H ιστορική διαδρομή του θαυματουργού μαύρου κύμινου
Η νιγκέλα η εδώδιμος (Μελάνθιον) καλλιεργούνταν από την αρχαιότητα και η βασική της προέλευση είναι η ανατολική Μεσόγειος μέχρι την Ινδία.
Σπόροι της νιγκέλας βρέθηκαν σε μία χιττιτική φιάλη στην Τουρκία, η οποία χρονολογήθηκε από την δεύτερη προ Χριστού χιλιετία.
Το μαύρο κύμινο καλλιεργήθηκε από αρχαιοτάτων χρόνων στην περιοχή της λεκάνης της Μεσογείου. Οι Ιουδαίοι καρύκευαν και καρυκεύουν μέχρι σήμερα το ψωμί τους. Μαρτυρίες ανευρίσκονται ακόμα και στα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης, όπου το φυτό κατατάσσεται μεταξύ πολύτιμων προϊόντων, όπως οι πολύτιμοι λίθοι ή ο χρυσός. Έτσι, ο προφήτης Ησαΐας αναφέρει τα εξής (28:27): «Ου γαρ μετά σκληρότητος καθαίρεται το μελάνθιον, ουδέ τροχός αμάξης περιάξει επί τον κύμινον, αλλά ράβδω τινάσσεται το μελάνθιον. Το δε κύμινον μετά άρτου βρωθήσεται..» (διότι το μελάνθιο δεν καθαρίζεται με σκληρά χτυπήματα, ούτε οι τροχοί της αλωνιστικής άμαξας θα κυλιούνται πάνω στο κύμινο, αλλά με ραβδιά μόνο τινάζεται το μελάνθιο. Το δε κύμινο ζυμώνεται και τρώγεται μαζί με το ψωμί).
Από πολύ νωρίς η χρήση του δεν περιορίστηκε μόνο στη μαγειρική, αλλά ήταν γνωστές οι φαρμακευτικές του ιδιότητες. Στην Αίγυπτο, χρησιμοποιούνταν μεν ως καρύκευμα, αλλά η εφαρμογή του ήταν διαδεδομένη και στον τομέα της θεραπευτικής από τους γιατρούς των χρόνων των φαραώ για την αντιμετώπιση διαφόρων πνευμονικών παθήσεων και του βήχα, καθώς και σε πλύσεις για προβλήματα βαρυκοΐας, σε πονοκεφάλους, στομαχικές και πεπτικές διαταραχές, σε πονόδοντο, διάφορες μολύνσεις, φλεγμονές και αλλεργίες. Είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν τα αρωματικά φυτά στις θρησκευτικές τελετές τους, στην παρασκευή αρωμάτων, αλοιφών, στη θεραπεία διαφόρων παθήσεων. Έτριβαν το σώμα τους με λάδια και αρώματα για να μαλακώσουν την επιδερμίδα τους και να την προστατεύσουν από τον ήλιο και τις αμμοθύελλες.
Οι αρχαίοι αιγυπτιακοί πάπυροι πιστοποιούν ότι τα βότανα και η ολιστική ιατρική σώζουν ζωές και θεραπεύουν ασθένειες. Η απόδειξη γι’ αυτό προέρχεται από τους χώρους ταφής, τους τάφους και τους υπόγειους ναούς, όπου οι αρχαιολόγοι έχουν βρει ιατρικά έγγραφα και παπύρους, μεταξύ των οποίων τους περίφημους παπύρους Ebers και Edwin Smith. Γιατροί, ιερείς και μάγοι ήταν οι καθιερωμένοι θεραπευτές της αυτοκρατορίας της Άνω και Κάτω Αιγύπτου, που συστάθηκε γύρω στο 3150 π.Χ. Ήταν αυτοί που κατέγραφαν ένα μέρος των γνώσεών τους πάνω στα μακριά φύλλα παπύρου.
