Γιατί ο Παύλος Σιδηρόπουλος αφιέρωνε το 1985 το «Μίκυ Μάους»...



... στον Θεοδωράκη;...
Η παράδοση του diss δεν είναι χτεσινή σε αυτή τη χώρα. Η διαδικασία του να ρίξεις...
ένα δημόσιο χέσιμο στον αντίπαλο με τη χρήση τραγουδιού, γράμματος, ραψωδίας ή δεκαεξάμπαρου είναι εντυπωμένη στο DNA των κατοίκων της Ελλάδας, είτε αυτές ήταν οι ευρηματικές προσβολές που έριχναν οι ρεμπέτες ο ένας στον άλλο είτε οι επιστολές που έστελναν ο Μίμης Πλέσσας και ο Μάνος Χατζηδάκις ο ένας στον άλλο στις εφημερίδες στα 50s.

Ένα από αυτά τα diss περιλάμβανε και τον σχεδόν 93χρονο πλέον Μίκη Θεοδωράκη. Θα περίμενε κανείς ότι αυτή θα ήταν μια καινούρια προσθήκη στον μεγάλο κατάλογο με τα ξεμαλλιάσματα, στην πραγματικότητα έχουν περάσει πάνω από τρεις δεκαετίες από τότε που ο «πρίγκηπας» Παύλος Σιδηρόπουλος έγραψε το δικό του εξάψαλμο για το Μίκη Θεοδωράκη στο δίσκο «Zorba the Freak» του 1985. Και για να μην έχετε καμιά αμφιβολία για την πατρότητα αυτού του αστείου, ο τίτλος του κομματιού ήταν φυσικά «Μίκυ Μάους».



Ο Σιδηρόπουλος δεν έκανε καθόλου πλάκα στο κομμάτι του. Ήθελε (πάντοτε ποιητικά) να ρίξει ένα γερό ξέχεσμα στο Μίκη Θεοδωράκη, τον οποίο προφανώς θεωρούσε βασικό σημείο της υποκρισίας, του βολέματος και της σαπίλας που επικράτησε στη Μεταπολίτευση, όπως δείχνουν κι άλλα τραγούδια όπως το «Της Εθνικής Συμφιλίωσης ». Οι στίχοι του «Μίκη Μάους» το κάνουν αυτό τελείως ξεκάθαρο:

“Μια τούρτα αλά κρεμ σοκολά,
την ώρα που λες τα πολλά
που με χέρια ψηλά
το παίζεις ο Μπαχ και καλά

Με χρέος συμφωνίες τρεις.
Λαϊκοκλασικιστής.
Ξερνώντας μ’ έναν ήχο κοινό
το δήθεν μέγα μυστικό.

Συνθηματολογίες επικές,
σε πέντε νοτούλες γλυκές.
Για μέλλον πουλάς,
αυτά που πουλιόντουσαν χθες”

Ο Σιδηρόπουλος γνώριζε καλά τον Θεοδωράκη και το έργο το. Μόλις λίγα πριν όταν είχε ηχογραφήσει σε πρώτη εκτέλεση για τις ανάγκες της ταινίας ο «Ασυμ­βίβαστος» του Αντρέα Θωμόπουλου το «Κάποτε θα’ρθουν» του γνωστού συνθέτη με στίχους Λευτέρη Παπαδό­πουλου. Παρόλα αυτά, διέκρινε στον Μίκη Θεοδωράκη ένα δείγμα που ανθρώπου που τόσο ευδοκίμησε εκείνη την περίοδο: αυτό του αγωνιστή που αφού ο αγώνας τελείωσε, νιώθει πως ήρθε η ώρα να ανταμειφθεί για τον κόπο του, να κάνει καριέρα, να ζήσει επιτέλους την επιτυχία που στερήθηκε.

Όπως δηλώνει σε σχετική ερώτηση σε μια συνέντευξη (συμμετέχει και η Θέκλα Τσελεπή) ο γνωστός μας Δημήτρης Πουλικάκος, ο οποίος συνεργάστηκε με τον Σιδηρόπουλο στο «Zorba the Freak»:

— Ποια ανάγκη σάς ώθησε στη δημιουργία του τραγουδιού «Μίκη Μάους»;

Δ.Π.: Μια αντίδραση σε όλο αυτό το αναρριχητικό κλίμα της Μεταπολίτευσης.

Θ.Τ.: Μια αντίδραση, επίσης, σ’ αυτήν τη defacto αποδοχή που πρέπει όλοι να δείχνουμε μπροστά στη μεγαλοφυΐα του Θεοδωράκη. Έλεος, υπάρχουν κι άλλοι ταλαντούχοι άνθρωποι στην Ελλάδα που καθόρισαν την πολιτιστική ιστορία της. Γιατί δεν μιλάει κανείς για τον Χατζιδάκι;

Δ.Π.: Έλα ντε, μπροστά στον Χατζιδάκι ο Θεοδωράκης μουσικολογικώς δεν είναι τίποτα. Ο Χατζιδάκις ούτε πατριδοκάπηλος υπήρξε ποτέ, ούτε συντηρητικός. Εδώ, κάποτε, ο Θεοδωράκης, όταν δεν πήγε πολύ καλά ένας δίσκος του, βγήκε και είπε: «Πάω να ζήσω στο εξωτερικό, γιατί στην Ελλάδα είμαι σαν τάνκερ στη λίμνη των Ιωαννίνων!». Μιλάμε για αρρώστια, κανονικά όμως!

Για να συνεχίσει μετά:

Να σου πω και κάτι άλλο; Αν είχαν μελοποιήσει άλλοι αυτούς τους στίχους του Ελύτη, του Σεφέρη και του Ρίτσου, θα ήταν καλύτερα τα πράγματα και δεν θα διαιωνιζόταν αυτή η κλαψομουνιακή άποψη στην Ελλάδα. Προσκοπικά εμβατήρια μου θυμίζουν τα έργα του, με το συμπάθιο. Και πληρώνουμε ακόμη αυτόν το θρησκευτικοσταλινισμό με μια Αριστερά σε πλήρη αποσύνθεση, την ώρα που τη χρειαζόμαστε κιόλας.

Αυτή είναι η πληθωρική άποψη του Δημήτρη Πουλικάου. Ανεξάρτητα πάντως από τη γνώμη που έχει κάποιος για τον ίδιο το Θεοδωράκη και τα έργα του, είναι φανερό πως το εγώ του και οι απόψεις τους κάποιος τους απωθούσαν από τότε. Αυτός εδώ ο στίχος ας πούμε, έχει σχεδόν προφητική αξία:

«Βρε πρόσεχε μ’ αυτούς τους τρελούς
που τ’ όνειρό τους είναι να μη ζουν
και για επάγγελμά τους δηλώνουν “Ο σώζων λαούς”
και για επάγγελμά τους δηλώνουν “Ο σώζων λαούς”»

Τελικά ο Μίκης Θεοδωράκης αντί να σώσει τη χώρα από τον φανταστικό κίνδυνο από το Βορρά δεν κατάφερε ούτε να σώσει την ίδια του την υπόληψη. 70 χρόνια μετά, ο γιος του βασανιστή της Μακρονήσου και ο Ηλίας Κασιδιάρης του δίνουν συγχαρητήρια. Πραγματικό αυτογκόλ λίγο πριν τη λήξη, στα 93 του χρόνια.

Κώστας Αρβανίτης

luben
Σχόλια