Η μάχη της 33ης Μοίρας Καταδρομών στον Άγιο Ιλαρίωνα
.
Μιλά ο πατήρ Θεωνάς, λοχίας τότε στην 33η Μοίρα Καταδρομών 20 Ιουλίου 1974
Ένας άλλος συνάδελφος του οποίου το όνομα δεν θυμάμαι παρά μόνο με το παρατσούκλι “Μαυρής”, ενώ τραυματίστηκε πολύ σοβαρά και δεν μπορούσε να περπατήσει, κρατούσε το όπλο ρίχνοντας εναντίον των Τούρκων. Στην προσπάθειά τους να τον πιάσουν, σκότωσε 3-4, ενώ οι υπόλοιποι ταμπουρώθηκαν πίσω από βράχους. Του πέταξαν μια χειροβομβίδα την οποία άρπαξε πριν εκραγεί, την έριξε πίσω κραυγάζοντας “Ζήτω η Ένωσις” και ξεψύχησε.
Μιλά ο πατήρ Θεωνάς, λοχίας τότε στην 33η Μοίρα Καταδρομών 20 Ιουλίου 1974
Περιγραφή της επίθεσης των λοκατζήδων της 33ης Μοίρας Καταδρομών στον Αγιο Ιλαρίωνα, την 20η Ιουλίου 1974, από τον πατέρα Θεονά, πατέρα σήμερα τριών ανήλικων κοριτσιών από το Κάρμι της Κερύνειας, τότε λοχία της 33ης Μ.Κ. που έδρα της είχε το χωριό Μπέλλαπάις υπό τη διοίκηση του ήρωα Γεωργίου Κατσάνη, που άφησε την τελευταία του πνοή στην περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα.
Το πρωινό της 20ης Ιουλίου 1974, αφηγείται ο πατήρ-Θεονάς, λοχίας τότε Παναγιώτου Θέον, ή ακόμη πιο γνωστός με το επίθετο “Παπανικολάου”, μας βρίσκει στο κτίριο του ΡΙΚ στη Λευκωσία, όπου δεχόμασταν καταιγιστικά πυρά από τα μαχητικά τουρκικά αεροπλάνα, χωρίς ευτυχώς καμιά επιτυχία. Πριν συνεχίσω, λέει, αναφέρω ότι από την ημέρα που εκδηλώθηκε το πραξικόπημα είχαμε πληροφορηθεί ανεπίσημα, ότι αναμενόταν τουρκική εισβολή από τη θαλάσσια περιοχή Αμμοχώστου.
Εν πάση περιπτώσει, βρισκόμασταν στο ΡΙΚ μέχρι τις 8 η ώρα το πρωί του Σαββάτου, οπότε κατέφθασαν στρατιωτικά φορτηγά τα οποία σύμφωνα με τις διαταγές θα μας μετέφεραν στη βάση μας στο Μπέλλαπάις. Κατευθυνόμενοι προς την 33η Μ.Κ. και αφού περάσαμε τα υψώματα της περιοχής Κυθρέας και λίγο μετά το χωριό Κλεπίνη, δεχθήκαμε αεροπορική επίθεση, από την οποίαν καταστράφηκαν ολοσχερώς τα οχήματα, από τα οποία είχαμε προλάβει να αποβιβαστούμε και να καλυφθούμε πίσω από δέντρα. Είχαμε 6-8 τραυματίες. Μετά απ’ αυτό, ήμασταν υποχρεωμένοι να διανύσουμε την απόσταση μέχρι τη Μοίρα με τα πόδια, πράγμα που έγινε.
Φτάσαμε έξω από το Μπέλλαπάις με αρκετές προφυλάξεις. Αφού διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχε εχθρός, μπήκαμε στο χωριό. Αφού μας βεβαίωσαν και οι κάτοικοι ότι δεν υπήρχαν Τούρκοι, συνεχίσαμε το δρόμο προς το σημείο συγκέντρωσης της Μοίρας. Εκεί συναντήσαμε τον μακαρίτη διοικητή μας Γεώργιο Κατσάνη, που μας υποδέχτηκε με θάρρος το οποίο μας μετέδιδε.
