Η προέλευση του όρου «Νεοπλατωνισμός»






Ο όρος «Νεοπλατωνισμός» οφείλεται στον Άγγλο Taylor (1758-1835), όρος ο οποίος έχει υιοθετηθεί ευρέως στις σύγχρονες ιστορίες της φιλοσοφίας. Με το πρόθεμα “νεο-” τονίζεται η ασυνέχεια μεταξύ των εκπροσώπων του πλατωνισμού μέχρι και τον 2ο αιώνα μ.Χ. (π.χ.Πλούταρχος, Απουλήιος) και της νέας τάσης που εγκαινίασε η πρωτότυπη σκέψη του Πλωτίνου και προώθησαν οι μαθητές και επίγονοί του κατά τους επόμενους τρεις αιώνες.


Ωστόσο, αρκετά ‘νεοπλατωνικά’ στοιχεία ανιχνεύονται ήδη στον μεσοπλατωνισμό και σε νεοπυθαγόρειους φιλοσόφους όπως ο Νουμήνιος.

O Νεοπλατωνισμός ή νεοπλατωνική φιλοσοφία ήταν το τελευταίο φιλοσοφικό ρεύμα της ελληνικής αρχαιότητας. Εμφανίστηκε στο ιστορικό και στο πολιτιστικό προσκήνιο κατά τον 3ο αιώνα μ.Χ. και εξαπλώθηκε σε όλη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Εισηγητές του υπήρξαν ο Αμμώνιος Σακκάς, ο οποίος περιεβάλλετο από έναν ευρύ κύκλο μαθητών, με σημαντικότερο όλων τον Πλωτίνο(189 – 270 μ.Χ), έναν από τους επιδραστικούς φιλοσόφους, ο οποίος υπήρξε και διευθυντής της σχολής που είχε ιδρύσει ο Αμμώνιος στην Αλεξάνδρεια.

Ο Νεοπλατωνισμός αποτελεί μεγαλειώδη προσπάθεια σύνθεσης της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφικής παραγωγής με τη θρησκευτική παράδοση των λαών της εγγύς και μέσης Ανατολής (Βαβυλωνίων, Αιγυπτίων, Ασσυρίων, Περσών). Με επίκεντρο τη φιλοσοφία του Πλάτωνα, οι Νεοπλατωνικοί ενσωμάτωσαν στο σύστημά τους όχι μόνον τις άλλες αρχαιοελληνικές δογματικές σχολές φιλοσοφίας (πλην του υλιστικού επικουρισμού) αλλά και τις μυθολογικές διηγήσεις των Ομηρικών και ησιόδειων επών καθώς και της ορφικής γραμματείας.

Η νεοπλατωνική φιλοσοφία αποτελούσε μία εκλεκτική, πολυθεϊστική σχολή φιλοσοφίας, η οποία είχε ως κύριο αντικείμενο την πνευματική φιλοσοφία, τη μεταφυσική αναζήτηση και τον μυστικισμό. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο προσπάθησε να συμβιβάσει την πλατωνική διδασκαλία και το αριστοτελικό σύστημα με την ανατολική θεοσοφία ενσωματώνοντας, παράλληλα, διάφορα στοιχεία από την ιουδαϊκή και τη χριστιανική θρησκεία.

Έφτασε δε κατά το αποκορύφωμά του μεταξύ του 250 – 550 μ.Χ. και, στη συνέχεια, ετέθη στο περιθώριο, τουλάχιστον επίσημα, υπό την πίεση του Ορθόδοξου Χριστιανισμού .

Ωστόσο, οι πλατωνικές διδασκαλίες έστω και συγκαλυμμένες, δεν έπαψαν να εμφανίζονται περιοδικά με τη μία ή την άλλη μορφή σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, επιδρώντας στον Μυστικιστικό Χριστιανισμό αρχικά μέσω του Κλήμη του Αλεξανδρέα και του Ωριγένη, αν και ο κύριος υπεύθυνος για τη διάδοσή τους ήταν ο Αυγουστίνος. Εκτός από τον Αυγουστίνο, τις ιδέες του νεοπλατωνισμού διέδωσε στη Δύση και ο φιλόσοφος Βοήθιος, ενώ στην ανατολική Εκκλησία ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης.

Στον χώρο της ελληνόφωνης γραμματείας κύριος εκφραστής αυτής της τάσης είναι ο Ψευδο-Διονύσιος Αρεοπαγίτης (5ος-6ος αι.) αλλά αξίζει να μνημονευθούν, επιπλέον, οι Συνέσιος Κυρήνης (π.373-π.414) και Αινείας Γαζαίος (;-518). Επίσης, φιλόσοφοι και θεολόγοι της ισλαμικής παράδοσης επηρεασμένοι από τον Νεοπλατωνισμό ενίοτε χαρακτηρίζονται ως Νεοπλατωνικοί.

Ορισμένες φορές, ο όρος αποδίδεται και σε μεταγενέστερους πνευματικούς άνδρες που προσπάθησαν να αναγεννήσουν τον αρχαίο (νεο-) πλατωνισμό, όπως ήταν στο ύστερο Βυζάντιο ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων (π.1355-1452/1454), στην Αναγέννηση ο Marsilio Ficino (1433-1499) και ο Giovanni Pico della Mirandola (1463-1494).

Μεταγενέστερα, ιδέες των νεοπλατωνιστών ευρίσκονται στα κείμενα του Τόμας Τέιλορ, μεταφραστή και λάτρη της αρχαίας Ελλάδας και των συγγραφέων της κυρίως του Πλάτωνα και των νεοπλατωνιστών Πρόκλου και Ιάμβλιχου και στις επιστημονικές μελέτες του Σλάϊερμαχερ (1768 – 1834) στις αρχές του 19 ου αιώνα, κλασσικού μεταφραστή του Πλάτωνα στα Γερμανικά, πατέρα της σύγχρονης προτεσταντικής θεολογίας.

Πηγές:
Α] Μαρία Δ. Τσιάμη : «Οι γνωσιολογικές και παιδαγωγικές πλαισιώσεις της αυτογνωσίας στο Υπόμνημα στον Πρώτο Αλκιβιάδητου νεοπλατωνικού Πρόκλου, Π.Π

Β] Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, Η εγυκλοπαίδεια του Πλάτωνα, http://n1.xtek.gr/ime/lyceum/?p=lemma&id=57&lang=1

[mythagogia]
Σχόλια