Τουρκία: Ο Ερντογάν κάνει ένα ακόμη βήμα προς τον έλεγχο της ενημέρωσης



Με νομοσχέδιο που εισήγαγε στη Βουλή προχωρεί σε νέους περιορισμούς


Παλαιότερη διαδήλωση στην Τουρκία κατά των προσπαθειών του Ερντογάν να επιβάλει περιορισμούς στο Διαδίκτυο και στην ενημέρωση
Αφού κατάφερε να οδηγήσει τα μέσα ενημέρωσης της χώρας του στον γκρεμό ελέγχοντάς τα, βάζοντας λουκέτο σε αρκετά και φυλακίζοντας δημοσιογράφους με τη δικαιολογία ότι συμμετείχαν στο αποτυχημένο δημοψήφισμα της 15ης Ιουλίου 2016 το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οργάνωσε ο αυτοεξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες ιεροκήρυκας Φετουλάχ Γκιουλέν, ο «Σουλτάνος» ετοιμάζεται να περιορίσει τον αχανή κόσμο του Διαδικτύου. Για την ακρίβεια, ό,τι δεν έχει καταφέρει να ελέγξει μέχρι σήμερα το κάνει με σχέδιο νόμου που εισήχθη πριν από λίγες ημέρες στη Βουλή. Ενα εκτεταμένο σύνολο νέων περιορισμών για το Διαδίκτυο, το οποίο αναμένεται να επηρεάσει εκατομμύρια Τούρκους που το χρησιμοποιούν καθώς και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης - όσα δεν ελέγχει ο ίδιος ο Ερντογάν.Το μένος του απέναντι σε όποιον εκφράζει αντίθετη άποψη και δεν συνάδει με τα ήθη και τις παραδόσεις της γείτονος χώρας έχει και παράπλευρες απώλειες, όπως είναι η περίπτωση του καλτ ιεροκήρυκα Adnan Oktar. Για επτά χρόνια ο Oktar παρουσιάζει μια ιδιότυπη καθημερινή εκπομπή μέσω δορυφορικής και καλωδιακής τηλεόρασης καθώς και μέσω του Διαδικτύου, όπου μιλάει για τον ισλαμικό «δημιουργισμό», την ειρήνη και την αγάπη, ενώ συχνά το στούντιο γεμίζει γυναίκες που φορούν μίνι φούστες και βαθιά ντεκολτέ, τα οποία όμως φροντίζουν να καλύπτουν με μπλουζάκια στο χρώμα του δέρματος για να μην προκαλούν!


Σύμφωνα με δημοσίευμα των «New York Times», «oι συντηρητικοί της κυβέρνησης λένε ότι θέλουν να του κλείσουν το κανάλι. Ωστόσο, οι επικριτές λένε ότι η περίπτωση Oktar είναι ένα ακόμα παράδειγμα στην όλη προσπάθεια της κυβέρνησης που επιδιώκει ευρείας εμβέλειας περιορισμούς στο περιεχόμενο του Διαδικτύου και των ραδιοτηλεοπτικών φορέων. Ο πραγματικός σκοπός είναι να κλείσει και το τελευταίο οχυρό των ΜΜΕ και της πολιτικής της αντιπολίτευσης καθώς η κυβέρνηση διευρύνει μια ήδη τρομερή καταστολή των διαφωνούντων».

Την ίδια ώρα επικεφαλής ιστοχώρου της Τουρκίας προειδοποιεί: «Με τον κύριο Adnan ως δικαιολογία, έρχεται μια εκτεταμένη λογοκρισία για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στο Διαδίκτυο», ενώ ο Harlem Désir, εκπρόσωπος για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, κάλεσε τους νομοθέτες να αναθεωρήσουν το νομοσχέδιο λέγοντας ότι περιορίζει τον πλουραλισμό στο Διαδίκτυο και μπορεί να είναι ασυμβίβαστος με τις διεθνείς συμβάσεις.

Ο έλεγχος όμως των μέσων μαζικής ενημέρωσης είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα στη 15ετή θητεία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Και ο νέος νόμος για τα μέσα ενημέρωσης θα γείρει τη ζυγαριά προς το μέρος του επιτρέποντάς του να «φιμώσει» όποια αντίθετη προς τον ίδιο φωνή.



Οπως αναφέρει το δημοσίευμα των «NYT», η ειρωνεία είναι ότι ο Ερντογάν είναι υπεύθυνος για την οικονομική πρόοδο που έχει καταστήσει την Τουρκία μια μεγάλη χώρα μεσαίας τάξης και επέτρεψε σε πολλούς να εκπαιδευτούν και να μπορούν να χρησιμοποιούν κινητά τηλέφωνα και Διαδίκτυο. Οπότε ο περιορισμός που θέτει ο «Σουλτάνος» είναι οξύμωρος.

Το κερασάκι στην τούρτα για τον περιορισμό των ΜΜΕ ήρθε με το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, οπότε και ο «Σουλτάνος» απάντησε με εθνική καταστολή, η οποία διευρύνει ακόμη περισσότερο το χάσμα με την Ευρώπη, κλείνοντας μεταξύ άλλων 150 μέσα ενημέρωσης και στέλνοντας στη φυλακή δημοσιογράφους με τέτοιον ρυθμό που η Τουρκία έγινε η δεύτερη χώρα μετά την Κίνα σε αριθμό φυλακισμένων.