Στο σημείο εκείνο παραμείναμε μέχρι που σκοτείνιασε, οπόταν άρχισε η διοργάνωση της πρώτης αποστολής. Κάθε λόχος χωριστά έπαιρνε οδηγίες από το λοχαγό του. Εγώ προσωπικά ανήκα στο λόχο κρούσης, υπό το λοχαγό Βασίλη Ρόκα, ο οποίος μας είπε ότι αποστολή μας ήταν να καταλάβουμε τον Αγιο Ιλαρίωνα. Συγκεκριμένα, ο λόχος μας θα επιτίθετο εναντίον του υψώματος “Γκαμήλα” (περιοχή “Κοτζιάκαγια”), όπου οι Τούρκοι είχαν πολυβολεία. Τα αισθήματα που μας διακατείχαν, χωρίς ίχνος υπερβολής, ήταν υπερηφάνεια και θάρρος.
Είμαστε έτοιμοι να πάμε εκεί ψηλά να καταλάβουμε τον Αγιο Ιλαρίωνα.Επίσης, όπως μας είπε ο λοχαγός μας η επίθεση θα ήταν οργανωμένη και θα συμμετείχαν όλες οι Μοίρες Καταδρομών με στόχο την κατάληψη του Αγίου Ιλαρίωνα.
Ήρθε επιτέλους η στιγμή που επέτρεπε να κινηθούμε προς το στόχο, μπροστά ο λοχαγός και ακολουθούσε ο λόχος εις φάλαγγα κατ’ άνδρα. Πρέπει να ήταν 9 ή 10 η ώρα το βράδυ του Σαββάτου. Φτάνοντας μετά από αρκετή ώρα πεζοπορίας προ των εχθρικών γραμμών, είδαμε μπροστά μας το φυλάκιο των Ηνωμένων Εθνών, μέσα στο οποίο υπήρχαν τέσσερις ειρηνευτές, τους οποίους συλλάβαμε και μεταφέραμε πίσω στη μονάδα φοβούμενοι μήπως μας προδώσουν.
Βοηθούμενοι από το σκοτάδι, προχωρήσαμε αρκετά πάνω από το τουρκοκυπριακό χωριό Τέμπλος και κοντά στο στόχο μας, διασχίζοντας απόκρημνες περιοχές έτσι που να μη γίνουμε αντιληπτοί από τον εχθρό. Συναντήσαμε την πρώτη τουρκική περίπολο, η οποία αν και πέρασε σχεδόν από δίπλα μας δεν μας αντιλήφθηκε.
Με αρκετές προφυλάξεις κατευθυνθήκαμε προς την βόρεια (μάλλον νότια) πλευρά του υψώματος “Γκαμήλα”, εκεί δηλαδή που δεν μας περίμεναν, σε απόσταση 50-100 μέτρα από τα πολυβολεία τους. Σε κάποια στιγμή κάποιος συνάδελφος, έκανε θόρυβο, ο οποίος έγινε αντιληπτός από τους Τούρκους. Οι τελευταίοι άρχισαν να φωνάζουν και να πετάνε πέτρες προς την κατεύθυνσή μας, χωρίς ωστόσο να είναι σίγουροι το τι ακριβώς προκάλεσε το θόρυβο. Σχεδόν δέκα λεπτά πριν την ώρα κρούσης που ήταν 12 τα μεσάνυκτα, οι Τούρκοι σταμάτησαν, οπότε πήραμε θέσεις μάχης, αναμένοντας το σύνθημα, που ήταν μια πράσινη φωτοβολίδα.
