Ο Κούλης, η Χρυσή Αυγή και λίγη ιστορία…
Ώρες – ώρες είναι ν’ απορείς με όσους… απορούν. Υπάρχει κόσμος που έμεινε με το στόμα ανοικτό, διαβάζοντας τη δήλωση με την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης ουσιαστικά «ξέπλυνε» τη Χρυσή Αυγή.
Εννοούμε φυσικά τη...
δήλωση (αποστροφή συνέντευξης στην Politico) πως «είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη που έχει εσωτερική τρομοκρατία, προερχόμενη από την άκρα Αριστερά». Κι ακόμη, προς άρση κάθε… αμφιβολίας: «Η βία προέρχεται αποκλειστικά από την Αριστερά τα τελευταία χρόνια».
Όσοι στ’ αλήθεια εξεπλάγησαν σε βαθμό… πτώσης από τα σύννεφα, ενδεχομένως δεν είχαν εκτιμήσει – υπολογίσει σωστά μία ή περισσότερες παραμέτρους. Όπως πχ τι μπορεί να σημαίνει, να τροχοδρομεί και να «νομιμοποιεί» το κλίμα μιας δεξιάς πανστρατιάς, ειδικά όταν ο στόχος είναι η επανάκτηση της εξουσίας ή – σε άλλες περιπτώσεις και περιόδους – η διατήρησή της, υπό δύσκολες συνθήκες. Πιθανότατα δεν έχουν αξιολογήσει σωστά και την πολιτική προϊστορία.
Από τον Μανιαδάκη στον Θεοτόκη: κινήσεις με νόημα…
Αξίζει να θυμηθούμε κάποια από όσα συνέβησαν κατά καιρούς και – προσοχή- όχι απαραιτήτως σε περιόδους κρίσιμες για την κυριαρχία της Δεξιάς, ή για την «ευστάθεια» του αστικού συστήματος.
Ο Κ. Μανιαδάκης, ο διαβόητος, αδίστακτος υπεύθυνος Ασφαλείας της δικτατορίας Μεταξά, ο συνώνυμος των εννοιών «βασανιστήρια» και «προβοκάτσια», στην μεταπολεμική περίοδο βρήκε πολιτική στέγη στην ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή. Έγινε… αξιοσέβαστος βουλευτής της, για πρώτη φορά το 1958 και εν συνεχεία το 1961 και 1964.
Η «πρεμιέρα» του, στην εκλογική αναμέτρηση του 1958, δεν συντελέστηκε υπό συνθήκες «εθνικόφρονος» συναγερμού για την αποτροπή του «κομμουνιστικού κινδύνου». Ο συναγερμός ήχησε ακριβώς εξ αιτίας του αναπάντεχα υψηλού ποσοστού που έλαβε η ΕΔΑ σε εκείνες τις εκλογές. Άρα η… ζεστή αγκαλιά της ΕΡΕ του προσφέρθηκε υπό συνθήκες «κανονικότητας».
Για τις κατοπινές σχέσεις κράτους – παρακράτους έχουν γραφτεί τόνοι σελίδων. Ομοίως για τις «γέφυρες» και τους διαύλους επικοινωνίας που διατηρούσαν με τη χούντα παράγοντες της συντηρητικής πολιτικής ελίτ (Αβέρωφ, κλπ).
Από τη μεταπολιτευτική περίοδο, αξίζει να σημειώσουμε τα ενδιαφέροντα… «μέσα – έξω» του Σπ. Θεοτόκη, ο οποίος αποχώρησε από τη Νέα Δημοκρατία, ίδρυσε από κοινού με τον Στ. Στεφανόπουλο τη φιλο-χουντική, φιλο-μοναρχική Εθνική Παράταξη κι εν συνεχεία επανήλθε μετά βαΐων και κλάδων στο μεγάλο κόμμα της κεντροδεξιάς, που είχε εν τω μεταξύ αυτοχαρακτηριστεί ως δύναμη «ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού», στο συνέδριο της Χαλκιδικής (1979). Κι όχι μόνο επέστρεψε, αλλά του εξασφαλίστηκε και έδρα στη Βουλή που προέκυψε από τις εκλογές του 1981, με την κατάλληλη θέση (τρίτη) στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της ΝΔ.
Η αλήθεια είναι ότι η επάνοδος του επίδοξου ηγέτη των χουντοβασιλικών Σπ. Θεοτόκη, στη ΝΔ, θα μπορούσε εν μέρει να ερμηνευτεί κι ως μία ακόμη ένδειξη οικογενειοκρατίας στην αστική πολιτική: Ο «άσωτος υιός» επέστρεψε, όταν την ηγεσία της ΝΔ, αλλά και την πρωθυπουργία, ανέλαβε (1980) ο ξάδελφός του, ο Γ. Ράλλης.
Ο προσεκτικός παρατηρητής, όμως, θα σημειώσει ότι η επανένταξη του ιδρυτή της Εθνικής Παράταξης στο… καθώς πρέπει κόμμα της Δεξιάς δεν φάνταζε παράταιρη. Είχε ήδη παρέλθει πενταετία αφ’ ότου (1975) ο «καραμανλισμός» ολοκλήρωνε τη μέριμνα για την κατοπινή ενσωμάτωση δυνάμεων της φιλοχουντικής «εθνικοφροσύνης», εκπέμποντας τα… δέοντα μηνύματα...
Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο του Διονύση Ελευθεράτου, πατήστε εδώ
Εννοούμε φυσικά τη...
δήλωση (αποστροφή συνέντευξης στην Politico) πως «είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη που έχει εσωτερική τρομοκρατία, προερχόμενη από την άκρα Αριστερά». Κι ακόμη, προς άρση κάθε… αμφιβολίας: «Η βία προέρχεται αποκλειστικά από την Αριστερά τα τελευταία χρόνια».
Όσοι στ’ αλήθεια εξεπλάγησαν σε βαθμό… πτώσης από τα σύννεφα, ενδεχομένως δεν είχαν εκτιμήσει – υπολογίσει σωστά μία ή περισσότερες παραμέτρους. Όπως πχ τι μπορεί να σημαίνει, να τροχοδρομεί και να «νομιμοποιεί» το κλίμα μιας δεξιάς πανστρατιάς, ειδικά όταν ο στόχος είναι η επανάκτηση της εξουσίας ή – σε άλλες περιπτώσεις και περιόδους – η διατήρησή της, υπό δύσκολες συνθήκες. Πιθανότατα δεν έχουν αξιολογήσει σωστά και την πολιτική προϊστορία.
Από τον Μανιαδάκη στον Θεοτόκη: κινήσεις με νόημα…
Αξίζει να θυμηθούμε κάποια από όσα συνέβησαν κατά καιρούς και – προσοχή- όχι απαραιτήτως σε περιόδους κρίσιμες για την κυριαρχία της Δεξιάς, ή για την «ευστάθεια» του αστικού συστήματος.
Ο Κ. Μανιαδάκης, ο διαβόητος, αδίστακτος υπεύθυνος Ασφαλείας της δικτατορίας Μεταξά, ο συνώνυμος των εννοιών «βασανιστήρια» και «προβοκάτσια», στην μεταπολεμική περίοδο βρήκε πολιτική στέγη στην ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή. Έγινε… αξιοσέβαστος βουλευτής της, για πρώτη φορά το 1958 και εν συνεχεία το 1961 και 1964.
Η «πρεμιέρα» του, στην εκλογική αναμέτρηση του 1958, δεν συντελέστηκε υπό συνθήκες «εθνικόφρονος» συναγερμού για την αποτροπή του «κομμουνιστικού κινδύνου». Ο συναγερμός ήχησε ακριβώς εξ αιτίας του αναπάντεχα υψηλού ποσοστού που έλαβε η ΕΔΑ σε εκείνες τις εκλογές. Άρα η… ζεστή αγκαλιά της ΕΡΕ του προσφέρθηκε υπό συνθήκες «κανονικότητας».
Για τις κατοπινές σχέσεις κράτους – παρακράτους έχουν γραφτεί τόνοι σελίδων. Ομοίως για τις «γέφυρες» και τους διαύλους επικοινωνίας που διατηρούσαν με τη χούντα παράγοντες της συντηρητικής πολιτικής ελίτ (Αβέρωφ, κλπ).
Από τη μεταπολιτευτική περίοδο, αξίζει να σημειώσουμε τα ενδιαφέροντα… «μέσα – έξω» του Σπ. Θεοτόκη, ο οποίος αποχώρησε από τη Νέα Δημοκρατία, ίδρυσε από κοινού με τον Στ. Στεφανόπουλο τη φιλο-χουντική, φιλο-μοναρχική Εθνική Παράταξη κι εν συνεχεία επανήλθε μετά βαΐων και κλάδων στο μεγάλο κόμμα της κεντροδεξιάς, που είχε εν τω μεταξύ αυτοχαρακτηριστεί ως δύναμη «ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού», στο συνέδριο της Χαλκιδικής (1979). Κι όχι μόνο επέστρεψε, αλλά του εξασφαλίστηκε και έδρα στη Βουλή που προέκυψε από τις εκλογές του 1981, με την κατάλληλη θέση (τρίτη) στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της ΝΔ.
Η αλήθεια είναι ότι η επάνοδος του επίδοξου ηγέτη των χουντοβασιλικών Σπ. Θεοτόκη, στη ΝΔ, θα μπορούσε εν μέρει να ερμηνευτεί κι ως μία ακόμη ένδειξη οικογενειοκρατίας στην αστική πολιτική: Ο «άσωτος υιός» επέστρεψε, όταν την ηγεσία της ΝΔ, αλλά και την πρωθυπουργία, ανέλαβε (1980) ο ξάδελφός του, ο Γ. Ράλλης.
Ο προσεκτικός παρατηρητής, όμως, θα σημειώσει ότι η επανένταξη του ιδρυτή της Εθνικής Παράταξης στο… καθώς πρέπει κόμμα της Δεξιάς δεν φάνταζε παράταιρη. Είχε ήδη παρέλθει πενταετία αφ’ ότου (1975) ο «καραμανλισμός» ολοκλήρωνε τη μέριμνα για την κατοπινή ενσωμάτωση δυνάμεων της φιλοχουντικής «εθνικοφροσύνης», εκπέμποντας τα… δέοντα μηνύματα...
Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο του Διονύση Ελευθεράτου, πατήστε εδώ
Σχόλια