Στα πλοκάμια του νεο-οθωμανισμού. Πώς ο Ελληνισμός εθίζεται σταδιακά σε υποταγή στη νεο-οθωμανική Τουρκία
Με την εμφάνιση του Αχμέτ Νταβούτογλου στο πολιτικό προσκήνιο, από το 2002, αναδύεται στην Τουρκία η εικόνα μιας μακράς πνοής εξωτερικής τουρκικής πολιτικής, που αποβλέπει στην ανάδειξη της Τουρκίας όχι μόνο ως περιφερειακής αλλά και ως μεγάλης δύναμης. Ορόσημο, κατά τον Νταβούτογλου, το 2023, εκατονταετηρίδα της Τουρκικής Δημοκρατίας. Για να επιτύχει σε αυτόν τον υψηλό στόχο, η Τουρκία ασκεί μια νεο-οθωμανική πολιτική, που αποβλέπει ουσιαστικά στην ανασύσταση, με σύγχρονους όρους, της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Αθήνα, τιτλοφορείται: «Νεο-οθωμανισμός», με κείμενα δέκα συγγραφέων και επιμέλεια του Γιώργου Καραμπελιά. Στην εισαγωγή του βιβλίου επισημαίνονται σημαντικά στοιχεία, που αποκαλύπτουν και επιβεβαιώνουν όσα αρκετοί στην Κύπρο και στην Ελλάδα, και ο γράφων, καταγράφουν για τη συνεχή διολίσθηση και προσχώρηση της Αθήνας και της Λευκωσίας προς τις τουρκικές θέσεις.
Η μεν Αθήνα κινείται από ψοφοδεϊσμό, πολιτική και στρατιωτική αδυναμία και εξελισσόμενη τουρκολαγνεία. Η δε Λευκωσία ενεργεί από ραγιαδισμό, πουρκουαδισμό και ιδεολογικό παρορμητισμό, που ξεπερνά τα όρια γενναιόδωρων μονομερών παραχωρήσεων, με την απατηλή εντύπωση ότι έτσι εξευμενίζεται το τουρκικό θηρίο.
Όπως ο Γ. Καραμπελιάς σημειώνει, ο νεο-οθωμανισμός αποτελεί ολοκλήρωση και επέκταση του ισλαμο-κεμαλισμού στο πεδίο των εξωτερικών σχέσεων και της περιφερειακής πολιτικής. Μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, τις ανατροπές στα Βαλκάνια και στον Καύκασο, την αναδιάταξη ισχύος και συμφερόντων στη Μέση Ανατολή, η Τουρκία, με το δόγμα Νταβούτογλου για δήθεν «μηδενικά προβλήματα» με τους γείτονες, επιχειρεί να ασκήσει μια νέα επεκτατική πολιτική. Με νέους όρους και νέα μέσα. Η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας είναι δεδομένη. Τα τελευταία χρόνια επιδίδεται στην άσκηση public diplomacy διά της χρήσης της λεγόμενης soft power, δηλ. της μαλακής δύναμης, που σε πολλά ζητήματα αποδεικνύεται περισσότερο ισχυρή από τη hard power, δηλ. τη στρατιωτική δύναμη.
Η αξιοποίηση των μειονοτήτων
Όποιος μελετήσει τον Νταβούτογλου, θα διαπιστώσει αυτό που επικαλείται ο Γ. Καραμπελιάς στην εισαγωγή του. Η Τουρκία επιδιώκει, πρώτα να ενταχθεί στην ΕΕ για να συμβάλει, με την πονηρή Αλβιώνα, στην αποδιοργάνωση και αποσύνθεσή της. Και, δεύτερον, αξιοποιεί με εντεινόμενο ρυθμό τις μουσουλμανικές μειονότητες, κατάλοιπα συνήθως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (όπως πράττει με τους Τ/κυπρίους). Όχι από γνήσιο ενδιαφέρον για την κατάστασή τους αλλά για να τις αξιοποιήσει ως εφαλτήρια στην άσκηση νέας επεκτατικής πολιτικής και δι’ άλλων μέσων: Πολιτιστικά, οικονομικά, διπλωματικά, επιχειρηματικά, καλλιτεχνικά.
Η Τουρκία έχει αναδειχθεί από τον πρόεδρο Ομπάμα σε στρατηγικό εταίρο. Η ΕΕ, η Ρωσία, το Ισραήλ, ενώ δεν ανέχονται ή ανησυχούν, εκνευρίζονται και εξοργίζονται από τις πρακτικές της, εντούτοις αναγνωρίζουν τη γεωπολιτική σημασία της για την περιοχή, που εκτείνεται από τα Βαλκάνια μέχρι τον Καύκασο, τη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία. Ενώπιον των νέων σχεδιασμών ασφάλειας που επιχειρείται να σχηματοποιηθούν στην Ευρώπη και στην περιοχή μας, η Τουρκία εμφανίζεται να παίζει έναν σημαντικό ρόλο ενώ μπορεί ίσως ξανά να προβληθεί ως δύναμη, που ενδεχομένως θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα στην αναδυόμενη Ρωσία.