Ο Γκέοργκ Μόριτς Έμπερς ήταν Γερμανός αιγυπτιολόγος και το 1873 ανακάλυψε στην Αίγυπτο, στη νεκρόπολη των Θηβών, ιατρικό πάπυρο του 16ου αιώνα π.Χ. (γύρω στο 1550), κατά την διάρκεια της δέκατης όγδοης δυναστείας. Ο πάπυρος αποτελείται από 110 στήλες και ξεκινά με το εξής απόφθεγμα: «Εδώ αρχίζει το βιβλίο με τα φάρμακα, που έχουν ως προορισμό να θεραπεύουν όλα τα μέλη του σώματος». Περιέχει 877 συνταγές και φόρμουλες με κάθε είδους φάρμακα για την αντιμετώπιση διαφόρων ασθενειών, καθώς και συμβουλές υγιεινής και μία πραγματεία φυσιολογίας. Αναφέρονται φυτά όπως η παπαρούνα, ο άνηθος, το θυμάρι, το μαύρο κύμινο κ.λ.π. Αντίθετα από τις σουμεριακές πλάκες, αυτός ο ιατρικός πάπυρος αντιμετωπίζει την ζωή και τις ασθένειες χωρίς να κάνει μεγάλες αναφορές σε μαγικές ή θρησκευτικές θεωρίες. Στον συγκεκριμένο πάπυρο υπάρχουν μόνο δώδεκα αναφορές σε πνεύματα, ενώ φανερώνεται μία φανερή προτίμηση στο σκόρδο. Όσον αφορά το μαύρο κύμινο, φαίνεται ότι χρησιμοποιούνταν σε μορφή σκόνης, υπόθετου ή βρασμένο για να καταπραΰνει τους ρευματικούς πόνους, τις αιμορροΐδες, ή για να μαλακώσει τον βήχα.
Αποδεικνύεται μέσω αυτών ότι η χρήση βοτάνων ως μέσο θεραπείας στην Αίγυπτο ήταν ιδιαιτέρως διαδεδομένη. Οι πάπυροι περιγράφουν με κάθε λεπτομέρεια φυτικές συνταγές για χάπια, αφεψήματα, λοσιόν, επιθέματα κ.λ.π.
Αναφέρεται ακόμα ότι οι παραδοσιακοί γιατροί της τελευταίας βασίλισσας της Αιγύπτου Κλεοπάτρας, μεταξύ των οποίων ο Έλληνας Διοσκουρίδης, έχοντας διαπιστώσει τις θαυματουργές ιδιότητες του φυτού, της είχαν συστήσει να χρησιμοποιεί το «μυστικό λάδι» του μαύρου κύμινου ως όπλο για την διατήρηση της υγείας της και της ομορφιάς της. Έτσι, το έλαιο μαύρου κύμινου είχε γίνει απαραίτητο για το καθημερινό μπάνιο της ελκυστικής και μυστηριώδους βασίλισσας, ώστε να διατηρεί αστραφτερή την επιδερμίδα της και λαμπερά τα πλούσια μαλλιά της. Επίσης, και η βασίλισσα Νεφερτίτη, την οποία επαινούσαν για την εξαιρετική χροιά της επιδερμίδας του προσώπου της, χρησιμοποιούσε άπληστα έλαιο μαύρου κύμινου για να δώσει λάμψη στα μαλλιά και τα νύχια της.
Έλαιο και σπόροι μαύρου κύμινου ανευρέθησαν μέσα στον τάφο του Τουταγχαμών και άλλων φαραώ. Είναι γνωστό ότι η επιλογή των αντικειμένων που ενταφιάζονταν μαζί με τους φαραώ γινόταν με μεγάλη φροντίδα, ώστε να τους βοηθήσουν και να τους φανούν χρήσιμα στη μεταθανάτιο ζωή. Στα ανάγλυφα του ναού του Τούθμωσι Β΄ στο Λούξορ (1450 π.Χ.) μπορούμε να παρατηρήσουμε το «πιο παλιό, γνωστό κατάστημα βοτάνων, χαραγμένο σε γρανίτη», που παρουσιάζει λαξευμένα 275 θεραπευτικά φυτά. Οι αρχαιολόγοι επιβεβαιώνουν ότι ο Τούθμωσις είχε ένα μπουκάλι με έλαιο μαύρου κύμινου στον τάφο του για χρήση στη μετά θάνατον ζωή.
Είναι, γνωστό, επίσης ότι το μαύρο κύμινο χρησιμοποιούνταν ευρέως και στην τεχνική της ταρίχευσης των νεκρών (μουμιοποίηση) ως συντηρητικό. Σύμφωνα με τον αιγυπτιακό πάπυρο Ριντ, ανάμεσα στα υλικά που απαιτούνταν για την συντήρηση του νεκρού σώματος ήταν και το γάλα της πόλης Κιμ, που ήταν αρωματικό λάδι μαύρου κύμινου.
