Η Βυζαντινολογική Εταιρεία Κύπρου αντιδρά στην τοποθέτηση αγάλματος της Αφροδίτης
Στον περιβάλλοντα χώρο βυζαντινού μνημείου
Η Βυζαντινολογική Εταιρεία Κύπρου (ΒΕΚ) καλεί τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους να επέμβουν, αλλά και τον Δήμο Γεροσκήπου (επαρχία Πάφου) να αναθεωρήσει την απόφασή του, για την τοποθέτηση αγάλματος της θεάς Αφροδίτης στην πλατεία της Αγίας Παρασκευής. Ο πρόεδρος της ΒΕΚ, δρ Ανδρέας Φούλιας, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι το άγαλμα θα έχει ύψος τρία μέτρα και θα καλύπτει την εκκλησία.
Η Βυζαντινολογική Εταιρεία Κύπρου, σε ανακοίνωσή της υποστηρίζει ότι η συγκεκριμένη απόφαση είναι λανθασμένη, αφού «υποβαθμίζει και προσβάλλει τον σημαντικότερο ναό της Επαρχίας Πάφου και ένα από τα σπουδαιότερα και αρχαιότερα μνημεία ολόκληρης της Κύπρου, τον πεντάτρουλο ναό της Αγίας Παρασκευής, ο οποίος χρονολογείται από τον 8ο-9ο αιώνα».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΒΕΚ, οι ενέργειες του Δήμου Γεροσκήπου θα έπρεπε να στοχεύουν στην ανάδειξη και προβολή του παγκόσμιας εμβέλειας βυζαντινού μνημείου και όχι στην υποβάθμισή του. «Κατανοούμε την επιθυμία του Δήμου να αναδείξει την αρχαία ελληνική κληρονομιά της Γεροσκήπου, αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος της εξίσου σημαντικής βυζαντινής κληρονομιάς, που υπήρξε το ίδιο, αν όχι περισσότερο καθοριστική, στη διαμόρφωση της ταυτότητας της σημερινής κοινότητας», σημειώνεται.
Η ΒΕΚ αναφέρει ότι το άγαλμα μπορεί να τοποθετηθεί σε άλλη, καταλληλότερη θέση, όπως για παράδειγμα στον ευρύ χώρο, όπου βρίσκονταν στην αρχαιότητα οι Ιεροί Κήποι της θεάς Αφροδίτης, νότια της Γεροσκήπου.
Σύμφωνα με το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου η εκκλησία αποτελεί ένα εξαιρετικά σημαντικό δείγμα βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Δεν έχει εξακριβωθεί κατά πόσο ο ναός αυτός είναι κτισμένος πάνω σε κατάλοιπα αρχαίου ναού της Αφροδίτης. Σύμφωνα με την παράδοση, το όνομα Γεροσκήπου, το πήρε από τους ιερούς κήπους της θεάς, που υπήρχαν νότια του χωριού, προς τη θάλασσα, στο σημείο όπου οι προσκυνητές ξεκινούσαν για το ιερό της Παλαιπάφου. Είναι πιθανόν παλαιότερα ο ναός να ήταν αφιερωμένος στον Τίμιο Σταυρό. Σήμερα όμως, η εκκλησία είναι αφιερωμένη στη μάρτυρα του Χριστιανισμού, Αγία Παρασκευή.
Ο αρχιτεκτονικός τύπος του ναού ανήκει στην κατηγορία της τρίκλιτης θολωτής βασιλικής, με πέντε τρούλους. Οι τρεις μεγαλύτεροι τρούλοι βρίσκονται πάνω από το κεντρικό κλίτος και οι δύο μικρότεροι στο μέσον των πλάγιων κλιτών, βόρεια και νότια του κεντρικού τρούλου του μεσαίου κλίτους.
Εξωτερικά ο ναός μοιάζει με τον ναό των Αγίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος στην Περιστερώνα, ενώ έχει κάποια κοινά στοιχεία με τους ναούς Αποστόλου Βαρνάβα κοντά στη Σαλαμίνα (κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου) και Αγίου Λαζάρου στη Λάρνακα.