Τουρκική κατοχή, η κυπριακής ιδιοκτησίας λύση, επανένωση, διχοτόμηση
Ο Γ. Καραμπελιάς σημειώνει και τα εξής: «Ο κεμαλισμός στηριζόταν αποκλειστικά στη στρατιωτική απειλή στο εξωτερικό, παράλληλα με την εσωτερική αναδίπλωση και την καταστολή στο εσωτερικό. Η νεο-οθωμανική στρατηγική, εκτός από τη στρατιωτική ισχύ, πρέπει να χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο τη «soft power» της οικονομίας, του πολιτισμού, της διπλωματίας, εάν θέλει να συγκροτήσει, στην άμεση περιφέρειά της, μια σειρά από κράτη και δυνάμεις υποτελή ή εξαρτώμενα.
»Χαρακτηριστική είναι η τουρκική στρατηγική στην Κύπρο, όπου η Τουρκία, αφού πρώτα έχει δημιουργήσει τετελεσμένα με τη στρατιωτική της ισχύ -την οποία και συντηρεί με τη στρατιωτική παρουσία στο νησί-, από ένα σημείο και μετά, αναπτύσσει μια νέα τακτική, που έχει οδηγήσει στις απ’ ευθείας διαπραγματεύσεις των "κοινοτήτων". Δεν αρκείται στη διχοτόμηση, όπως κάποτε, αλλά, χρησιμοποιώντας το δόλωμα της "επανενοποίησης", απεργάζεται την ουσιαστική επικράτησή της στο σύνολο της νήσου. Το άνοιγμα της Πράσινης Γραμμής και οι μετακινήσεις Ελληνοκυπρίων στα κατεχόμενα και Τούρκων στην ελεύθερη Κύπρο νομιμοποιούν το έγκλημα της κατοχής και εθίζουν τους Ελληνοκυπρίους σε μια νεο-οθωμανική Κύπρο».
Να υπενθυμίσουμε παλαιότερη δήλωση του Σερντάρ Ντενκτάς, γιου του κατοχικού Ραούφ Ντενκτάς, που με κυνισμό επισήμανε ότι, κάθε φορά που ανοίγει ένα κατοχικό οδόφραγμα, περισσότερο τσιμεντώνεται και εμπεδώνεται στη συνείδηση των Ελλήνων το τ/κ ψευδοκράτος. Η εικόνα που εκπέμπεται είναι εκείνη δύο κρατών και δύο λαών, αφού όταν οι Έλληνες της Κύπρου περνούν τα οδοφράγματα, υποχρεώνονται να επιδεικνύουν ταυτότητες ή διαβατήρια, ως εάν να εισέρχονται σε άλλο κράτος. Εξάλλου, οι τελωνειακοί και αστυνομικοί έλεγχοι υποβάλλουν επίσης και εθίζουν εξ αυτού τους Έλληνες ότι απέναντι, στα κατεχόμενα εδάφη τους, λειτουργεί μια άλλη εξουσία και αρχή, με στρατό, Αστυνομία και διοίκηση.
Η κυπριακής ιδιοκτησίας διαπραγμάτευση και λύση, που προωθεί ο Πρόεδρος Χριστόφιας, εξυπηρετεί τα μέγιστα τον νεο-οθωμανισμό της Τουρκίας, επειδή την απαλλάσσει από το στίγμα του εισβολέα-κατακτητή, την τοποθετεί στη θέση του τρίτου παρατηρητή που, στο πλαίσιο μιας… αλτρουιστικής συμπεριφοράς και της… ειρηνοποιού πολιτικής της, είναι έτοιμη να βοηθήσει τις δύο κοινότητες της Κύπρου στην αναζήτηση λύσης. Με απώτερο στόχο τον πλήρη έλεγχο της νήσου. Όπως σημειώνει ο Γ. Καραμπελιάς, «ο νεο-οθωμανισμός συνιστά μια εσωτερική παράμετρο της πολιτικής ζωής» στην Ελλάδα και στην Κύπρο, διότι «έχουν δημιουργηθεί διαρκώς ισχυροποιούμενες ομάδες συμφερόντων στην Ελλάδα και την Κύπρο, που προωθούν και υποστηρίζουν τον τουρκικό νεο-οθωμανισμό, διότι θεωρούν ότι αυτό επιτάσσουν τα συμφέροντά τους. Αν οι "δουλειές" πάνε καλά, τότε τσιμέντο να γίνει το Κυπριακό, η κυριαρχία στο Αιγαίο ή η Μακεδονία, ακόμα και οι διεκδικήσεις των Σκοπιανών».
