοβαρά τα όσα προσφάτως είχε καταγράψει ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ (ένας πολύ καλός φίλος της Κύπρου που την στήριξε σε δύσκολες στιγμές).
Μιλώντας σε φόρουμ με τίτλο «Ρωσία, η χώρα των δυνατοτήτων» αναφέρθηκε στη συνεργασία με την Τουρκία.
«Αυτό που κάνουμε τώρα με την Τουρκία στον εμπορικό και οικονομικό τομέα (South Stream, πυρηνικός σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας) είναι μακροπρόθεσμα σχέδια με προοπτική ετών και δεκαετιών, ενώ τα οικονομικά θεμέλια που δημιουργούμε, και το συμπεραίνουμε και από μια σειρά άλλες περιοχές, αποτελούν την καλύτερη εγγύηση για τη συνεργασία των χωρών μεταξύ τους ώστε να μην έρχονται σε μια ανώφελη μεταξύ τους αντιπαράθεση», είπε ο Λαβρόφ.
Ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας, αναφερόμενος στο ζήτημα της πώλησης των οπλικών συστημάτων S-400 στην Τουρκία, είπε ότι η Ρωσία δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από τις πωλήσεις αυτές, ενώ μιλώντας για τη συνεργασία με την Τουρκία και το Ιράν, είπε ότι «οι συμφωνίες τις οποίες καταφέραμε να πετύχουμε στο ζήτημα της Συρίας, είναι άνευ προηγουμένου».
Και αυτό γιατί, όπως είπε, «μπορέσαμε να ενώσουμε τρεις παίκτες, τη Ρωσία, την Τουρκία και το Ιράν, οι οποίοι δεν προσεγγίζουν με τον ίδιο τρόπο την κατάσταση στη Συρία και δεν έχουν τα ίδια συμφέροντα σ’ αυτή την περιοχή».
Ανδρέας Πιμπίσιης

philenews.com
Σχόλια