Σταδιακά, το μαύρο κύμινο άρχισε να επεκτείνεται και στη Δύση, όπου έγινε γνωστό ως το «μυστικό λάδι των φαραώ». Η συμβολή των Αιγυπτίων στην εξέλιξη της βοτανολογίας υπογραμμίζεται από μεταγενέστερους συγγραφείς, όπως ο Ηρόδοτος και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος. Η παρακμή του αιγυπτιακού πολιτισμού έκανε πολλές θεραπείες να χαθούν, ενώ κάποιες διασώθηκαν, καθώς ενσωματώθηκαν στον ελληνικό, στον ρωμαϊκό και στον αραβικό πολιτισμό.
Γύρω στο 400 π.Χ. εμφανίζεται η πλέον συστηματική εργασία περί των φαρμακευτικών φυτών από τον «πατέρα της ορθολογικής Ιατρικής», τον Ιπποκράτη (460-375 π.Χ.), ο οποίος απάλλαξε την ιατρική από τις προλήψεις, τις προκαταλήψεις και τις δεισιδαιμονίες που επικρατούσαν μέχρι τότε, αποτραβώντας τον μαγικοθρησκευτικό μανδύα που την περιέκλειε και υιοθετώντας μία ολιστική προσέγγιση στην αντιμετώπιση των ασθενειών. Επέτυχε το ρήγμα ανάμεσα στην επιστήμη της ιατρικής και στη θρησκεία, προέβη στην ορθολογιστική παρατήρηση των φαινομένων και επηρέασε βαθύτατα την διαχρονική εξέλιξη της επιστήμης αυτής μέχρι τις ημέρες μας. Πράγματι, ως τον δέκατο ένατο αιώνα, οι αφορισμοί του αποτέλεσαν την βάση της ιατρικής διδασκαλίας στις δυτικές χώρες.
Ο Ιπποκράτης υπήρξε μεγάλος μεταρρυθμιστής, αναμορφωτής και δυναμικός φυσιοθεραπευτής γιατρός, που άνοιξε καινούργιους ορίζοντες στην πρόοδο της φυσιοθεραπευτικής. Μέσα από την συστηματική έρευνα οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι τα αρωματικά φυτά συνδυάζουν την γευστική απόλαυση με την θεραπευτική αξία. Στο έργο του «Ιπποκρατική Συλλογή» αναφέρεται ένας κατάλογος με περισσότερα από 200 φυτά, τα οποία διαθέτουν ευεργετικές ουσίες για την υγεία του ανθρώπου. Οι μισές περίπου από αυτές τις θαυματουργές ουσίες χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα στη φαρμακολογία. Προχώρησε στην ταξινόμηση των φυτών και των βοτάνων βάσει των θεμελιωδών ιδιοτήτων τους (θερμό, ψυχρό, ξηρό, υγρό).
Για τον Ιπποκράτη, ο ρόλος της διατροφής στη θεραπεία των ασθενειών ήταν ουσιώδης. Θεωρούσε ότι η καλή υγεία διατηρείται, όταν υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στις παραπάνω τέσσερις θεμελιώδεις ιδιότητες. Πίστευε ότι οι ασθένειες δεν θα υπήρχαν, εάν οι άνθρωποι ζούσαν και τρέφονταν σωστά, με άφθονο καθαρό αέρα και φυσική άσκηση. Ανάμεσα στους αναρίθμητους αφορισμούς της θεωρίας του, ένας από αυτούς υποδείκνυε σοφά: «Το φάρμακό σου να είναι η τροφή του και η τροφή σου το φάρμακό σου».
Ο Ιπποκράτης θεωρούσε το μαύρο κύμινο πολύτιμο για τις ηπατικές και πεπτικές διαταραχές, για τις γυναικολογικές νόσους, καθώς και για την ισορροπία της φυσικής και πνευματικής κατάστασης. Στη συλλογή του, που αριθμεί για την ακρίβεια 236 φυτά με θεραπευτικές ιδιότητες, κατατάσσει το κύμινο στην κατηγορία των αποχρεμπτικών.