Στο νοτιοανατολικό άκρο της εκκλησίας είναι προσαρτημένο ένα μικρό τετράκογχο, που καλύπτεται με τρουλίσκο. Τα τετράκογχα ήταν διαδεδομένα κατά την Παλαιοχριστιανική περίοδο και χρησίμευαν είτε ως μαρτύρια, είτε ως βαπτιστήρια. Ο δυτικός τοίχος της εκκλησίας γκρεμίστηκε για να επεκταθεί ο ναός, πιθανόν τον 19ο αιώνα. Οι αρχικές είσοδοι του ναού πρέπει να βρίσκονταν στον δυτικό τοίχο.
Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής είναι τοιχογραφημένη εσωτερικά με έργα που χρονολογούνται σε διάφορες περιόδους, από τον 8ο-9ο, 10ο, 12ο μέχρι τον 15ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια εργασιών καθαρισμού και συντήρησης των διασωθέντων τοιχογραφιών της εκκλησίας, από το Τμήμα Αρχαιοτήτων την περίοδο 1974-1977, αποκαλύφθηκε στη βόρεια πλευρά του τοίχου της βόρειας τοξοστοιχίας ένας μονόχρωμος κοκκινωπός σταυρός πρώιμου τύπου, ζωγραφισμένος απευθείας στην πέτρα. Ο σταυρός έχει κεραίες με τρισχιδείς απολήξεις. Τέτοιοι σταυροί συναντώνται κατά την Παλαιοχριστιανική περίοδο, μέχρι και τον 8ο-9ο αιώνα.
Πάνω από το Ιερό Βήμα και την Αγία Τράπεζα, στον ανατολικό τρούλο του μεσαίου κλίτους, διατηρείται ανεικονική παράσταση, με κεντρικό θέμα έναν διάλιθο σταυρό, πλαισιωμένο από τρεις διακοσμητικές ταινίες με γεωμετρικά μοτίβα. Ο σταυρός, η μόνη ανεικονική σύνθεση που είναι μέχρι σήμερα γνωστή στην Κύπρο, βρίσκεται στο κέντρο του τρούλου και σώζει μόνο τα άκρα των κεραιών του. Ο σταυρός αποτελούσε το κατεξοχήν απεικονιζόμενο σύμβολο κατά την περίοδο της Εικονομαχίας, και έτσι το έτος 843 αποτελεί το «terminus ante quem» για την ανέγερση της εκκλησίας. Σημειώνεται ότι ανεικονικές τοιχογραφίες εξακολουθούσαν να κοσμούν επαρχιακές εκκλησίες μέχρι και τον 12ο αιώνα.
Η επόμενη φάση τοιχογραφιών χρονολογείται στον 10ο αιώνα και αποκαλύφθηκε κάτω από τη νεότερη φάση του 15ου αιώνα. Στον 12ο αιώνα χρονολογείται η τοιχογραφία της Κοίμησης της Θεοτόκου, που βρίσκεται στο τύμπανο του βόρειου τυφλού τόξου, καθώς και τα υπολείμματα της Πλατυτέρας ανάμεσα σε αρχαγγέλους, που σώζεται στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας. Οι σωζόμενες τοιχογραφίες του 12ου αιώνα βρέθηκαν και αυτές κάτω από το νεότερο στρώμα του 15ου αιώνα. Η τελευταία φάση εικονογράφησης του ναού τοποθετείται χρονικά στον 15ο αιώνα. Οι τοιχογραφίες αυτές βρίσκονται στον κεντρικό τρούλο του μεσαίου κλίτους.
Στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, εκτός από τις τοιχογραφίες, σώζεται και μία αξιόλογη αμφιπρόσωπη εικόνα του 15ου αιώνα. Στη μία της πλευρά εικονίζεται η Θεοτόκος στον τύπο της Οδηγήτριας, όπου ο ανώνυμος ζωγράφος ακολουθεί Παλαιολόγεια πρότυπα, ενώ στην άλλη απεικονίζεται η Σταύρωση με πρότυπα επηρεασμένα από τη Δυτική ζωγραφική.
ΑΠΕ-ΜΠΕ (Α. Βικέτος).
Σχόλια