Εγώ, παίρνοντας θέση μάχης, παραλίγο να βάλω το κεφάλι μου μέσα στη θυρίδα του πολυβολείου λόγω του σκότους, αλλ’ ευτυχώς δεν έγινα αντιληπτός. Στις 12 ακριβώς δόθηκε το σύνθημα της επίθεσης που ήταν οργανωμένη και έγινε με απόλυτη επιτυχία απ’ όλες τις Μοίρες Καταδρομών. Ο διοικητής μας Κατσώνης βρισκόταν 200 μέτρα από μένα, λαμβάνοντας μέρος στη μάχη και δεξιά μας ο λόχος του λοχαγού Κατούντα. Του συνθήματος ακολούθησε μια κόλαση πυρός. Η επίθεση διήρκεσε λίγα μόνο λεπτά, με σοβαρές απώλειες από πλευράς Τούρκων και από δικής μας πλευράς, μονάχα μερικούς τραυματίες, μεταξύ των οποίων και ο λοχαγός μας Βασίλειος Ρόκας, που τραυματίστηκε στο κεφάλι, αλλά συνέχισε να πολεμά ηρωικά.
Βρισκόμουν πολύ κοντά του, οπόταν μου έδωσε διαταγή να προχωρήσω πυροβολώντας.
Τρέχοντας και πυροβολώντας έφτασα σ’ ένα όρυγμα του εχθρού, οπόταν σκόνταψα έπεσα καιδεν θυμάμαι τι ακριβώς έγινε, ένιωσα ένα κάψιμο στο στόμα και φοβερούς πόνους, τα πάντα γύρω μου σκοτείνιασαν· νόμισα ότι θα πέθαινα. Ψαχνόμουν σε ολόκληρο το σώμα να βρω το τραύμα. Κάποιοι συνάδελφοί μου με άρπαξαν και με τοποθέτησαν πίσω από τη μάχη μεταφέροντάς με στη συνέχεια στο Μπέλλαπάις όπου βρισκόταν το πρόχειρο νοσοκομείο.
Εκεί, αφού δέχτηκα τις πρώτες βοήθειες από τους γιατρούς ένοιωσα ανακούφιση και μπόρεσα να καταπιώ για πρώτη φορά μετά τον τραυματισμό μου, ο οποίος προήλθε από καυτό κάλυκα του όπλου μου, λόγω του ότι είμαι αριστερόχειρας και όπως έπεσα στο όρυγμα μπήκε στο στόμα μου. Χωρίς να αναφέρω σε κανένα τίποτα και αφού ήμουν καλά, πήγα στη μάχη με τη βοήθεια του συναδέλφου Πούμπα από το Καράκουμι, ο οποίος εκτελούσε δρομολόγια από και προς το χώρο της μάχης, μεταφέροντας είτε τραυματίες είτε πυρομαχικά. Τον πρώτο που συνάντησα ήταν το λοχαγό μου τον Ροκά, ο οποίος αφού δέχθηκε και εκείνος τις πρώτες βοήθειες επέστρεψε πίσω στη μάχη. Αντικρίζοντάς τον πήρα δύναμη και θάρρος.
Η επίθεση στέφθηκε με επιτυχία και κυκλοφορούσαμε ελεύθερα στην περιοχή που καταλάβαμε, αν και οι πυροβολισμοί συνεχίζονταν. Ξημερώματα Κυριακής πληροφορηθήκαμε από συναδέλφους ότι ο διοικητής μας Γεώργιος Κατσάνης σκοτώθηκε σε απόσταση 200 μέτρων από το σημείο που βρισκόμασταν.
Στο άκουσμα του θανάτου του ξαφνιάστηκα και δεν μπορούσα να το πιστέψω, ενώ μέχρι να συνέλθω δεχόμασταν οργανωμένη επίθεση από τους Τούρκους. Ήταν 8 το πρωί της Κυριακής. Αρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Η επίθεση των Τούρκων ήταν οργανωμένη. Μας βρήκαν εξαντλημένους και χωρίς καμιά υποστήριξη. Οι Τούρκοι είχαν εφεδρείες.