Ο Θεόφραστος από την Ερεσό Λέσβου (371-287 π.Χ.), μαθητής του Αριστοτέλη, συνέγραψε τα πρώτα συγγράμματα στον τομέα της Βοτανικής. Στο έργο του «Ιστορία των φυτών» κατέγραψε τις φαρμακευτικές ιδιότητες των φυτών θέτοντας έτσι τις βάσεις για την σωστή τους χρήση.
Ο Έλληνας στρατιωτικός, γιατρός, φαρμακολόγος και βοτανολόγος Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος από την Ανάζαρβο της Κιλικίας (40-90 μ.Χ.), που θεωρείται ο μεγαλύτερος φαρμακολόγος της αρχαιότητας, υπήρξε προσωπικός γιατρός του Καίσαρα και της Κλεοπάτρας. Προφανώς ήταν αυτός που μετέφερε στη βασίλισσα της Αιγύπτου την γνώση σχετικά με την ευεργετική επίδραση του μαύρου κύμινου στην ομορφιά και στην υγεία. Ο Διοσκουρίδης συνιστούσε, επίσης, το μαύρο κύμινο για την θεραπεία των πονοκεφάλων, του πονόδοντου, των εντερικών παρασίτων, καθώς και για την ρινική αποσυμφόρηση. Σημείωνε, επίσης, ότι το χρησιμοποιούσε ως διουρητικό, για την προαγωγή της εμμηνόρροιας και για την αύξηση της παραγωγής γάλακτος στις θηλάζουσες μητέρες. Στο πολύτομο έργο του «Περί ύλης ιατρικής» (De Materia Medica) είχε προβεί σε κατάταξη των φυτών σε 600 ομάδες και έδινε οδηγίες για την ορθή χρήση τους. Το έργο του επηρέασε βαθύτατα την φαρμακολογία μέχρι το 1600 μ.Χ. Η μεγάλη καινοτομία του Διοσκουρίδη σχετικά με τον Ιπποκράτη συνίσταται στην ταξινόμηση των φυτών με βάση την βιολογική τους δράση στο σώμα και όχι με βάση τα βοτανολογικά τους χαρακτηριστικά, δημιουργώντας έτσι ένα εγχειρίδιο κλινικής πρακτικής.
Στο βιβλίο «Ελληνική Φαρμακοποιία Ι», που κυκλοφόρησε το 1818, ο συγγραφέας Διονύσιος Πύρρος ο Θεσσαλός παρουσιάζει φαρμακολογική κατάταξη των δρογών στο έργο του Ιπποκράτη ταξινομώντας το μαύρο κύμινο στα τριχαυξητικά φάρμακα. Επίσης, παραθέτει δρόγες, οι οποίες αναφέρονται στα έργα του Ιπποκράτη και του Διοσκουρίδη. Οι δρόγες είναι όρος, που συνδέεται με τα φαρμακευτικά φυτά ή τα αντίστοιχα ζωικής προέλευσης και συνιστούν το μοναδικό εκείνο μέρος του φυτικού ή ζωικού οργανισμού (όπως τα φύλλα, οι σπόροι, το σπέρμα) που χρησιμοποιούνται για την θεραπευτική τους δράση.
Από την αρχαία Ελλάδα, η χρήση του κύμινου διαδόθηκε και στους Ρωμαίους, οι οποίοι αφομοίωσαν γρήγορα τις γνώσεις των ξένων πολιτισμών και τις πρακτικές του κάθε τόπου προς όφελος της αυτοκρατορίας τους. Με τα πλοία τους μετέφεραν και εμπορεύονταν αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά από την Ινδία και την Αίγυπτο. Από τους Ρωμαίους στη συνέχεια η γνώση περί των ευεργετικών ιδιοτήτων των φυτών μεταδόθηκε στους Άραβες.
Ο εξέχων Ρωμαίος φυσικός φιλόσοφος Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (23-79 μ.Χ.) συνόψισε όλη την γνώση της εποχής του σε ένα πλήρες εγκυκλοπαιδικό σύγγραμμα με τίτλο «Φυσική Ιστορία», όπου –εκτός των άλλων – συνέλεξε και αρκετές θεραπείες με βότανα. Στον κατάλογο, όπου αναφέρει τις θεραπευτικές ιδιότητες του μαύρου κύμινου, περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων και η θεραπεία από δάγκωμα φιδιού και σκορπιού, καθώς και η ίαση σε περιπτώσεις κάλλων (υπερκερατώσεων), όγκων, αποστημάτων (σπυριών) και δερματικών εξανθημάτων. Ο Ρωμαίος φιλόσοφος συστήνει, επίσης, το μαύρο κύμινο ως φάρμακο για την αντιμετώπιση του κρυολογήματος και των φλεγμονών σε όλες τις περιοχές της κεφαλής. Ο κατάλογός του υφίσταται σχεδόν απαράλλακτος σε όλα τα μεγάλα γερμανικά εγχειρίδια του 16ου και του 18ου αιώνα, που ασχολούνταν με τις βοτανικές θεραπείες.
