ΦΡΑΝΣ ΛΕΧΕΡ 1877
Μια πολύ καλή περιγραφή της πόλης των Χανίων το έτος 1877 απο τον Αυστριακό Franz Lexer.
Τα Χανιά σαν πρωτεύουσα της Κρήτης πρέπει να πληρώσουν πρέπει να πληρώσουν ακριβά την τιμή αυτή ότι παραγκώνισαν τα ονόματα Κάντια ή μεγάλο Κάστρο. Γιατί στην πόλη αυτή συγκεντρώνονται τώρα οι πλούσιοι τσιφλικάδες κι αφοσιώνονται στις ανέσεις της ασάλευτης ζωής τους. Στις πύλες των Χανίων ασκεί την πίεσή του και χτυπάει κάθε χρόνο και πιο δυνατά το χέρι του ο βασανιστής των Τούρκων, που εμφανίζεται στα κτήματα τους συνεχώς και τυρανικότερος......το ευρωπαϊκό εμπόριο. Η πόλη ενώ γεμίζει ολοένα και περισσότερο με ανθρώπους, δεν της επιτρέπουν ωστόσο να επεκταθεί, μοιάζοντας έτσι μ΄ένα παλιό στενό τσουκάλι που του δένουν στο στόμιο ένα σιδερένιο φίμωτρο.
Τα πλήθη του λαού στοιβάζονται μέσα στις παλιοπαράγκες και συνωθούνται στους στενούς δρόμους. Τα σπίτια ευχαρίστως θα τα γκρέμιζαν, μόνο που οι ένοικοι είναι αναγκασμένοι να τα στηρίξουν και να τα μπαλώσουν, επειδή χρειάζονται και τον πιο ελάχιστο χώρο.
Στα Χανιά τίποτε δεν είναι θαυμάσιο αλλά τα περισσότερα πράγματα έχουν μια γραφικότητα. Από τότε που οι αφέντες της Αδριατικής άφησαν εδώ πίσω το φτερωτό τους λιοντάρι, τις στενές πέτρινες σκάλες τους και τους κοχιαστούς δρόμους τους, οι άνθρωποι δεν σκέφτηκαν ούτε την καθαριότητα ούτε και μια αναδιαμόρφωση της πόλης που λέγεται Χανιά. Η πόλη αυτή είναι μια μικρή Κωνσταντινούπολη, μόνο που οι Χριστιανοί δεν έχει εδώ ούτε Πέραν ούτε Γαλατά (Σήμερα έχουμε) όπου θα μπορούσαν να εγκατασταθούν αποφεύγοντας τους Τούρκους. Αυτοί οι τελευταίοι κατέχουν τα καλύτερα σπίτια στις καλύτερες θέσεις, αφήνοντας από τον μεγάλο αριθμό των εκκλησιών να υπάρχουν μόνο τρεις.
Τους βλέπει κανείς να κάθονται αδρανείς μπροστά στα καφενεία και να καπνίζουν τον ναργιλέ τους, Λεβαντίνοι και Μαλτέζοι έμποροι καπετάνιοι και ναύτες στέκονται γύρω από τα πηγαδάκια που σχηματίζουν ομαδόν. Οι σκουρόχρωμοι αραπάδες, τυλιγμένοι στα κουρέλια τους, πουλάνε φρούτα, νερό και κάθε είδος μικροπράγματα.
Οι σχεδόν αβράκωτοι νέγροι προσπερνάνε με ψωριάρικα άλογα και αχθοφόρα γαϊδουράκια. Η βρωμιά υπάρχει παντού και στα κακοστρωμένα καλντερίμια βρίσκονται σε αποσύνθεση κάθε είδους απορρίμματα, εστίες μικροβίων για ασθένειες που δεν σταματούν να υπάρχουν εδώ ποτέ.
Αλλά η θάλασσα και τα βουνά αστράφτουν συνέχεια μέσα στο αρχαίο τους μεγαλείο και η πολύχρωμη ζωή του λαού της Κρήτης, προσφέρει πάντα μια ανανεωμένη ψυχαγωγία.
