Στα ύψη η φορολογία, στον πάτο η ανταποδοτικότητά της





Της Αντριάνας Βασίλα


H Ελλάδα, σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ, έχει τον τρίτο υψηλότερο ανώτατο συντελεστή φορολογίας, γεγονός που καταδεικνύει ότι και οι πολίτες με μεσαία και υψηλά εισοδήματα πληρώνουν τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερους φόρους (στοιχεία Eurostat). Αντίθετα, στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ αλλά και της Ευρωζώνης τα τελευταία χρόνια μειώνονται οι φορολογικοί συντελεστές, τόσο για τα φυσικά πρόσωπα όσο και για τις επιχειρήσεις, ενώ αυξάνονται τα προνοιακά επιδόματα.


Όπως επισημαίνεται, μια οικογένεια με μέσο μισθό – που, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ε.Ε., ανέρχεται σε περίπου 900 ευρώ – καλείται να πληρώνει το 38,2% του εισοδήματός της στην εφορία όταν ο μέσος όρος στις χώρες-μέλη του Οργανισμού δεν ξεπερνά το 30%, ενώ π.χ. στην Ιρλανδία βρίσκεται στο 13,6%.

Στην Ελλάδα του 2017, εφαρμόζεται ο τέταρτος υψηλότερος συντελεστής φορολόγησης φυσικών προσώπων, που φτάνει το 55% μαζί με την ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Σε υψηλότερη θέση είναι μόνο η Σουηδία με τον συντελεστή να διαμορφώνεται στο 57,1%, η Δανία με 55,8% και η Πορτογαλία με 56,2%. Αντίθετα, η Βουλγαρία από το 2008 μέχρι και σήμερα διατηρεί σταθερό τον συντελεστή στο 10%.

Την ίδια ώρα, όπως καταγράφεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ, οι άνεργοι λαμβάνουν επιδόματα που φτάνουν το 42% του εισοδήματος που ελάμβαναν ως εργαζόμενοι.

Το αντίστοιχο ποσό στη Τσεχία και την Ιταλία ανέρχεται στο 72,8% του εισοδήματος, στην Ολλανδία στο 78,9% και στο Λουξεμβούργο στο 90,8%. Τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα για τους μακροχρόνια ανέργους, καθώς ύστερα από πέντε χρόνια απουσίας από την αγορά εργασίας ένας άνεργος στην Ελλάδα παίρνει σχεδόν το 6,6% του εισοδήματος που λάμβανε πριν απολυθεί. Αντίθετα, στην Τσεχία συνεχίζει να παίρνει το 54,8% του εισοδήματος, στο Λουξεμβούργο το 67,9% και στην Ολλανδία το 66,87%.

Η κακή εικόνα της Ελλάδας εμφανίζεται και στον χώρο της εκπαίδευσης. Στην έκθεση επισημαίνεται πως η Ελλάδα έχει μεν υψηλή αναλογία αποφοίτων λυκείου και πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά έχει πάρα πολύ χαμηλές επιδόσεις σε σύγκριση με άλλα κράτη στην ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος (με βάση τον δείκτη PIZA).

Παρά τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές που εφαρμόζει – ειδικά στις οικογένειες με παιδιά –, η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει μια από τις χειρότερες αποδόσεις μεταξύ των μελών του ΟΟΣΑ όσον αφορά την απόδοση της άμεσης (και ως εκ τούτου δικαιότερης) φορολογίας. Το «καλάθι» φόρων και επιβαρύνσεων, που περιλαμβάνει τη φορολογία εισοδήματος, τη φορολογία κεφαλαίου, αλλά και τις ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες συγκαταλέγονται στην άμεση φορολογία, δεδομένου ότι υπολογίζονται βάσει εισοδήματος, αποδίδει στην Ελλάδα μόλις το 52,1% των συνολικών φορολογικών εσόδων, με την απόδοση μάλιστα να έχει μειωθεί συγκριτικά με το 2011, έτος κατά το οποίο διαμορφωνόταν στο 53,3%.

Από τη λίστα με όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ χειρότερη αναλογία εντοπίζεται μόνο στη Χιλή, στην Αργεντινή, στην Ινδονησία, στην Κολομβία, στη Βραζιλία, στην Τουρκία και στο Ισραήλ. Από την άλλη, σε χώρες όπως το Βέλγιο, η Σουηδία και η Γερμανία η αναλογία των άμεσων φόρων στο σύνολο των φορολογικών εσόδων φτάνει να αντιστοιχεί στο 66%-70% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Ο μέσος όρος των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ ανέρχεται στο 61%, ενώ ο μέσος όρος για τις χώρες της Ε.Ε. βρίσκεται πολύ κοντά στο 61,6%.


Πηγή
Σχόλια