Οι θεωρίες του Διοσκουρίδη αναπτύχθηκαν στη συνέχεια από τον Κλαύδιο Γαληνό (129-199 μ.Χ.), ο οποίος θεωρείται ως ο δεύτερος πιο σημαντικός ιατρός της αρχαιότητας μετά τον Ιπποκράτη και ο τελευταίος από τους σημαντικούς ιατρούς του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Το πλούσιο έργο του και το βιολογικό του δόγμα «γαληνισμός» επικράτησαν στην ευρωπαϊκή ιατρική επί δέκα τέσσερις αιώνες Ο Γαληνός συνέγραψε περί τις εκατό μελέτες, όπου μεταξύ άλλων δίνει οδηγίες για την παρασκευή πολύπλοκων συνταγών με δεκάδες συστατικά φυτικής προέλευσης και ασχολείται με τις μεθόδους της εκχύλισης και του εμπλουτισμού δρογών.
Κατά τον 5ο αιώνα το κέντρο της κλασικής γνώσης μεταφέρθηκε στην Ανατολή, ενώ κέντρα μελέτης του «γαληνισμού» έγιναν η Κωνσταντινούπολη και η Περσία. Ο γαληνισμός υιοθετήθηκε από τους Άραβες και συγχωνεύτηκε με τις λαϊκές παραδόσεις και με την αιγυπτιακή γνώση. Η αραβική ιατρική γνώρισε μία άνευ προηγουμένου χρυσή εποχή από τον 9ο έως τον 12ο αιώνα. Η σημαντικότερη ίσως φυσιογνωμία της αραβικής ιατρικής, ο γιατρός Αβικέννας (Avicenna, 980-1037), εντρύφησε εκτός των άλλων και στην βοτανολογία, πραγματοποιώντας μία σύνθεση των γαληνικών και ιπποκρατικών γνώσεων. Στο βιβλίο του «Κανόνας της Ιατρικής», που αποτέλεσε βασικό εγχειρίδιο και σημείο αναφοράς της ιατρικής μέχρι και τον 17ο αιώνα, περιγράφει την νιγκέλα και αναφέρει ειδικότερα την χρήση της σε καταστάσεις δύσπνοιας. Ισχυρίζεται δε ότι οι σπόροι της διεγείρουν την ενέργεια του σώματος και βοηθούν στην αποκατάσταση από την κόπωση και την απογοήτευση.
Τα πολύτιμα φαρμακευτικά φυτά, εξάλλου, αποτέλεσαν έναν από τους λόγους των εξερευνήσεων του 15ου και 16ου αιώνα από τους Ευρωπαίους, οι οποίοι διαρκώς αναζητούσαν νέους δρόμους για την επέκταση του εμπορίου τους. Στην νέα ήπειρο της Αμερικής, τα φαρμακευτικά φυτά εισήχθησαν από τους Ισπανούς και Πορτογάλους αποίκους. Από την Αμερική βέβαια εισήχθησαν στην Ευρώπη και άλλα φυτά και βότανα, τα οποία χρησιμοποιούνταν από τους Ινδιάνους ιθαγενείς. Οι πρώτοι Ευρωπαίοι άποικοι, που πήγαν στην Αμερική και ίδρυσαν την πρώτη αποικία στο Πλίμουθ, είχαν μαζί τους ένα ιατρικό εγχειρίδιο βοτανολογίας, το «British Herbal and Family Physician». Ήταν γραμμένο από τον βοτανολόγο και αστρολόγο Νίκολας Κάλπεπερ και περιείχε περισσότερα από πεντακόσια φυτά.