Τα Χανιά σαν πρωτεύουσα της Κρήτης πρέπει να πληρώσουν πρέπει να πληρώσουν ακριβά την τιμή αυτή ότι παραγκώνισαν τα ονόματα Κάντια ή μεγάλο Κάστρο. Γιατί στην πόλη αυτή συγκεντρώνονται τώρα οι πλούσιοι τσιφλικάδες κι αφοσιώνονται στις ανέσεις της ασάλευτης ζωής τους. Στις πύλες των Χανίων ασκεί την πίεσή του και χτυπάει κάθε χρόνο και πιο δυνατά το χέρι του ο βασανιστής των Τούρκων, που εμφανίζεται στα κτήματα τους συνεχώς και τυρανικότερος......το ευρωπαϊκό εμπόριο. Η πόλη ενώ γεμίζει ολοένα και περισσότερο με ανθρώπους, δεν της επιτρέπουν ωστόσο να επεκταθεί, μοιάζοντας έτσι μ΄ένα παλιό στενό τσουκάλι που του δένουν στο στόμιο ένα σιδερένιο φίμωτρο.
Τα πλήθη του λαού στοιβάζονται μέσα στις παλιοπαράγκες και συνωθούνται στους στενούς δρόμους. Τα σπίτια ευχαρίστως θα τα γκρέμιζαν, μόνο που οι ένοικοι είναι αναγκασμένοι να τα στηρίξουν και να τα μπαλώσουν, επειδή χρειάζονται και τον πιο ελάχιστο χώρο.
Στα Χανιά τίποτε δεν είναι θαυμάσιο αλλά τα περισσότερα πράγματα έχουν μια γραφικότητα. Από τότε που οι αφέντες της Αδριατικής άφησαν εδώ πίσω το φτερωτό τους λιοντάρι, τις στενές πέτρινες σκάλες τους και τους κοχιαστούς δρόμους τους, οι άνθρωποι δεν σκέφτηκαν ούτε την καθαριότητα ούτε και μια αναδιαμόρφωση της πόλης που λέγεται Χανιά. Η πόλη αυτή είναι μια μικρή Κωνσταντινούπολη, μόνο που οι Χριστιανοί δεν έχει εδώ ούτε Πέραν ούτε Γαλατά (Σήμερα έχουμε) όπου θα μπορούσαν να εγκατασταθούν αποφεύγοντας τους Τούρκους. Αυτοί οι τελευταίοι κατέχουν τα καλύτερα σπίτια στις καλύτερες θέσεις, αφήνοντας από τον μεγάλο αριθμό των εκκλησιών να υπάρχουν μόνο τρεις.
Τους βλέπει κανείς να κάθονται αδρανείς μπροστά στα καφενεία και να καπνίζουν τον ναργιλέ τους, Λεβαντίνοι και Μαλτέζοι έμποροι καπετάνιοι και ναύτες στέκονται γύρω από τα πηγαδάκια που σχηματίζουν ομαδόν. Οι σκουρόχρωμοι αραπάδες, τυλιγμένοι στα κουρέλια τους, πουλάνε φρούτα, νερό και κάθε είδος μικροπράγματα.
Οι σχεδόν αβράκωτοι νέγροι προσπερνάνε με ψωριάρικα άλογα και αχθοφόρα γαϊδουράκια. Η βρωμιά υπάρχει παντού και στα κακοστρωμένα καλντερίμια βρίσκονται σε αποσύνθεση κάθε είδους απορρίμματα, εστίες μικροβίων για ασθένειες που δεν σταματούν να υπάρχουν εδώ ποτέ.
Αλλά η θάλασσα και τα βουνά αστράφτουν συνέχεια μέσα στο αρχαίο τους μεγαλείο και η πολύχρωμη ζωή του λαού της Κρήτης, προσφέρει πάντα μια ανανεωμένη ψυχαγωγία.
Σχόλια