Η δορυφοροποίηση της Ελλάδας
Σταδιακά και εξελικτικά, η Ελλάδα μετεξελίσσεται σε δορυφόρο της συνεχώς ενισχυόμενης δύναμης και γεωπολιτικής θέσης της Τουρκίας. Αυτή η κατάσταση πραγμάτων ξεκίνησε επί εποχής Σημίτη -Ίμια, ζεϊμπέκικα, αδελφοποιήσεις, διπλωματία των σεισμών- και συνεχίστηκε από τον Καραμανλή και σήμερα από τον Παπανδρέου. Τον πρώτο ηγέτη που συνάντησε, πέντε ημέρες μετά την εκλογή του και μάλιστα στην Κων/πολη, ήταν ο Ταγίπ Ερντογάν. Παρατηρεί ο Γ. Καραμπελιάς:
«Έχει παρέλθει κατά συνέπειαν η εποχή κατά την οποία την υποταγή στα τουρκικά κελεύσματα σε Ελλάδα και Κύπρο επέβαλλαν κυρίως τα στρατηγικά συμφέροντα των Αγγλοαμερικανών "συμμάχων" μας, και έχουμε εισέλθει σε μία περίοδο κατά την οποία η υποταγή στον νεο-οθωμανισμό καθίσταται επιλογή των ελληνικών ελίτ σε Ελλάδα και Κύπρο. Γι’ αυτό και η υποστήριξη της ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., γι’ αυτό και η αποδοχή των τετελεσμένων της κατοχής στην Κύπρο, γι’ αυτό και τα γλυκερά κηρύγματα της υποταγής». Και προσθέτει: «Η πρόσφατη, λοιπόν, στροφή προς τον νεο-οθωμανισμό συνιστά μια στροφή μεγάλων διαστάσεων, κυριολεκτικά ιστορικής σημασίας, που εγκαινιάζει μια νέα περίοδο της ελληνικής ιστορίας καθώς και του ιστορικού χώρου που μας περιβάλλει». Από το 1990 και εντεύθεν, τα δεδομένα στην ευρύτερη Βαλκανική και Μεσανατολική περιοχή άλλαξαν δραματικά. Η Τουρκία με έναν πληθυσμό 70 εκ. και μπροστά στον κίνδυνο του ριζοσπαστικού Ισλάμ για τη Δύση και την επανεμφάνιση της «ρωσικής αρκούδας», καθίσταται αποφασιστικός κόμβος της νέας τάξης πραγμάτων.
Η αντίσταση στον νεο-οθωμανισμό
Ο Γ. Καραμπελιάς επισημαίνει πως «από την εποχή της τελευταίας διακυβέρνησης Παπανδρέου και κυρίως επί Σημίτη στην Ελλάδα και επί Κληρίδη στην Κύπρο, η δεύτερη γραμμή καθίσταται κυρίαρχη. Με πρωτοπόρους τους βάρδους του αντιεθνικισμού, τους διανοούμενους της Αριστεράς που θα προετοιμάσουν ιδεολογικά το έδαφος, οι ελληνικές άρχουσες τάξεις στη δεκαετία του 2000 θα γίνουν σταδιακά νεο-οθωμανικές. Το Σχέδιο Ανάν και η πολιτική Χριστόφια, ο Γιώργος Παπανδρέου και η Ντόρα Μπακογιάννη, τα τουρκικά σίριαλ στην τηλεόραση, η αλλοίωση της ιστορίας, οι τεράστιες επενδύσεις της Εθνικής Τράπεζας στην Τουρκία και ο αυξανόμενος ρόλος του ελεγχόμενου από τους Τούρκους Πατριαρχείου στην ελλαδική Εκκλησία, είναι εκφάνσεις αυτής της νέας πραγματικότητας στην οποία σταδιακώς, με ομοιοπαθητικά αυξανόμενες δόσεις, εθίζεται ο ελληνικός λαός».
Στην Κύπρο παρατηρούνται ακόμα πιο ανησυχητικά φαινόμενα, με τη μεθοδευμένη προσπάθεια του Προέδρου Χριστόφια, του ΑΚΕΛ και γνωστών θιασωτών της επαναπροσέγγισης, για αυτομαστίγωμα και αυτοενοχοποίηση των Ελλήνων της Κύπρου, που συνοψίζεται στην προεδρική θέση: «Μα, κάναμε κι εμείς πολλά» στους Τ/κύπριους, άρα, πρέπει να πληρώσουμε κι άλλα: Σε υποχωρήσεις, σε παραχωρήσεις, σε υποταγή. Η πιο ισχυρή αντίσταση της Ελλάδας και της Κύπρου έναντι της επέλασης του νεο-οθωμανισμού είναι πρώτα μια πνευματική και ηθική εξανάσταση, που θα επιτρέψει στον Ελληνισμό να ανακόψει την πορεία της Τουρκίας προς την Ευρώπη. Και παράλληλα, με συμμαχίες να οικοδομήσει έναν ισχυρό πυλώνα στα Βαλκάνια με τους Σέρβους και άλλους χριστιανούς και έναν ανάλογο με τους Ισραηλινούς στη Μέση Ανατολή, χωρίς να παραβλάπτονται οι σχέσεις μας με αραβικά κράτη. Αυτά ακριβώς που φοβάται ο Νταβούτογλου και θέλει να αποτρέψει.
Σχόλια