Στη Βόρεια Ευρώπη η χρήση του μαύρου κύμινου έγινε ευρέως γνωστή κατά τον Μεσαίωνα. Χρησιμοποιήθηκε ως μπαχαρικό, αλλά και ως φάρμακο για την ανακούφιση από την ορχίτιδα και τις χιονίστρες με την μορφή καταπλάσματος από τον πολτό των σπόρων, ως φάρμακο κατά των αερίων και της δυσεντερίας, σε ασθένειες του στομάχου και των πνευμάτων, σε ίκτερο, σε διουρητικά προβλήματα και στην αύξηση του μητρικού γάλακτος στις θηλάζουσες μητέρες.
Οι μονές είχαν αποκτήσει τον ρόλο θεραπευτηρίων, καθώς καλλιεργούσαν στα εδάφη τους διάφορα φυτά, που τα κατέγραφαν και τα εμπλούτιζαν συνεχώς μέσω των γνώσεων των ταξιδευτών και των προσκυνητών. Σταδιακά, όμως, άρχισε να επανέρχεται το καθεστώς που επικρατούσε επί της εποχής του Ιπποκράτη, τότε που η ίαση συνδεόταν στενά με την θρησκεία και θεωρούνταν ότι εξαρτιόταν από τις θεϊκές δυνάμεις. Ενθαρρυνόταν περισσότερο η προσευχή παρά η ιατρική, αφού επικρατούσε η δοξασία ότι μονάχα η πίστη μπορούσε να φροντίσει τα σώματα και τις ψυχές. Οι κληρικοί, βασισμένοι σε δεισιδαιμονίες και προλήψεις, προσπαθούσαν να περάσουν την άποψη ότι η ίαση συνδέεται άρρηκτα με την πίστη στο Θεό.
Το 1130 το καθεστώς αυτό άλλαξε, καθώς κατά την σύνοδο του Κλερμόν απαγορεύτηκε στους κληρικούς να ασκούν το ιατρικό επάγγελμα. Διάφοροι μελετητές της εποχής ασχολήθηκαν με την θεραπευτική χρήση των βοτάνων και των φυτών, με αποκορύφωμα τον Παράκελσο, ο οποίος πρέσβευε την χρήση του μεγάλου φαρμακείου της φύσης. Μεγάλη ήταν η συμβολή του ιατροφιλόσοφου Παράκελσου (1493-1541) στην μεγάλη ακμή της βοτανολογίας, που σημειώθηκε κατά την εποχή αυτή του Μεσαίωνα. Ως γιατρός και αλχημιστής υποστήριζε την επιστροφή στα απλά φάρμακα και πρέσβευε ότι η υγεία βασίζεται στην ισορροπία του ανθρώπου (μικρόκοσμος) με την φύση (μακρόκοσμος).
Η χρησιμοποίηση των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών συνεχίζεται από τότε για να φθάσουμε στην εποχή μας, που τα σύγχρονα φάρμακα απομονώνονται από τα φυτά. Αλλά ακόμα και σήμερα που οι φαρμακοβιομηχανίες στηρίζονται στα χημικά σκευάσματα, οι βοτανικές θεραπείες χρησιμοποιούνται ευρέως στη συμβατική ιατρική. Τα βότανα εξακολουθούν να αναγνωρίζονται ως μέσον καλυτέρευσης τόσο της σωματικής, όσο και της ψυχικής υγείας, καθώς προσφέρουν τροφή, οξυγόνο, άρωμα, ομορφιά και γενικότερα υγεία.
Πράγματι, πολλοί γιατροί αντιλαμβάνονται σήμερα ότι μία σωστή συνταγογράφηση είναι ολοκληρωμένη μόνον όταν περιλαμβάνει μαζί με τα φαρμακευτικά σκευάσματα και σκευάσματα για πρόληψη, για παράλληλη λήψη, αλλά και - σε πολλές περιπτώσεις - για θεραπεία. Το ενδιαφέρον για την παραδοσιακή ιατρική έχει ανανεωθεί και καταβάλλονται πολλές προσπάθειες διεθνώς προκειμένου να πάρει την θέση που της αξίζει.
Στις μέρες μας, εκχείλισμα μαύρου κυμίνου, μπορεί να συνδυαστεί με άλλα βότανα και να δώσει αντιοξειδωτικά προϊόντα που συμπληρώνουν την καθημερινή διατροφή και καταστρέφουν την βασική αιτία, όλων των ασθενειών που ως γνωστόν είναι οι αρνητικές ρίζες.
via: el.gr
Κατηγορίες:
Σχόλια