Τα πράγματα για τους Τούρκους ήταν εύκολα αφού υπερτερούσαν σε έμψυχο και άψυχο υλικό και ήταν ξεκούραστοι. ανταποδίδαμε τα πυρά υποχωρώντας, ενώ δόθηκε διαταγή οπισθοχώρησης. Φτάσαμε στο σημείο διασποράς της Μοίρας στο Μπέλλαπάις.
Στην οπισθοχώρηση είχαμε απώλειες. Χάσαμε το Θεοτόκη Ορφανού, ο οποίος παρέμεινε στο πολυβολείο ρίχνοντας εναντίον των Τούρκων μέχρι και την τελευταία του σφαίρα. Ένας άλλος συνάδελφος του οποίου το όνομα δεν θυμάμαι παρά μόνο με το παρατσούκλι “Μαυρής”, ενώ τραυματίστηκε πολύ σοβαρά και δεν μπορούσε να περπατήσει, κρατούσε το όπλο ρίχνοντας εναντίον των Τούρκων. Στην προσπάθειά τους να τον πιάσουν, σκότωσε 3-4, ενώ οι υπόλοιποι ταμπουρώθηκαν πίσω από βράχους. Του πέταξαν μια χειροβομβίδα την οποία άρπαξε πριν εκραγεί, την έριξε πίσω κραυγάζοντας “Ζήτω η Ένωσις” και ξεψύχησε. Σοβαρά τραυματίστηκε ο Κλεάνθης Κλεάνθους από τον Αγιο Γεώργιο Κερύνειας, ο οποίος δέχθηκε σφαίρα μερικά εκατοστά από την καρδιά (σήμερα βρίσκεται στο Λονδίνο και είναι καλά).
Την Κυριακή 21 Ιουλίου, κοντά στο μεσημέρι, είχαμε, όσοι απομείνει, ανασυνταχτεί στην περιοχή διασποράς της Μοίρας κοντά στο Μπέλλαπάις και παραμείναμε μέχρι την επομένη μέρα, όταν με νέες διαταγές που μας μετέφερε ο λοχαγός μας Ρόκας, έπρεπε να πάμε στην περιοχή μεταξύ Αγίου Γεωργίου και Πέντε Μίλι για να καταστρέψουμε δύο τουρκικά άρματα μάχης που προκαλούσαν πανικό στον άμαχο πληθυσμό, πράγμα που έγινε πιστευτό απ’ όλους μας, αφού μας είπε ότι με την καταστροφή των δύο αυτών αρμάτων οι Τούρκοι χάνουν το παιχνίδι!
Με αγωνία περιμέναμε το ξημέρωμα, ή καλύτερα μέχρι να μας δοθεί η διαταγή εκτέλεσης της νέας αποστολής, η οποία δεν άργησε να μας δοθεί, αφού είχε ήδη χαράξει το φως. Επιβιβαστήκαμε λοιπόν στα φορτηγά με νέες δυνάμεις που αντλούσαμε από το θαρραλέο λοχαγό μας και ξεκινήσαμε. Διασχίσαμε την Κερύνεια η οποία ήταν έρημη και φτάσαμε στα πρώτα σπίτια του Αγίου Γεωργίου. Αποβιβαστήκαμε και μέσα από τα περιβόλια φτάσαμε στην άλλη άκρη του χωριού και πήραμε θέσεις μάχης. Αναμένοντας, ακούαμε στον ασύρματό μας μηνύματα συνθηματικά που αναφέρονταν σε τετράποδα που κατευθύνονταν
στην Κερύνεια.