«Μέχρι στιγμής, ο τούρκος πρόεδρος έχει φυλακίσει περισσότερους από 60.000 ανθρώπους που κατηγορούνται ότι είναι οπαδοί του Γκιουλέν και έχει αναστείλει τα καθήκοντα 150.000 κυβερνητικών υπαλλήλων. Οι εκκαθαρίσεις επιτάχυναν την τάση του Ερντογάν να τοποθετεί σε κυβερνητικούς και δημόσιους θεσμούς δικούς του πιστούς. Η αστυνομία, το δικαστικό σώμα και ακόμη και τα πανεπιστήμια έχουν πλέον μεταμορφωθεί. Στην πραγματικότητα, σχεδόν όλοι οι μοχλοί της εξουσίας ανήκουν στον κ. Ερντογάν, συμπεριλαμβανομένων και πολλών ειδησεογραφικών μέσων» αναφέρει το δημοσίευμα των «NYT».

Το 2002, όταν ο Ερντογάν έγινε πρωθυπουργός, οι φιλοκυβερνητικές επιχειρήσεις κατείχαν λιγότερα από το ένα τέταρτο των τουρκικών μέσων ενημέρωσης. Μέχρι το 2011, τους ανήκε περίπου το 50%, και το 2017 τα περισσότερα από τα mainstream media ήταν στα χέρια τους. Η όλη κατάσταση έσπρωξε τους Τούρκους, ιδιαίτερα τους νέους, στο Διαδίκτυο. Εκτός από έναν αυξανόμενο αριθμό παροχών ψυχαγωγίας, συμπεριλαμβανομένου του Netflix, και των τουρκικών ισοδύναμων Puhu TV και BluTV, υπάρχουν πολλά ανεξάρτητα ενημερωτικά sites που εκπέμπουν από πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και podcasts.

Το νέο νομοσχέδιο δίνει τη δυνατότητα στο ανώτατο σύμβουλο της Ανωτάτης Επιτροπής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης να σταματήσει την προβολή ζωντανών ροών στην περίπτωση που δεν συνάδει το πρόγραμμά τους με τις απόψεις του προέδρου.

Ο Αχμέτ Αρσλάν, υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών, αρνείται ότι υπάρχει λογοκρισία στην Τουρκία, και υπερασπίστηκε το νομοσχέδιο ενώπιον δημοσιογράφων, σε εκδήλωση για την Ημέρα Ασφαλούς Διαδικτύου. «Πρέπει να λάβουμε μέτρα απέναντι σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές σε περίπτωση αδικήματος για την εθνική ασφάλεια και τις ηθικές αξίες της χώρας» δήλωσε ο κ. Arslan στην αμερικανική εφημερίδα. «Στόχος μας είναι να θέσουμε μια νομική ρύθμιση και να αποτρέψουμε τα λάθη. Σίγουρα δεν πρέπει να παρεμβαίνουμε ενάντια σε οποιαδήποτε σωστή εκπομπή, σε καθετί που γίνεται σύμφωνα με τις αξίες μας».

Ηδη η κυβέρνηση έχει επιβάλει περιορισμούς στις τηλεοπτικές εκπομπές, αναγκάζοντας τα κανάλια να επεξεργάζονται τις κατάρες και να «θολώνουν» τα τσιγάρα και το αλκοόλ. Ωστόσο οι προβολές μέσω Διαδικτύου έχουν μέχρι στιγμής διαφύγει από αυτούς τους ελέγχους. «Εάν υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση, θα πρέπει βεβαίως να υπάρξει παρέμβαση. Αυτός είναι ο στόχος του κανονισμού» κατέληξε ο κ. Arslan.

Η τουρκική ρυθμιστική αρχή τηλεπικοινωνιών, BTK, ρυθμίζει ήδη τους παρόχους Διαδικτύου, αφαιρώντας περιεχόμενο και μπλοκάροντας ιστότοπους. Μάλιστα η Wikipedia έχει αποκλειστεί εδώ και μήνες, οι φιλοκουρδικές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες συχνά κλείνουν και η αριστερή ιστοσελίδα Sendika.org έχει μετονομαστεί 62 φορές σε μια προσπάθεια να αποφύγει τα κυβερνητικά μπλοκ.

Ο Garo Paylan, μέλος του Κοινοβουλίου για το Δημοκρατικό Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα και μέλος της επιτροπής που μελέτησε το νομοσχέδιο, προειδοποίησε ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να περιορίσει το Διαδίκτυο με τον ίδιο τρόπο που έχει κάνει στην τηλεόραση και στις εφημερίδες. «Εάν τεθεί σε ισχύ, το Διαδίκτυο θα βρεθεί στην ίδια κατάσταση με τον Τύπο και την τηλεόραση. Και αυτό θα μας απομακρύνει από τον υπόλοιπο κόσμο ακόμη περισσότερο» καταλήγει.
ΒΗΜΑ
Σχόλια