Σε κάποια στιγμή φάνηκε μπροστά μας το πρώτο άρμα το οποίο πυροβολούσε προχωρώντας. Δέχτηκε αντιαρματικό από συναδέλφους μας άλλου λόχου. Την ίδια στιγμή από πάνω μας πετούσαν αεροπλάνα χωρίς να μας βάλλουν φοβούμενοι μάλλον μη κτυπήσουν τους δικούς τους. Αφού ρίχτηκαν και άλλα αντιαρματικά κατά του πρώτου άρματος καταστράφηκε ενώ πληροφορούμαστε πως καταστράφηκε και το δεύτερον άρμα. Βιαστήκαμε να πανηγυρίσουμε. Δυστυχώς όμως για μας και τον ελληνισμό γιατί ακούαμε τώρα καθαρά στον ασύρματο ότι τουρκικά άρματα μάχης, ο αριθμός των οποίων δεν μπορούσε να προσδιοριστεί, κατευθύνονταν προς την Κερύνεια. Τα πάντα είχαν τελειώσει.
Δόθηκε διαταγή για αυτοδιάλυση…
Κανένας δεν ήξερε προς τα που να πάει. Οι περισσότεροι κατευθύνθηκαν προς την Κερύνεια για το Μπέλλαπάις. Σκέφτηκα να κατευθυνθώ προς το Κάρμι στο χωριό μου. Με ακολούθησαν 10-11 άτομα μεταξύ των οποίων ο συνάδελφός μου Πούμπας από το Καράκουμι. Οι υπόλοιποι ήταν έφεδροι. Στο δρόμο συνάντησα τον λοχαγό του λόχου Υποστήριξης της Μοίρας μου Αθανάσιο Αργύρη, ο οποίος είχε μαζί του 45-50 άτομα εφέδρους και κληρωτούς καταδρομείς. Του ανέφερα ότι κοντά ήταν το χωριό μου και ότι γνώριζα την περιοχή. Αμέσως μου ανέθεσε τη διαφυγή μας, παρ’ όλο ότι αρχικά είχε τη γνώμη να πάμε στη Μοίρα στο Μπέλλαπάις. Με αρκετές προφυλάξεις φτάσαμε στο Κάρμι. Πληροφόρησα τους συγχωριανούς μου, που μέχριτην ώρα δεν γνώριζαν, την όλη κατάσταση. Αρκετοί απ’ αυτούς, μεταξύ των οποίων και ο πατέρας μου παπα-Νικόλας, έφυγαν μετά από μας μέσω του Πενταδάκτυλου όπου βρισκόντουσαν δικοί μας στρατιώτες που είχαν δώσει μάχες με τους Τούρκους. Όσοι έμειναν πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Όταν φτάσαμε στον Πενταδάκτυλο μας μετέφεραν με στρατιωτικά οχήματα στη Λάρνακα της Λαπήθου.
Σε κάποιο σημείο λάβαμε θέσεις μάχης γιατί υπήρχαν πληροφορίες ότι κοντά μας ήταν Τούρκοι οι οποίοι θα μας επιτίθεντο, πράγμα που δεν έγινε.
Ξημέρωσε Τετάρτη 24 Ιουλίου. Δεν υπήρχε τίποτε. Επιβιβαστήκαμε σε φορτηγά και μας μετέφεραν στην περιοχή ΣΟΠΑΖ της Λευκωσίας σε στρατόπεδο. Δύο μέρες μετά μας μετέφεραν στη γραμμή πυρός, στα Πάναγρα. Πέρασαν επτά μέρες και οι Τούρκοι είχαν καταλάβει μόνο την Κερύνεια και τα παραλιακά χωριά.
Σήμερα επιμένω και λέω ότι αν υπήρχε σωστή οργάνωση και αντίσταση δεν επρόκειτο οι Τούρκοι να μπουν στην Κύπρο. Δυστυχώς όμως…
Εφημερίδα “ΑΛΗΘΕΙΑ”
Πηγή: ΚΥΠΡΟΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Κατηγορίες:
Σχόλια